Μία από τις πιο παράξενες στιγμές της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ ήταν όταν μίλησε δημοσίως για την ιδέα της αγοράς της Γροιλανδίας. Κάτι που, όπως αναμενόταν, προκάλεσε οργισμένες αντιδράσεις, πολλά αστεία και ένταση στις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Δανία, η οποία απέρριψε την ιδέα.
Τότε, πολλοί υπέθεσαν πως απλά ο Τραμπ είπε αυθόρμητα κάτι παρατραβηγμένο που του ήρθε στο μυαλό, όπως συνήθιζε. Όμως, στην πραγματικότητα επρόκειτο για ιδέα που του έδωσε ένας από τους δισεκατομμυριούχους φίλους του και αποτέλεσε αντικείμενο πολύμηνης σοβαρής εσωτερικής μελέτης και συζητήσεων, οι οποίες εξέπληξαν υπουργούς και συνεργάτες του προέδρου στον Λευκό Οίκο.
Η ιδέα ήταν του Ρόναλντ Λόντερ, του κληρονόμου της εταιρείας καλλυντικών Estée Lauder, ο οποίος γνωρίζεται με τον Ντόναλντ Τραμπ από το κολέγιο. «Ένας φίλος μου, ένας πραγματικά έμπειρος επιχειρηματίας, πιστεύει ότι μπορούμε να αποκτήσουμε τη Γροιλανδία. Τι πιστεύεις;», είπε ο τότε πρόεδρος στον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου. Αυτό οδήγησε στη σύσταση ειδικής ομάδας, η οποία ανέλαβε να αξιολογήσει τις προοπτικές και το αποτέλεσμα ήταν ένα υπόμνημα το οποίο παρέθετε διάφορες επιλογές, μεταξύ άλλων μία πρόταση μίσθωσης, σαν να επρόκειτο για ένα ακίνητο στη Νέα Υόρκη.
Όλα αυτά προκύπτουν από συνεντεύξεις με πλήθος ατόμων που ήταν στο περιβάλλον του πρώην προέδρου, για το βιβλίο του Πίτερ Μπέικερ των New York Times και της Σούζαν Γκλέιζερ του The New Yorker, με τίτλο «The Divider: Trump in the White House, 2017-2021», το οποίο κυκλοφορεί την επόμενη εβδομάδα.
Έπειτα από μία συνάντηση στο Οβάλ Γραφείο, όπου εξήγησε το ενδιαφέρον του για τη Γροιλανδία, ένα σαστισμένο μέλος του υπουργικού συμβουλίου έμεινε εμβρόντητο με την παραληρηματική φύση της ιδέας. Άλλοι σύμβουλοι προσπάθησαν να μη διαρρεύσει αυτή η ιδέα, φοβούμενοι ότι θα προκαλούσε διπλωματικό επεισόδιο.
Η Γροιλανδία ήταν ένα θέμα που απασχόλησε το προσωπικό του συμβουλίου εθνικής ασφάλειας για μήνες. Αργότερα, ο Τραμπ υποστήριξε ότι η ιδέα ήταν προσωπική του έμπνευση. «Είπα “γιατί δεν το έχουμε αυτό;”», ανέφερε σε συνέντευξη που έδωσε πέρυσι, για το επικείμενο βιβλίο. «Ασχολούμαι με την ανάπτυξη ακινήτων. Κοιτάζω μια γωνία και λέω “πρέπει να πάρω αυτό το κατάστημα, για το κτίριο που κατασκευάζω” κτλ. Αυτό δεν διαφέρει», είπε. «Λατρεύω τους χάρτες. Και πάντα έλεγα “κοίτα το μέγεθός της. Είναι τεράστια. Θα έπρεπε να είναι κομμάτι των ΗΠΑ”», συμπλήρωσε αναφερόμενος στη Γροιλανδία.
Όμως, ήταν ο Λόντερ που το είχε συζητήσει μαζί του, τις πρώτες ημέρες τις προεδρίας του και προσφέρθηκε να αποτελέσει δίαυλο επικοινωνίας με την κυβέρνηση της Δανίας, για διαπραγμάτευση. Ο Τζον Μπόλτον, ο τότε σύμβουλος εθνικής ασφάλειας, ανέθεσε στη συνεργάτιδά του Φιόνα Χιλ να συγκροτήσει μια μικρή ομάδα, για ανταλλαγή ιδεών. Ενεπλάκησαν σε κρυφές συνομιλίες με τον πρέσβη της Δανίας και συνέταξαν ένα υπόμνημα με τις επιλογές.
Ο Μπόλτον, ανήσυχος για την επέκταση της επιρροής του Πεκίνου στην Αρκτική, σκέφτηκε ότι μια αυξημένη αμερικανική παρουσία στη Γροιλανδία είχε λογική, αλλά ότι η αγορά δεν ήταν εφικτή. Ο Τραμπ συνέχισε να πιέζει. Πρότεινε να αφαιρεθεί ομοσπονδιακή χρηματοδότηση που πήγαινε στο Πουέρτο Ρίκο για να χρησιμοποιηθούν τα χρήματα για την αγορά της Γροιλανδίας. Σε άλλη περίπτωση, πρότεινε ανταλλαγή του Πουέρτο Ρίκο με τη Γροιλανδία.
Όταν η Wall Street Journal αποκάλυψε ότι υπήρχε ενδιαφέρον για τη Γροιλανδία, η κυβέρνηση της Δανίας απέρριψε την ιδέα. «Όταν δημοσιοποιήθηκε, έχασαν το πολιτικό θάρρος τους», είπε ο Τραμπ σε συνέντευξη πέρυσι, λες και οι Δανοί είχαν πάρει ποτέ σοβαρά την πώληση.
Αλλά, ο Μπόλτον πίστευε ότι έχασαν μια ευκαιρία για κάτι πολύ πιο ρεαλιστικό, όπως έναν ενισχυμένο διακανονισμό ασφαλείας, παρότι οι ΗΠΑ τελικά άνοιξαν εκ νέου ένα προξενείο στη Γροιλανδία. «Αν ο Τραμπ είχε κρατήσει το στόμα του κλειστό, θα μπορούσαμε να είχαμε βρει τον τρόπο. Αλλά χάθηκε εντελώς», είπε ο Μπόλτον.
Με πληροφορίες από NYT