Σε ηλικία 101 ετών, μια Ολλανδή γυναίκα ανέκτησε τον πίνακα που είχαν κλέψει οι ναζί από τον πατέρα της κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αλλά αποφάσισε να τον πουλήσει σε δημοπρασία και τα χρήματά να πάνε στην οικογένειά της.
Η Σάρλοτ Μπίσοφ φαν Χέεμσκερκ δεν έχασε ποτέ την ελπίδα ότι θα ξαναβρεί το πορτρέτο του 1683 διά χειρός του Ολλανδού ζωγράφου Κασπάρ Νέτσερ. Ο πίνακας ήταν κρεμασμένος στο πατρικό της στο Άρνεμ και τον αγαπούσε ο πατέρας της, Χέντρικ Σμιντ βαν Χέλντερ, γιατρός και διευθυντής του νοσοκομείου Παίδων της πόλης, ο οποίος αναγκάστηκε να κρυφτεί όταν αρνήθηκε να παίρνει εντολές από τους ναζί.
Μετά την εισβολή της Γερμανίας στην Ολλανδία, το 1940, έβαλε τον πίνακα σε τράπεζα στο Άρνεμ, πιστεύοντας ότι εκεί θα ήταν ασφαλής. Όμως, οι ναζί διέρρηξαν τα θησαυροφυλάκια και τον πήραν, εν μέσω εκτεταμένου πλιάτσικου και καταστροφής.
Στο χάος του πολέμου χάθηκαν τα ίχνη του πίνακα. Όμως, η οργάνωση Commission for Looted Art in Europe ανακάλυψε ότι είχε επανεμφανιστεί σε γκαλερί στο Ντίσελντορφ τη δεκαετία του ‘50. Το 1969 πωλήθηκε σε δημοπρασία στο Άμστερνταμ και το 1971 ένας ιδιώτης συλλέκτης στη Γερμανία απέκτησε τον πίνακα. Έπειτα από διαπραγματεύσεις με τον τελευταίο, ο πίνακας επεστράφη πέρυσι στην Σάρλοτ Μπίσοφ φαν Χέεμσκερκ.
«Ήμουν κατάπληκτη», είπε στον Guardian για τη στιγμή που είδε ξανά τον πίνακα. «Θα ήταν τόσο χαρούμενος που επέστρεψε», είπε αναφερόμενη στον πατέρα της, που πέθανε το 1969.
Αφού κράτησε τον πίνακα για έξι μήνες, αποφάσισε να τον πουλήσει σε δημοπρασία του Sotheby’s που θα γίνει στις 6 Ιουλίου. Ο οίκος δημοπρασιών εκτίμησε ότι η τιμή του θα φτάσει τις 30-50.000 λίρες.
«Είχα πέντε αδέλφια. Υπάρχουν 20 απόγονοι και είναι πολύ γλυκοί, οπότε ποτέ δεν είχα την αίσθηση ότι είναι δικός μου. Είναι της οικογένειας», εξήγησε, ενώ παραδέχθηκε ότι συγκινήθηκε με τον πίνακα, καθώς την κατέκλυσαν αναμνήσεις από τον πόλεμο.
Θυμήθηκε τα SS να πηγαίνουν στο σπίτι της οικογένειας, όταν ο πατέρας της κρύφτηκε, επειδή «όπως πολλοί φίλοι του που τους είχαν συλλάβει, αρνήθηκε να ακολουθήσει τις εντολές των Γερμανών».
«Ο πατέρας του παραλίγο να συλληφθεί… εγώ άνοιξα την πόρτα όταν ήρθαν να τον βρουν. Ήταν τόσο εξαγριωμένοι… αναγκαστήκαμε να φύγουμε τη νύχτα, πήραμε ό,τι μπορούσαμε», περιέγραψε. Αργότερα εντάχθηκε στην αντίσταση, μεταφέροντας μηνύματα. «Είμαι σίγουρη ότι θα το κάνατε κι εσείς. Ελπίζαμε ότι θα κερδίσουμε τον πόλεμο και κάναμε τα πάντα για να βοηθήσουμε», είπε.