ΜΕΤΑ ΤΗΝ 11η ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ, τα όλο και πιο αυστηρά, χρονοβόρα και συχνά παράλογα μέτρα ασφαλείας που καθιερώθηκαν στα αεροδρόμια οδήγησαν κάποιους να χαρακτηρίσουν όλη αυτή το τελετουργικό ταλαιπωρίας «θέατρο ασφαλείας». Αντιστοίχως, θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε με τον όρο «θέατρο υγιεινής» την εμμονή με ένα σωρό τελετουργίες καθαρισμού και απολύμανσης στις οποίες αναλώνεται το κοινό για να αντιμετωπίσει την τρέχουσα πανδημία – τελετουργίες που ενδεχομένως μας κάνουν να νιώθουμε πιο ασφαλείς, στην πραγματικότητα όμως ελάχιστα μειώνουν το ρίσκο μετάδοσης του ιού, από τη στιγμή ειδικά που έχει επιτραπεί η επαναλειτουργία επικίνδυνων δραστηριοτήτων (σε κλειστούς χώρους) και από τη στιγμή που σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα, ο ιός ταξιδεύει μέσω του αέρα και μεταδίδεται κατά κανόνα μέσω μολυσμένων εκκρίσεων, όπως η σίελος και οι αναπνευστικές εκκρίσεις, ή μέσω αναπνευστικών σταγονιδίων, τα οποία αποβάλλονται όταν ένα μολυσμένο άτομο βήχει, φτερνίζεται, συνομιλεί ή τραγουδά.
Όπως εξηγεί ο καθηγητής μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Rutgers, Εμάνουελ Γκόλντμαν, ο οποίος είναι ο συγγραφέας του σημαντικού άρθρου περί της αερόβιας κυκλοφορίας του ιού που δημοσιεύτηκε στις αρχές του μήνα στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet, οι αρχικές εκτιμήσεις σύμφωνα με τις οποίες ο ιός ζει για μέρες σε μικροβιοφόρες εστίες (σε διάφορες επιφάνειες) ήταν εσφαλμένες. Όπως λέει χαρακτηριστικά, θα πρέπει να φταρνιστούν γύρω στα 100 άτομα στο ίδιο σημείο ενός τραπεζιού για να συγκεντρωθεί εκεί το ιικό φορτίο που έπαιρναν ως δεδομένο εκείνες οι πρώτες έρευνες.
Το «θέατρο της υγιεινής» δημιουργεί μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας, η οποία κατά ειρωνικό τρόπο μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερα κρούσματα.
Οι επιστήμονες εξακολουθούν να προτρέπουν τους ανθρώπους να πλένουν τα χέρια τους και να αποφεύγουν όσο γίνεται να αγγίζουν το πρόσωπό τους αφότου έχουν μόλις βρεθεί σε δημόσιους χώρους. Σημειώνουν όμως πλέον ότι οι υπερβολές αυτού του «θεάτρου υγιεινής» εκτός από αναποτελεσματικές, έχουν και αρνητικές συνέπειες.
Μιλώντας στο Atlantic, o Γκόλντμαν δηλώνει η εμμονή με τις μολυσμένες επιφάνειες μας αποσπά την προσοχή από πολύ πιο αποτελεσματικούς τρόπους καταπολέμησης της COVID-19: «Ο κόσμος έχει πάθει αυτό που θα αποκαλούσαμε 'κόπωση πρόληψης', έχει εξαντληθεί από όλες τις πληροφορίες που δέχεται από μας. Πρέπει να επικοινωνούμε τις προτεραιότητες με ξεκάθαρο τρόπο, διαφορετικά υπερφορτίζουμε το κοινό χωρίς αποτέλεσμα».
Ο Γκόλντμαν θεωρεί χάσιμο χρόνο το να κλείνουν λόγου χάρη κάποια σχολεία μια μέρα την εβδομάδα για «βαθύ καθαρισμό» ενώ κατά την επιστροφή των μαθητών στις σχολικές αίθουσες η απόλυτη προτεραιότητα θα έπρεπε να δίνεται στην εξεύρεση τρόπων με τους οποίους θα πρέπει να τηρούνται οι κανόνες κοινωνικής αποστασιοποίησης στους χώρους αυτούς.
Ο πανικός επίσης που έχει προκληθεί σχετικά με τη μετάδοση του ιού στα μέσα μαζικής μεταφοράς και ειδικά στο μετρό, μοιάζει παράλογος με την προϋπόθεση φυσικά ότι το επιβατικό κοινό φορά μάσκες. Όπως καταλήγει στο email που έστειλε στο Atlantic, ο Ιάπωνας λοιμωξιολόγος Χιτόσι Οσιτάνι, «η μετάδοση του ιού στις αμαξοστοιχίες είναι πολύ σπάνια».
Τέλος, και αυτό είναι ίσως το πιο σημαντικό, το «θέατρο της υγιεινής» δημιουργεί μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας, η οποία κατά ειρωνικό τρόπο μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερα κρούσματα. Πολλά (μη υπαίθρια) μπαρ, εστιατόρια και γυμναστήρια όπου οι θαμώνες βαριανασαίνουν ο ένας πάνω στον άλλον, δεν θα έπρεπε να έχουν ανοίξει. Θα έπρεπε να παραμείνουν κλειστά και να αποζημιωθούν οι ιδιοκτήτες και το προσωπικό μέχρι να τεθεί υπό έλεγχο η πανδημία. Όσο τακτικά κι αν γίνεται «απολύμανση» σ' αυτούς τους κλειστούς χώρους, η επικινδυνότητα δεν μετριάζεται.
Διοχετεύοντας το άγχος και τις αγωνίες μας σε άσκοπες τελετουργίες καθαρισμού, αποσπάμε την προσοχή μας από πολύ πιο κοινούς τρόπους μετάδοσης της ασθένειας. «Δεν προτείνω να χαλαρώσουμε αλλά να εστιάσουμε σ' αυτό που έχει σημασία και σ' αυτό που λειτουργεί», λέει ο Γκόλντμαν. «Μάσκες, κοινωνική αποστασιοποίηση και μεταφορά δραστηριοτήτων σε υπαίθριους χώρους. Αυτό είναι όλο. Έτσι προστατεύουμε τον εαυτό μας. Έτσι θα νικήσουμε αυτό το πράγμα».
Με στοιχεία από το Atlantic