Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο (CSM) της Πορτογαλίας ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι ξεκινά έρευνα σχετικά με την απόφαση που έλαβε ένα δικαστήριο του Πόρτο, το οποίο δικαιολόγησε την άσκηση βίας εκ μέρους ενός άνδρα σε βάρος της «άπιστης» συζύγου του.
Αρχικά, το CSM είχε αποκλείσει το ενδεχόμενο να παρέμβει, παρά το σάλο που ξέσπασε στη χώρα, υποστηρίζοντας ότι τα δικαστήρια είναι ανεξάρτητα. Σήμερα όμως αποφάσισε να εξετάσει την υπόθεση, όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση που αναρτήθηκε στον ιστότοπό του.
Οι δικαστές του δικαστηρίου του Πόρτο αναγνώρισαν ελαφρυντικά στον κατηγορούμενο και τον καταδίκασαν σε φυλάκιση 15 μηνών με αναστολή και σε πρόστιμο 1.750 ευρώ. Ο εισαγγελέας είχε ζητήσει να του επιβληθεί ποινή φυλάκισης 3 ετών και 6 μηνών χωρίς αναστολή.
«Η μοιχεία που διαπράττει μια γυναίκα είναι μια συμπεριφορά που καταδικάζεται σθεναρά από την κοινωνία», αναφέρεται στο σκεπτικό της απόφασης, όπου οι δικαστές εξηγούν ότι «κατανοούν τη βία του άνδρα, που ήταν θύμα αυτής της προδοσίας, αφού τον εξόργισε και τον ταπείνωσε η σύζυγός του».
«Στην Αγία Γραφή διαβάζουμε ότι μια μοιχαλίδα μπορεί να τιμωρηθεί με την ποινή του θανάτου» υπενθυμίζουν επίσης οι δικαστές, που κάνουν αναφορά επίσης στον λιθοβολισμό των άπιστων γυναικών σε ορισμένες κοινωνίες και σε έναν πορτογαλικό νόμο του... 1876 που προέβλεπε την επιβολή μικρής ποινής στους συζυγοκτόνους, εφόσον η σύζυγος ήταν άπιστη.
Η απόφαση αυτή δόθηκε στη δημοσιότητα την Δευτέρα και προκάλεσε σάλο στην Πορτογαλία.
«Σαστίσαμε και αηδιάσαμε» τόνισε η γυναικεία οργάνωση UMAR σε ανακοίνωσή της. «Αυτή η απόφαση, απλούστατα νομομοποιεί τη συζυγική βία σε βάρος των γυναικών» ενώ η επίκληση της Αγίας Γραφής σε μια δικαστική απόφαση συνιστά παραβίαση «του κράτους δικαίου».
Στα social media κυκλοφόρησε μια αίτηση διαμαρτυρίας κατά της απόφασης που μέχρι τώρα έχει συγκεντρώσει περισσότερες από 15.000 υπογραφές. Για αύριο Παρασκευή προγραμματίζεται επίσης μια διαδήλωση.
Όταν ρωτήθηκε για το θέμα αυτό, ο πρόεδρος της Πορτογαλίας Μαρσέλο Ρεμπέλο ντε Σόουζα περιορίστηκε να υπενθυμίσει ότι, ως αρχηγός του κράτους, «οφείλει να σέβεται το Σύνταγμα (...) του 1976».