Με τις αποφάσεις του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου της Τουρκίας και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που προβλέπουν τη μετατροπή του μουσείου της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, ο πρόεδρος της Τουρκίας «αψηφά εκ νέου την Ευρώπη», σχολίασε στον τίτλο του ρεπορτάζ της η γαλλική καθημερινή εφημερίδα Le Figaro.
«Μάθαμε λοιπόν το όνομα του 3.272ου τζαμιού της Κωνσταντινούπολης: το 'τζαμί Αγία Σοφία'», σημειώνεται στο κείμενο και προστίθεται ότι ο τούρκος πρόεδρος μπορεί χάρη στην απόφαση του τουρκικού Συμβουλίου της Επικρατείας να «εκπληρώσει το όνειρο» των ισλαμιστών και των εθνικιστών στη χώρα του, που ήταν «η κατάκτηση εκ νέου, θρησκευτικά και πολιτικά, αυτού του συμβόλου της Κωνσταντινούπολης».
«Ήταν ο θεμελιωτής της σύγχρονης Τουρκίας, Κεμάλ Ατατούρκ που με διάταγμα αποφάσισε πως η Αγία Σοφία πρέπει να είναι μουσείο. Ο πρόεδρος Ερντογάν κάνει ένα ακόμη βήμα προς την "αποκαθήλωση" της κοσμικής κληρονομιάς του Ατατούρκ και διαμορφώνει την Τουρκία με βάση το δικό του όραμα. Ο Τούρκος πρόεδρος -που αυτοπαρουσιάζεται ως σύγχρονος κατακτητης- δεν απολογείται για την αλλαγή. Σε όποιον δεν αρέσει -και υπάρχουν πολλοί στο εξωτερικό- λέει πως επιτίθεται στην κυριαρχία της Τουρκίας» αναφέρει το BBC.
Σύμφωνα με τους New York Times, ήταν μια κίνηση που θα εξασφαλίσει πόντους δημοτικότητας στον Τούρκο πρόεδρο: «Ήταν μια απόφαση που επιζητούσαν εδώ και καιρό οι συντηρητικοί μουσουλμάνοι σε Τουρκία και εκτός. Μια απόφαση με την οποία, όπως λένε οι επικριτές του Ερντογάν, επιδιώκει να ξεσηκώσει την εθνικιστική και θρησκευτική εκλογική βάση του καθώς η δημοτικότητά του φθίνει, μετά από 18 χρόνια στο προσκήνιο της τουρκικής πολιτικής».
Στο ίδιο μήκος κύματος και το CNN: «Πολλοί αναλυτές σημειώνουν πως η κίνηση Ερντογάν είχε στόχο να καθησυχάσει τους ψηφοφόρους του τη στιγμή που η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με τη συρρίκνωση της οικονομίας και την αύξηση της ανεργίας».
Την 24η Νοεμβρίου 1934 ο Μουσταφά Κεμάλ, ο ιδρυτής της πολύ νεαρής Τουρκικής Δημοκρατίας, μετέτρεπε την πρώην βασιλική, ακόμη ισλαμικό τέμενος, σε μουσείο, όμως «86 χρόνια αργότερα, τη 10η Ιουλίου 2020, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έκανε το κόσμημα της Κωνσταντινούπολης μουσουλμανικό χώρο λατρείας, προς μέγιστη ικανοποίηση της πιο συντηρητικής θρησκευτικής μερίδας του εκλογικού του ακροατηρίου και των συμμάχων στην άκρα δεξιά» της Τουρκίας, σχολίασε στο δικό της ρεπορτάζ η εφημερίδα Le Monde.
Για τη βρετανική εφημερίδα The Times, η κίνηση που έκανε ο πρόεδρος της Τουρκίας, ενδυναμωμένος από την απόφαση του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου της χώρας, σηματοδοτεί «το τέλος του οράματος» του Μουσταφά Κεμάλ για τον κοσμικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους. Οι Τάιμς χαρακτηρίζουν το διάγγελμα του αρχηγού του τουρκικού κράτους, λίγα λεπτά μετά το κάλεσμα στην απογευματινή προσευχή, μια από «τις πιο δραματικές στιγμές στην ιστορία των 1.500 ετών» του εμβληματικού βυζαντινού κτιρίου.
Το πρακτορείο Reuters αναφέρει ότι ανατρέποντας ένα από τα πιο συμβολικά βήματα του Ατατούρκ, το οποίο υπογράμμιζε τη δέσμευσή του στον κοσμικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, ο Ερντογάν ολοκληρώνει το δικό του σχέδιο για την επαναφορά του Ισλάμ σε κεντρική θέση στη δημόσια ζωή, επικαλούμενο τον Σονέρ Τσαγαπτάι, διευθυντή του Turkish Research Program στο Washington Institute for Near East Policy.
«Η Αγία Σοφία είναι το επιστέγασμα της θρησκευτικής επανάστασης του Ερντογάν, η οποία εκτυλίσσεται στην Τουρκία για πάνω από μια δεκαετία», έκρινε ο ίδιος σε δηλώσεις του στο Ρόιτερς.
Ο Ερντογάν, νοσταλγός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που επιδιώκει σήμερα να συσπειρώσει την συντηρητική του βάση με φόντο την οικονομική κρίση που έχει προκαλέσει η πανδημία του νέου κορονοϊού και το δύσκολο περιφερειακό πλαίσιο, είχε ταχθεί πολλές φορές υπέρ της μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, μετέδωσε παράλληλα το AFP.
«Η Αγία Σοφία είναι πιθανόν το πιο ορατό σύμβολο του οθωμανικού παρελθόντος της Τουρκίας και ο Ερντογάν το εργαλειοποιεί για να συσπειρώσει τη βάση του και να δείξει το ανάστημά του στους αντιπάλους του τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό», επισήμανε στο AFP ο Άντονι Σκίνερ, στέλεχος της εταιρείας συμβούλων Verisk Maplecroft.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ/BBC/New York Times/CNN/Reuters
σχόλια