Ο πρόεδρος της Νότιας Κορέας, Γιουν Σουκ Γιολ, δήλωσε ότι θα άρει τον στρατιωτικό νόμο «αμέσως μέσω του υπουργικού συμβουλίου», αποδεχόμενος την απαίτηση της Εθνοσυνέλευσης. Η ανακοίνωση έγινε μόλις 5,5 ώρες μετά την επιβολή του στρατιωτικού νόμου και 3,5 ώρες μετά την ψήφιση του αιτήματος άρσης του από το κοινοβούλιο.
Σε έκτακτο διάγγελμα που μεταδόθηκε στις 4:30 π.μ., ο Γιουν ανέφερε: «Χθες το βράδυ, στις 11 μ.μ., κήρυξα στρατιωτικό νόμο ως αποφασιστική πράξη σωτηρίας απέναντι στις αντι-κρατικές δυνάμεις που επιχειρούσαν να παραλύσουν τις βασικές λειτουργίες του κράτους και να διαλύσουν τη δημοκρατική συνταγματική τάξη». Πρόσθεσε ότι, αφού έλαβε την απόφαση της Εθνοσυνέλευσης για την άρση του στρατιωτικού νόμου, διέταξε την αποχώρηση των στρατευμάτων που είχαν εμπλακεί στις σχετικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία της Νότιας Κορέας, ο πρόεδρος είναι υποχρεωμένος να άρει τον στρατιωτικό νόμο αμέσως εάν το απαιτήσει η Εθνοσυνέλευση, ενώ η άρση απαιτεί την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Ο στρατιωτικός νόμος είχε να επιβληθεί στη Νότια Κορέα από το 1979, μετά τη δολοφονία του τότε προέδρου Παρκ Τσουνγκ Χι. Αυτή τη φορά, η επιβολή του έληξε μόλις σε 150 λεπτά, μετά την ψήφιση του αιτήματος άρσης από το κοινοβούλιο.
Η Επιτροπή Ενόπλων Δυνάμεων ανακοίνωσε ότι τα στρατεύματα που συμμετείχαν στον στρατιωτικό νόμο επέστρεψαν στις βάσεις τους στις 4:22 π.μ. και σημείωσε ότι «δεν υπήρξαν ασυνήθιστες κινήσεις από τη Βόρεια Κορέα» ενώ η κατάσταση επαγρύπνησης παραμένει αμετάβλητη.
Γιατί ο πρόεδρος Γιουν Σουκ-Γιολ κήρυξε στρατιωτικό νόμο
Έγινε αρκετά γρήγορα σαφές ότι ο Γιουν Σουκ Γιολ προέβη σε αυτή την απόφαση ως απάντηση σε μια σειρά από πολιτικά γεγονότα. Έχοντας χάσει τον έλεγχο του κοινοβουλίου νωρίτερα μέσα στο έτος, η κυβέρνησή του αντιμετώπιζε μια σειρά από νομοσχέδια και προτάσεις της αντιπολίτευσης που προσπαθούσαν να υπονομεύσουν την εξουσία του. Πολιτικοί παρατηρητές λένε ότι τώρα οδηγήθηκε στο σημείο να επικαλεστεί τον στρατιωτικό νόμο -δηλαδή την προσωρινή διακυβέρνηση της χώρας αναλαμβάνει ο στρατός- ως αντιδημοκρατική τακτική για να αποκρούσει τις πολιτικές επιθέσεις.
Αυτή την εβδομάδα, η αντιπολίτευση πρότεινε περικοπές στον προϋπολογισμό και σε ένα νομοσχέδιο για τον προϋπολογισμό δεν μπορεί να ασκηθεί προεδρικό βέτο. Ταυτόχρονα, η αντιπολίτευση προχώρησε επίσης στην παραπομπή μελών του υπουργικού συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής της ελεγκτικής υπηρεσίας της κυβέρνησης - επειδή δεν διερεύνησαν τα σκάνδαλα που αφορούν την Πρώτη Κυρία, Kim Keon Hee.
Ποια ήταν η άμεση αντίδραση στη Νότια Κορέα;
Οι ηγέτες της αντιπολίτευσης καταδίκασαν αμέσως την κίνηση αυτή ως αντισυνταγματική. Ο ηγέτης του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης της Νότιας Κορέας Λι Τζάε-Μιούνγκ κάλεσε τους βουλευτές του Δημοκρατικού Κόμματός του να συγκεντρωθούν στο κοινοβούλιο για να καταψηφίσουν την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου. Αλλά στη Σεούλ, λεωφορεία της αστυνομίας είχαν ήδη μετακινηθεί για να αποκλείσουν ή να οχυρώσουν την είσοδο στο κτίριο του κοινοβουλίου, όπως έδειξαν τα τοπικά μέσα ενημέρωσης.
Παρόλα αυτά, διαδηλωτές έσπευσαν στο κτίριο της Εθνοσυνέλευσης, διαμαρτυρόμενοι και φωνάζοντας «Όχι στρατιωτικό νόμο! Όχι στρατιωτικός νόμος», ενώ συγκρούστηκαν με διμοιρίες αστυνομικών που φρουρούσαν το κοινοβούλιο.
