Όταν το 2014 η Ρωσία ενέταξε την Κριμαία στον εθνικό της κορμό, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και άλλες κατά βάση δυτικές χώρες προχώρησαν στην επιβολή αυστηρών οικονομικών κυρώσεων κατά της Μόσχας.
Τώρα, με την ουκρανική κρίση να βρίσκεται σε εξαιρετικά επικίνδυνη κλιμάκωση, δυτικά μέσα ενημέρωσης και αξιωματούχοι προειδοποιούν για γενικευμένη ρωσική εισβολή, παρά τις συνεχείς διαψεύσεις από πλευράς Μόσχας. Σε κάθε περίπτωση, μπροστά στο ενδεχόμενο γενικευμένων εχθροπραξιών, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επανειλημμένα διαμηνύσει ότι θα επιβληθούν πρόσθετες οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένης της διακοπής της πρόσβασης των ρωσικών τραπεζών στο δολάριο και της εφαρμογής επιπλέον ελέγχων στις εξαγωγές.
Ωστόσο, όπως εκτιμούν αναλυτές, η Ρωσία έχει πλέον λάβει σημαντικά μέτρα ώστε να προστατευτεί από το οικονομικό πλήγμα που θα μπορούσαν να προκαλέσουν νέες κυρώσεις. Η Μόσχα έχει ενισχύσει πλέον τα συναλλαγματικά της αποθέματα και προσπαθεί να διαφοροποιήσει το εμπορικό της χαρτοφυλάκιο σε μια προσπάθεια να απεξαρτηθεί, όσο δυνατόν, από τα έσοδα που της προσφέρει η ΕΕ μέσω των εξαγωγών που αφορούν κυρίως το φυσικό αέριο.
Κυρώσεις στον ενεργειακό τομέα
Το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων της Ρωσίας από τις εξαγωγές προέρχεται από ορυκτά προϊόντα όπως το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και ο άνθρακας. Αυτή η εξάρτηση καθιστά τις εξαγωγές ενέργειας ελκυστικό στόχο για κυρώσεις, αν και η ευρωπαϊκή εξάρτηση από το ρωσικό αέριο φτάνει στο ένα τρίτο των εισαγωγών.
Στο πλαίσιο αυτό, ΗΠΑ και Ευρώπη δε φαίνεται ακόμα να επεξεργάζονται κυρώσεις κατά των ρωσικών εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου, δεδομένης της ανησυχίας ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να αυξήσει το ήδη υψηλό ενεργειακό κόστος στην Ευρώπη. Ωστόσο, ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει τονίσει επανειλημμένα την επιθυμία των ΗΠΑ να μπλοκάρουν την έναρξη της λειτουργίας του αγωγού Nord Stream 2 που θα μεταφέρει ρωσικό αέριο απευθείας στη Γερμανία μέσω της Βαλτικής.
Αν και η ΕΕ παραμένει ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ρωσίας, τα τελευταία χρόνια από πλευράς Μόσχας έχουν γίνει προσπάθειες απεξάρτησης, επεκτείνοντας τους εμπορικούς δεσμούς με την Κίνα. Μεταξύ αυτών η κατασκευή ενός μεγάλου αγωγού φυσικού αερίου προς την Κίνα το 2019. Από τότε οι εξαγωγές φυσικού αερίου έχουν αυξηθεί προς την Κίνα αλλά παραμένουν μικρές σε ποσοστό συγκριτικά με τις ευρωπαϊκές αγορές.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν εξετάζει επίσης την απαγόρευση των εξαγωγών διαφόρων προϊόντων που αφορούν τεχνολογικά προϊόντα. Οι κυρώσεις θα μπορούσαν να περιορίσουν την ικανότητα της Ρωσίας να συνεχίσει να προοδεύει με την ίδια ταχύτητα σε τομείς όπως η αεροδιαστημική και η τεχνητή νοημοσύνη.
Το χαμηλό χρέος και τα αποθέματα «σύμμαχος» της Μόσχας
Η Ρωσία έχει καταφέρει να ενισχύσει τη θέση της οικονομίας της, πράγμα που συνεπάγεται μια πιο εύκολη οικονομική απορρόφηση νέων κυρώσεων και τη διατήρηση της χρηματοδότησης από πλευράς της κυβέρνησης. Η χώρα έχει ακολουθήσει μια συντηρητική δημοσιονομική πολιτική και έχει μειώσει το χρέος σε σχέση με άλλες χώρες όπως οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους.
Παράλληλα, ειδικά μετά τα γεγονότα του 2014 στην Ουκρανία, η Ρωσία έχει χρησιμοποιήσει τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο για τη δημιουργία αποθεμάτων σε χρυσό και ξένο νόμισμα. Τα αποθέματα αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθεί για να στηριχτεί το ρούβλι, εάν οι κυρώσεις προκαλέσουν κατάρρευση του νομίσματος ή για να βοηθήσουν στην κάλυψη των κρατικών δαπανών.
Με βάση τα όσα έχουν γίνει γνωστά το τωρινό πακέτο κυρώσεων δείχνει πιο εκτεταμένο (αν επιβληθεί) σε σχέση με αυτό του 2014 που στόχευε περισσότερο μεμονωμένα άτομα αλλά και τον ρωσικό στρατό. Ωστόσο, αυτό που πλέον έχει αλλάξει είναι ότι η Μόσχα είχε επαρκή χρόνο από τότε να αναπροσαρμόσει την οικονομία της και να γίνει λιγότερο ευάλωτη στις δυτικές οικονομικές πιέσεις. Με δεδομένο αυτό, η επί της ουσίας αποτελεσματικότητα ενός νέου πακέτου κυρώσεων δείχνει αβέβαιη.
Με πληροφορίες από Wall Street Journal