14. 01 Τρίτη
Μπαίνω στην κουζίνα του γραφείου και εκεί βλέπω τον συνάδελφο Κώστα να καταβροχθίζει ένα από τα χειρότερα και πιο αταίριαστα φαγητά που έχω δει (προσφάτως τουλάχιστον και εκτός στρατού) άνθρωπο να τρώει. Θα προσπαθήσω να το περιγράψω: ήταν ένα προτηγανισμένο σνίτσελ, κομμένο σε μικρά κομμάτια, δίπλα σε χοντρά βραστά μακαρόνια και πατάτες τηγανητές. Όλο το πιάτο ήταν περιχυμένο με μαγιονέζα. Τυρί τριμμένο δεν πρόσεξα, αλλά και να είχε, δεν θα το έβλεπα. Ο Κώστας έτρωγε ήρεμος και χαλαρός αυτό το τερατούργημα, παρά τα δικά μας βλέμματα. Και φαινόταν ότι απολάμβανε πραγματικά αυτό που εγώ δεν θα έτρωγα ούτε στον χειρότερό μου γαστρονομικό εφιάλτη. Σήμερα ο Κώστας τερμάτισε αυτό που ήδη θεωρούσα τερματισμένο. Πάνω σε ένα πιάτο μακαρόνια με κιμά και τριμμένο τυρί είχε περιχύσει αρκετή ποσότητα μαγιονέζας. Και πάλι απολάμβανε ατάραχος το δημιούργημά του. Την είχα δει εγώ τη δουλειά με κάτι μακαρονάδες-γίγας τίγκα στην κρέμα γάλακτος να καταβροχθίζονται τις προηγούμενες μέρες, αλλά ποτέ, μα ποτέ, δεν περίμενα να δω αυτό που είδα χθες και σήμερα. Εννοείται πως ο Κώστας δεν κατάλαβε λέξη από αυτά που του είπαμε, τις κριτικές και τα γελάκια τα αγνόησε και συνέχισε να τρώει αυτό που του αρέσει. Αυτά τα δύο τερατουργήματα-φαγητά με έβαλαν σε σκέψεις. Τι είναι το καλό φαγητό; Ποια θεωρούμε ιδανική γεύση που φέρνει ικανοποίηση; Και πρέπει να κρίνουμε κάποιον που τρώει τέρατα ή είναι προσωπική υπόθεση του καθενός τι του αρέσει να τρώει; Μια φίλη μου, τις προάλλες, περιφρόνησε τα τρίγωνα Πανοράματος. Όπως τα περιέγραφε, είχε δίκιο. Μια άλλη φίλη τής είπε πως είναι τρελή, πως είναι το πιο νόστιμο γλυκό μεζεδάκι. Τι να πει κανείς για τα γούστα του άλλου; Πίσω στην περίπτωσή μας τώρα. Η πρώτη κακόβουλη υπόθεση που έκανα ήταν πως ο καημένος ο Κωστάκης έχει μεγαλώσει σε ένα σπίτι χωρίς κουλτούρα στο φαγητό και γι' αυτό έμαθε να τρώει ό,τι να 'ναι. Τον ρώτησα. Η απάντηση είναι πως η μάνα του είναι εξαιρετική μαγείρισσα και πως και σε εκείνης τα φαγητά τα ίδια θα έκανε. Θα ένωνε πατάτες με μακαρόνια και θα πασάλειβε τα πάντα με μαγιονέζα. Άρα, αφού στο σπίτι του έμαθε να τρώει καλά, τι συνέβη και ο Κώστας δεν είναι εκλεκτικός σε αυτό που τρώει και δεν καταλαβαίνει τι ταιριάζει με τι, παρά μόνο θέλει να τρώει αηδίες, σύμφωνα με το δικό μας γούστο; Η απάντηση είναι απλή: ο Κώστας λατρεύει τη μαγιονέζα και όλες τις κρεμώδεις σάλτσες. Δεν τον πολυνοιάζει τι υπάρχει κάτω από τη σάλτσα. Τον νοιάζει μόνο να είναι σκεπασμένο από το υπέροχο λιπαρό, βελούδινο, άσπρο βάρος της μαγιονέζας. Και είναι και πολύ πεισματάρης, απ' ό,τι έχουμε καταλάβει. Απλά τα πράγματα. Γούστα είναι αυτά. Μπορεί να μάθει ο Κώστας; Μπορεί, δηλαδή, κάποιος να τον πάρει τώρα που μεγάλωσε και είναι και ιδιοκτήτης γάτας (πρόσφατα στειρωμένης) και να τον μάθει ποιοι είναι οι ιδανικοί συνδυασμοί φαγητών; Πώς ανοίγουν οι ουρανοί όταν το φρέσκο πιπέρι αγγίζει κάποια φαγητά, πώς ο βασιλικός και η ντομάτα είναι ίδιο με το να χώνεις τις πατούσες σου σε ζεστή άμμο κατακαλόκαιρα, πώς το αρνάκι με το δεντρολίβανο είναι τόσο καλό όσο και η μους λεμόνι μετά από μια γερή ψαροφαγία; Φυσικά και μπορεί! Φτάνει να θέλει. Και αν δεν θέλει, έχει δικαίωμα να τρώει ό,τι να 'ναι, θαμμένο κάτω μαγιονέζα και άλλες λευκές σάλτσες. Το φαγητό δεν είναι τίποτα, αν δεν είναι ικανοποίηση. Και όρια δεν υπάρχουν, ούτε κανόνες. Άντε, το πολύ να του μάθεις την τεράστια διαφορά που έχει η εμπορική μαγιονέζα του σούπερ μάρκετ από την πραγματική, σπιτική μαγιονέζα. Άσε που κι εκεί εγκυμονεί κινδύνους το πρότζεκτ σου. Φάτε ελεύθερα ό,τι σας αρέσει, λοιπόν, φίλοι μου. Πειραματιστείτε με τις γεύσεις, με τα υλικά, κάντε ό,τι σας κατέβει με μόνο γνώμονα αυτό που σας λέει ο ουρανίσκος σας. Η δική σας γαστρονομική αφήγηση είναι το μόνο που έχει σημασία. Σας φιλώ!
σχόλια