Σε δημοπρασία βγαίνει από τον οίκο Sotheby's το αγνοούμενο επί 300 χρόνια πορτρέτο της «Πάπισσας» Ολυμπίας Μαϊνταλκίνι Παμφίλι του Ντιέγκο Βελάσκεθ.
Για περίπου 300 χρόνια, ο πίνακας αυτός θεωρείτο ότι ήταν χαμένος, ή ότι είχε καταστραφεί. Όμως, σήμερα, η προσωπογραφία μίας από τις πιο ενδιαφέρουσες γυναικείες προσωπικότητες στην Ιστορία, επανήλθε στο φως στο Άμστερνταμ, αποκαταστάθηκε και τον επόμενο μήνα θα βγει σε δημοπρασία από τον Οίκο Sotheby's.
Πρόκειται για τον πίνακα «Το πορτρέτο της Ολυμπίας Μαϊνταλκίνι Παμφίλι» - που φιλοτέχνησε στα μέσα του 17ου αιώνα ο επιφανής Ισπανός ζωγράφος Ντιέγκο Βελάσκεθ - ο οποίος υποβλήθηκε σε εξαντλητικές εξετάσεις για να διαπιστωθεί η αυθεντικότητά του και κατόπιν για να αποκατασταθεί, προτού έλθει η στιγμή που θα παρουσιασθεί στους επίδοξους πλειοδότες του, 18 μήνες μετά την απόκτησή του από τον ολλανδικό Οίκο δημοπρασιών. Με εκτιμώμενη τιμή στα 2-3 εκατ. στερλίνες, τον πίνακα θα διεκδικήσουν μεγάλοι συλλέκτες και διεθνή μουσεία, καθώς όπως τονίζει ο Τζέιμς ΜακΝτόναλντ, ειδικός σε κλασσικούς ζωγράφους του Sotheby's «ο Βελάσκεθ είναι ένας από τους αδιαφιλονίκητους τιτάνες της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας ζωγραφικής. Η προσωπογραφία αυτή αναμφίβολα εξερεθίζει το ενδιαφέρον και των ειδικών, αλλά και των θαυμαστών του Βελάσκεθ».
Επίσης, το μεγάλο ενδιαφέρον για τον πίνακα οφείλεται και στη μυθολογία που τον περιβάλλει, καθώς αναπαριστά μία από τις πιο χειριστικές, φιλάργυρες και με μεγάλη επιρροή γυναίκες του 17ου αιώνα στη Ρώμη. Ο Ολυμπία Μαϊνταλκίνι Παμφίλι ήταν η «σκιώδης δύναμη» πίσω από τον παπικό θρόνο και νύφη, αλλά και - όπως θρυλείται - ερωμένη του Πάπα Ιννοκέντιου του 10ου. Η επονομαζόμενη και «Πάπισσα» (Παπέσσα), η Ντόνα Ολύμπια ήταν διαπρύσια φεμινίστρια, που συγκεφαλαίωνε ισόποσα μέσα στη συμπεριφορά και τον χαρακτήρα της τα χαρακτηριστικά της πόρνης και της καλόγριας. Σύμφωνα με τη συγγραφέα του βιβλίου «Ερωμένη του Βατικανού, η αληθινή ιστορία της Ολυμπίας Μαϊνταλκίνι», ήταν μία «μπαρόκ αστέρας του ροκ»: «Γυναίκες απ' όλη την καθολική επικράτεια έρχονταν στη Ρώμη και κάθονταν έξω από το παλάτι της για να ζητωκραυγάσουν στο πέρασμα της άμαξάς της».
«Δεν μπορούσαν να πιστέψουν πώς μία γυναίκα με τέτοια ταπεινή καταγωγή μπόρεσε να ανέλθει σε τέτοια αξιώματα, διοικώντας τις υποθέσεις του παπικού κράτους και της Καθολικής Εκκλησίας, ενός θεσμού όπου οι γυναίκες -τότε, αλλά και τώρα- αποκλείονται από κάθε βαθμίδα της εξουσίας του», προσθέτει η ίδια. Η Ντόνα Ολύμπια καθόριζε την εξωτερική πολιτική και διόριζε καρδιναλίους. Βασιλείς και εστεμμένες απ' όλη την Ευρώπη της έστελναν δώρα, χρυσό και διαμάντια, για να αποσπάσουν την εύνοιά της. Ο Πάπας Ιννοκέντιος δεν ελάμβανε καμία απόφαση, εάν πρώτα δεν συμβουλευόταν τη νύφη του: «οι κάτοικοι της Ρώμης άπλωναν επιγραφές πάνω από κάθε αναφορά με το όνομα του Πάπα, που έγραφαν Πάπας Ολυμπία 1η. Χαράσσονταν δε μετάλλια με τη μορφή της φέρουσα την παπική τιάρα και καθισμένη στον θρόνο του Αγίου Πέτρου», προσθέτει η Χέρμαν.
