Ο Ροντρίγκο Λάουρο ΣάντοςΚρουζ Κόστα και κάτι άλλα επίθετα πουμου διαφεύγουν αυτήν τη στιγμή,εξαφανίστηκε την πρώτη του Αυγούστου.Έτσι, απλά. Είπε ότι φρίκαρε στην Ελλάδακαι πάει επειγόντως διακοπές στην Ιταλίανα πάρει τον αέρα του. Όταν ένας άντραςλέει ότι θέλει να «πάρει τον αέρατου», συνήθως συμβαίνει ένα από τατρία: α) έχει άλλη, β) φρίκαρε με τηδέσμευση και την οικειότητα και θέλειτο χώρο του, γ) πήρε αέρα ο κώλος του.
Έτσι, μια μέρα του Αυγούστου,ακολούθησα στωικά τη μοίρα των γυναικώντης οικογένειάς μου, γραμμένη εδώ καιαιώνες στο DNAμου. Όλες οι γυναίκες της οικογένειάςμου είχαν πάντα δύο κοινά χαρακτηριστικά:ήταν νευρασθενικές και μισούσανθανατηφόρα τους άντρες τους. Ποτέ όμωςδεν τους χώριζαν - κι αυτή ακριβώς ήτανκαι η τιμωρία τους.
Οι γυναίκες της οικογένειάςμου έχουν πολλά μποφόρ. Το πόδι, πάντασταυροπόδι, να τρέμει από τα νεύρα.Καπνίζουν το ένα τσιγάρο μετά απ' τοάλλο -με δυο ρουφηξιές το φτάνουν στημέση-, σκαρφίζονται ένα σωρό δουλειέςπου πρέπει να γίνουν και δεν τους φτάνειη μέρα, μόνο και μόνο για να αποδείξουνότι οι άντρες τους είναι άχρηστοικηφήνες. Μερικές έχουν πραγματικά λόγονα μισούν τους άντρες τους, άλλες δενέχουν κανέναν απολύτως - τους μισούνεπειδή υπάρχουν. Όπως η μαμά μου. Μισείτον πατέρα μου επειδή εκείνος ζει μεηρεμία και γαλήνη. Για την ακρίβεια, οπατέρας μου είναι ο Δαλάι Λάμα. Αποφεύγειτο θυμό, το μίσος, τη ζήλια, το άγχος, γιανα μην κάνει κακό στον εαυτό του - όχιστους άλλους. Γι' αυτό τον μισεί η μητέραμου, αλμοδοβαρική γυναίκα, γεμάτηεκρήξεις και πάθη. Πολλές φορές την έχωακούσει το πρωί, όπου σηκώνεται χωρίςνα έχει κοιμηθεί καθόλου -έχει αϋπνίεςκαι στριφογυρίζει όλη νύχτα στο κρεβάτι-,να μου λέει ότι έβλεπε τον πατέρα μουνα κοιμάται δίπλα της κι ήθελε να τονπνίξει με το μαξιλάρι γι' αυτήν του τηναναισθησία. Άλλες φορές, εκεί που εκείνοςφτιάχνει μια ώρα το μαλλί του κι αυτήτον περιμένει να φύγουν, παίρνει έναμαχαίρι από τον πάγκο της κουζίνας καισημαδεύει στο κέντρο της πλάτης του.Τον τελευταίο καιρό, όμως, μου δηλώνειδιαρκώς: «με γυμνά χέρια θα τονσκοτώσω. Θα του δώσω μία "μπαμ" στοκεφάλι, και θα μείνει σέκος».
Από τότε που θυμάμαι τονεαυτό μου, μας ρωτούσε η μαμά μου, εμένακαι τον μικρό μου αδελφό, αν θα μαςπείραζε να χωρίσει τον μπαμπά μου. «Στ'αρχίδια μας», μουρμουρίζαμε εμείςκι επιστρέφαμε στα κόμιξ μας. Αλλά δεντον άφησε ποτέ, γιατί κατά βάθος δενμπορεί να ζήσει χωρίς κάποιον που νατου τα χώνει. (Ωστόσο, μας χτυπάει πάνταότι «θυσιάστηκα για εσάς, για ταπαιδιά μου», κι εγώ κι ο αδελφός μουκοιταζόμαστε με απελπισία.)
Εγώ όμως θα έκανα τηνυπέρβαση. Δεν θα κρατούσα τον Ροντρίγκογια να τον βασανίζω σε όλη την υπόλοιπήτου ζωή. Θα έδειχνα οίκτο. Θα τον σκότωνακατευθείαν. Δεν ξέρω αν θα ήταν με μαχαίριή με γυμνά χέρια, αλλά σίγουρα ο καλύτεροςτρόπος για να σκοτώσεις έναν άντρα είναιαυτό που οι Ιάπωνες ονομάζουν «νοκουσάσου»·σκοτώνω με σιωπηλή περιφρόνηση. Δενέχεις να ρωτήσεις τίποτα, να εξηγήσειςπόσο αγχώθηκες και να περιμένεις τιςδικές του εξηγήσεις - έτσι κι αλλιώςψέματα θα σου πει. Απλά, όταν εμφανιστείξανά στο σπίτι, τον σκοτώνεις σιωπηλάκι ωραία και συνεχίζεις τη ζωή σου.
Αυτά σκεφτόμουν όταν ήμουνμόνη μου διακοπές στην Κέρκυρα για ναδω την οικογένειά μου, και κατέστρωνατο σχέδιο δολοφονίας του πρώτου μουάντρα. Αλλά επειδή, όταν νομίζεις ότιέχεις πιάσει πάτο, υπάρχει πάντα παρακάτω,ακολούθησαν σημαντικότερα γεγονότα κιέβαλα, προς το παρόν, στην άκρη τουςχάρτες με τις περιοχές που θα μπορούσανα τον σκοτώσω κι ύστερα να τον θάψω...
Καταρχήν, κάηκε η μισή χώραμου. Έπιασε και μια μικρή φωτιά στηνΚέρκυρα και η νόνα, που παρευρίσκεταισε κάθε γιορτή στα οικογενειακά τραπέζια,πίστεψε ότι ήρθε η σειρά μας. Πήρε τημάσκα και το σωλήνα ενός δισέγγονού τηςκαι μπήκε στη θάλασσα ακριβώς μπροστάαπό το σπίτι, για να μπορεί να το επιτηρεί.«Έζησα δίπλα σε έναν άντρα που μεαπατούσε και δεν άφησα το σπίτι μου,έζησα Γερμανούς κατακτητές και πάλιδεν το άφησα, έζησα εμφύλιο και δικτατορίες,τώρα θα το εγκαταλείψω για μια φωτιά;»είπε. Κι ανέλαβα να πηγαίνω κάθε μέραστην παραλία για να την πείσω να βγειέξω από το νερό αφού η φωτιά έσβησε, αλλάαυτή ήταν σίγουρη, θα έρθει η επόμενη...
(συνεχίζεται)
σχόλια