Η μελέτη με τίτλο «Οι χριστιανικές ενστάσεις στις σχέσεις ίδιου φύλου: Μια Ακαδημαϊκή Αξιολόγηση», βασίζεται στη συνεργασία είκοσι ακαδημαϊκών, θεολόγων, ηθικιστών, εξελικτικών βιολόγων και κοινωνιολόγων που ουσιαστικά αποδομούν τη βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε η Καθολική Εκκλησία για να δομήσει την αντι-LGBT+ στάση της.
Οι 80 σελίδες της μελέτης που διενεργήθηκε από το Ινστιτούτο Καθολικών Έρευνών Wijngaards «θα έπρεπε να λειτουργούν ως το τελευταίο καρφί στο φέρετρο των βιβλικών και των άλλων επιχειρημάτων που δικαιολογούν την ομοφοβία» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση Τύπου.
Όπως διαπιστώνεται στην έρευνα, εδάφια στο Λευιτικόν τα οποία συχνά επικαλούνται όσοι αντιτίθενται στην ομοφυλοφιλία, ἐχουν στην πραγματικότητα μεταφραστεί εσφαλμένα.
Για την ακρίβεια, τα κείμενα αυτά καταδικάζουν την αιμομιξία και τη μοιχεία μεταξύ ανδρών, ενώ δεν γίνεται καμία αναφορά σε σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ γυναικών, διαπιστώνει η μελέτη.
Η απαγόρευση της αιμομιξίας και της μοιχείας μεταξύ ανδρών υποδηλώνει πως οι σχέσεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου «εκτός των απαγορευμένων κατηγοριών» στην πραγματικότητα θεωρούνται θεμιτές.
Οι ακαδημαϊκοί κατέληξαν πως «συναινετικές και πιστές» σχέσεις μεταξύ ανθρώπων του ίδιου φύλου δεν καταδικάζονται πουθενά στη Βίβλο και οι φυσικές επιστήμες ρητά βεβαιώνουν πως η ομοφυλοφιλία είαι «μια φυσική εκδοχή στο εύρος της ανθρώπινης σεξουαλικότητας».
Κατά την παρουσίαση των επιστημονικών ευρημάτων τους, οι ακαδημαϊκοί κάλεσαν τον Πάπα Φραγκίσκο και το Βατικανό να αναλάβουν δράση για την αναθεώρηση της κατήχησης επί των θεμάτων αυτών.
Τη μελέτη αυτή χαιρέτισαν πάνω από 60 διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί από ολόκληρο τον κόσμο που φιλοδοξούν να γίνει η αρχή για την αλλαγή της εκκλησιαστικής στάσης στα ζητήματα ομοφυλοφιλίας.
Με πληροφορίες από PinkNews