Ποιος είναι ο πρόεδρος Γιουν Σουκ-Γιολ
Ο Γιουν Σουκ-Γιολ, που εκπροσωπεί το συντηρητικό Κόμμα Λαϊκής Εξουσίας, είναι πρόεδρος της Νότιας Κορέας από το 2022.
Εξελέγη με ελάχιστη διαφορά, επικρατώντας του αντιπάλου του Λι Τζάε-Mιουνγκ -μέλος του Δημοκρατικού Κόμματος- με λιγότερο από μία ποσοστιαία μονάδα. Ο Γιουν Σουκ-Γιολ ήταν νεοεισερχόμενος στην πολιτική, αφού πέρασε τα προηγούμενα 27 χρόνια της καριέρας του ως εισαγγελέας.
Ο Γιουν αντιμετωπίζει μειωμένα ποσοστά αποδοχής από την ανάληψη των καθηκόντων του. Οι προσπάθειές του να προωθήσει πολιτικές σε ένα κοινοβούλιο στο οποίο κυριαρχούν οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης έχουν επιδεινώσει τις πολιτικές διαιρέσεις. Η αντιπολίτευση της Νότιας Κορέας έχει κατηγορήσει την κυβέρνησή του ότι καταπνίγει ανεξάρτητες έρευνες για σκάνδαλα στα οποία εμπλέκονται η σύζυγός του και κορυφαίοι αξιωματούχοι.
Ο Γιουν «κληρονόμησε» μια χώρα που εξακολουθεί να μαστίζεται από την πανδημία Covid-19, από τη διαφθορά που πολώνει την πολιτική σκηνή και την έμφυλη ανισότητα. Το ζήτημα της έμφυλης ανισότητας στη Νότια Κορέα απασχόλησε ιδιαίτερα κατά την προεκλογική περίοδο, με τους νέους ψηφοφόρους να διχάζονται όλο και περισσότερο. Αντιμέτωποι με μια υπερανταγωνιστική αγορά εργασίας και σε συνδυασμό με την εκτόξευση των τιμών των κατοικιών, οι αντιφεμινιστές ισχυρίστηκαν ότι η προσπάθεια της χώρας να αντιμετωπίσει την έμφυλη ανισότητα είχε γείρει πολύ υπέρ των γυναικών. Οι φεμινίστριες, εν τω μεταξύ, επισήμαναν την εκτεταμένη σεξουαλική βία στη χώρα, τις παγιωμένες έμφυλες προσδοκίες και τη χαμηλή εκπροσώπηση των γυναικών στις αίθουσες συνεδριάσεων και στην πολιτική ως παραδείγματα για το πώς οι διακρίσεις εις βάρος των γυναικών εξακολουθούν να είναι διαδεδομένες.
Ο Γιουν Σουκ-Γιολ υποσχέθηκε στους ψηφοφόρους μια προεδρία που θα χαρακτηρίζεται από την καταπολέμηση της διαφθοράς, την αξιοκρατία και το κράτος δικαίου, ενώ στην ευχαριστήρια ομιλία του δήλωσε ότι θα συνεργαστεί με τους αντιπάλους του και θα καταστήσει την εθνική ενότητα προτεραιότητα μετά από μια διχαστική εκστρατεία.
Η υπόσχεση της ενότητας, ωστόσο, ήταν «κενό γράμμα» για τους περισσότερους ψηφοφόρους. Η εκστρατεία του υποδαύλισε τον διχασμό, με τον ίδιο να ισχυρίζεται ότι οι γυναίκες στη Νότια Κορέα -η οποία αξιολογείται συστηματικά ως το χειρότερο μέρος μεταξύ των πλούσιων χωρών για να είναι μια εργαζόμενη γυναίκα- δεν υφίστανται πλέον διακρίσεις. Κατηγόρησε επίσης τον φεμινισμό για το χαμηλό ποσοστό γονιμότητας της χώρας. Αυτό τον έκανε αγαπητό στους νέους άνδρες που απογοητεύονται από την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία και την έλλειψη καλών θέσεων εργασίας, αλλά έχασε την υποστήριξη των γυναικών κάτω των 60 ετών, σύμφωνα με τα exit polls.
Ακόμα χειρότερα, έπαιξε με τα κατώτερα ένστικτα του εκλογικού σώματος, προωθώντας θεωρίες συνωμοσίας για πιθανή νοθεία των εκλογών από τον αντίπαλό του, ο οποίος έχει παραδεχθεί την ήττα του, και απειλώντας να διώξει πολιτικούς της αντιπολίτευσης για διαφθορά σε περίπτωση εκλογής του.
Ο Γιουν παρουσιάστηκε ως υπέρμαχος των φιλελεύθερων και δημοκρατικών αξιών. Η ενίσχυση της συμμαχίας ασφαλείας της Σεούλ με την Ουάσινγκτον βρίσκεται στο επίκεντρο της εξωτερικής πολιτικής του.