Μακαρόνια, σαπούνια, κονσέρβες και ωμά αμύγδαλα: συνήθως οι κάτοικοι της Νέας Ζηλανδίας τα αγοράζουν από τα τοπικά σούπερμάρκετ. Πλέον κάνουν διαδικτυακές παραγγελίες από την Αυστραλία.
O βασικός λόγος είναι ότι οι τιμές στη Νέα Ζηλανδία έχουν φτάσει σε νέα υψηλά επίπεδα και οι καταναλωτές αναγκάζονται να λάβουν δραστικά μέτρα.
«Είναι κάτι σαν Χριστούγεννα», λέει μία γυναίκα από το Wellington, στον Guardian.
Η ίδια έκανε παραγγελίες τακτικά για είδη παντοπωλείου μέσω του διαδικτύου από όλη την Τασμανία για να συμπληρώσει τις αγορές της.
Ξεφυλλίζοντας όμως, (διαδικτυακά) φυλλάδια από αυστραλιανά παντοπωλεία ξαφνιάστηκε από τη γκάμα των προϊόντων και το πόσο φθηνότερα ήταν από αυτά που έχουν στα ράφια της Νέας Ζηλανδίας.
Ο Guardian συνέκρινε δύο καρότσια με ίδιες αγορές, το ένα στην Αυστραλία και το άλλο στη Νέα Ζηλανδία.
Συνολικά, ακόμη και με τη μετατροπή νομίσματος, το κόστος της φορολόγησης και μια μικρή χρέωση στο τελωνείο, η πρώτη περίπτωση εξοικονομεί σχεδόν 70 δολ. Νέας Ζηλανδίας ή αντίστοιχα 44 σχεδόν ευρώ για συνολικές αγορές 166 ευρώ, συμπεριλαμβανομένης της χρέωσης παράδοσης από το τοπικό κατάστημα.
«Το μόνο μειονέκτημα είναι ότι πολλά πράγματα δεν είναι διαθέσιμα αυτήν τη στιγμή λόγω ελλείψεων σε αποθέματα. Αλλά νομίζω ότι αυτό οφείλεται στο ότι όλοι άρχισαν πλέον να παραγγέλνουν με αυτόν τον τρόπο», λέει η γυναίκα.
Στα τέλη Μαρτίου, μια άλλη καταναλώτρια από το Οτάγκο δημοσίευσε το καλάθι των αγορών της από την Αυστραλία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είπε στο TV 1 ότι είχε εξοικονομήσει περίπου 35% του κόστους αγοράζοντας ξηρούς καρπούς, ξηρά τροφή (μακαρόνια, κονσέρβες κ.λπ) και προϊόντα περιποίησης.
Ωστόσο είχε ενδοιασμούς να επαναλάβει το εγχείρημα. «Δεν θα το συνιστούσα σε άλλους επειδή η παραγγελία έχει γίνει με αεροπλάνο, οπότε δεν είναι καλό για το περιβαλλοντικό μας αποτύπωμα», είπε.
«Επίσης, τώρα έχω 10 οδοντόβουρτσες και αμύγδαλα για ένα χρόνο».
Οι αγοραστές μιλώντας στον Guardian είπαν ότι, ενώ ήταν χρονοβόρα, η πρακτική τους είχε εξοικονομήσει περισσότερο από 25% από τα έξοδα, που θα έκαναν σε αντίστοιχα τοπικά σουπερμάρκετ.
Ορισμένοι από τους αγοραστές ανησυχούσαν για τον αντίκτυπο στο περιβάλλον με τις πιο συχνές πτήσεις αλλά είπαν ότι με τις τιμές των τροφίμων να αυξάνονται κατακόρυφα στη Νέα Ζηλανδία, η πρακτική δείχνει πόσο απελπισμένες είναι οι οικογένειες στη Νέα Ζηλανδία για να μειώσουν τα έξοδα.
Τον Μάρτιο, οι τιμές των τροφίμων στη Νέα Ζηλανδία ήταν 7,6% υψηλότερες από πέρυσι, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση σε διάστημα πάνω από μια δεκαετία.
Τα φρούτα και τα λαχανικά αυξήθηκαν κατά 18%, πλήττοντας πολλά νοικοκυριά που είχαν ήδη ταλαιπωρηθεί από τις υψηλές τιμές στα καύσιμα, την αύξηση των ενοικίων και την αύξηση στις αποπληρωμές των στεγαστικών δανείων.
Σήμερα, ο ετήσιος πληθωρισμός έφτασε στο 6,9% – ο υψηλότερος των τελευταίων τριών δεκαετιών. Νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα, ο υπουργός Οικονομικών Γκραντ Ρόμπερτσον είπε ότι πιστεύει ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται, ως συνέπεια των διεθνών πιέσεων.
Τον Ιούλιο του 2021, μια έρευνα της εμπορικής επιτροπής για το δυοπώλιο των σούπερ μάρκετ της Νέας Ζηλανδίας διαπίστωσε ότι τα καταστήματα τροφίμων είχαν τεράστια κέρδη και χρέωναν μερικές από τις υψηλότερες τιμές στον ΟΟΣΑ.
Για όσους στρέφονται στην Αυστραλία για φθηνά βασικά προϊόντα, τα ψώνια τους περιορίζονταν σε μη αλλοιώσιμα είδη όπως ζυμαρικά, αλεύρι, κονσέρβες και σάλτσες, αποξηραμένα φρούτα.
Με πληροφορίες του Guardian