Εντούτοις, οι άνθρωποι στο παπικό περιβάλλον τη μισούσαν και τη φοβόντουσαν συνάμα. Ένας καρδινάλιος μάλιστα οίκτιρε «την τερατώδη δύναμη μίας γυναίκας μέσα στο Βατικανό». Ένας άλλος σύγχρονός της τόνιζε πως ποτέ άλλοτε ένας Πάπας είχε επιτρέψει «να άγεται και να φέρεται με τόσο απόλυτο τρόπο από μία γυναίκα», ενώ άλλος καρδινάλιος ονείδιζε το γεγονός ότι η διακυβέρνηση της Ρώμης «βρισκόταν στα χέρια μίας πόρνης». Μία πλειάδα από καλλιτέχνες της Ρώμης, ζωγράφοι, μουσικοί, θεατρικοί συγγραφείς, έχαιραν της προστασίας και της βοήθειάς της. Αυτή βρισκόταν πίσω από την παραγγελία για την κατασκευή της Πηγής των Τεσσάρων Ποταμών (Φοντάνα ντέι Κουάτρο Φιούμι), το εκθαμβωτικό συντριβάνι στην Πλατεία Ναβόνα, που σήμερα είναι ένα από τα πιο δημοφιλή τουριστικά αξιοθέατα στην Αιώνια Πόλη.
«Ήταν μία γυναίκα με υπερφυά πάθη, κοφτερή διάνοια και μεγάλο θέλγητρο, η οποία προστάτευε αδύναμες γυναίκες από την αδικία των ανδρών. Επίσης ήταν άπληστη, υπολογίστρια και συχνά πολύ ψυχρή», τονίζει η ίδια συγγραφέας. Λίγο μετά τον θάνατό της από βουβωνική πανώλη, το 1657, η Καθολική Εκκλησία έσπευσε να ξεριζώσει κάθε ίχνος αυτής της τολμηρής γυναίκας που κυβερνούσε τους πάντες.
Πολλά χρόνια νωρίτερα όμως, ο Βελάσκεθ πραγματοποιούσε το δεύτερο ταξίδι του στη Ρώμη και η διάσημη αυτή γυναίκα κάθισε ως μοντέλο του: «ο χρωστήρας του συνέλαβε τον χαρακτήρα της και σε αυτήν την προσωπογραφία μπορεί κάποιος να δει την αυστηρή και αταλάντευτη προσωπικότητά της», τονίζει ο ΜακΝτόναλντ. Οι ιδιοκτήτες του πίνακα αυτού --που συνοδευόταν από το πορτραίτο του «Καρδινάλιου Καμίλο Μασίνι», το οποίο ανήκει στο Κίνγκστον Λέισι, στο Ντόρσετ-- καταγράφονταν ανελλιπώς έως το 1724, οπότε και τα ίχνη του χάνονται, όπως προσθέτει ο ΜακΝτόναλντ.
Σήμερα έχει γίνει γνωστό, πως ο πίνακας κατέληξε στην Ολλανδία, όπου στη δεκαετία του '80 εκτέθηκε σε δημοπρασία υπό την περιγραφή «ανώνυμου, της Ολλανδικής σχολής». Αγοράσθηκε από ιδιώτη συλλέκτη, ο οποίος τον κληροδότησε στον σημερινό του ιδιοκτήτη.
«Όταν μας έφεραν στον Sotheby's τον πίνακα, δεν είχαν την παραμικρή ιδέα ότι επρόκειτο για έναν Βελάσκεθ. Όμως ένας συνάδελφος εντόπισε ένα μονόγραμμα και έναν αριθμό αρχείου στο πίσω μέρος του. Είδα λίγο αργότερα τον πίνακα και δεν είχα την παραμικρή αμφιβολία πως, μόλο που είχε υποφέρει από το πέρασμα του χρόνου, επρόκειτο για το πορτραίτο που ο Βελάσκεθ φιλοτέχνησε με θέμα την Ντόνα Ολυμπία».
Ο Οίκος έθεσε τον πίνακα στη διάθεση των ειδημόνων για τη ζωγραφική του Βελάσκεθ στη Βρετανία και σε όλον τον κόσμο. Όπως θυμάται ο ΜακΝτόναλντ «λίγο, λίγο, το ψηφιδωτό συμπληρωνόταν στη θέση του. Ήταν πολύ εντυπωσιακό. Όποιος έβλεπε τον πίνακα μαγευόταν από αυτόν, που για πολύ καιρό θεωρούνταν χαμένος και πιθανώς κατεστραμμένος για πάντα, αλλά τώρα αναδυόταν από τις στάχτες του».
Ο πίνακας θα δημοπρατηθεί στις 3 Ιουλίου στο Λονδίνο, μαζί με άλλα έργα μεγάλων ζωγράφων, όπως Γκαίνσμπορω, Κόνσταμπλ, Τέρνερ, Ρούμπενς, Μποτιτσέλι και Μπρέγκελ, συνολικής αξίας 66 εκατ. στερλινών.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
σχόλια