Διαφωνεί, βεβαίως, αλλά «μένει». Γιατί; Γιατί είναι το σπίτι του, οι φίλοι του, η θέση του, οι δεσμεύσεις του, οι μνήμες του. Γιατί πού να πάει κανείς σε καιρούς άνυδρους και γιατί, βεβαίως, οι άλλοι, οι αντίπαλοι, είναι χειρότεροι.
Βλέπω τώρα τις παραιτήσεις από την κυβέρνηση Μέι από αυτούς που δεν θέλουν ένα ήπιο brexit και διαφωνούν με τις επιλογές της Βρετανίδας πρωθυπουργού. Άνθρωποι που μας φαίνονταν φαιδροί και ανερμάτιστοι και όμως δείχνουν πως έχουν κάποιες αρχές, πως όταν αισθανθούν μεγάλη τη σύγκρουση ανάμεσα σε αυτά που πιστεύουν και στο κυβερνητικό και πολιτικό σχήμα που υπηρετούν, παίρνουν θέση.
Δεν πάνε να κρυφτούν πίσω από την Ιστορία, πίσω από τα ευγενή μέταλλα του κόμματος και της παράταξής τους. Ούτε παίζουν με τις λέξεις σε σοφιστείες που δεν αντέχουν στον λογικό έλεγχο.
Νομίζω ότι θα έχουμε κάνει μεγάλο βήμα όταν όλες οι πολιτικές οικογένειες αποδεχτούν μεγαλύτερο βαθμό ατομικής συνείδησης. Όταν ένας συντηρητικός θα μπορεί να δηλώσει πως δεν πιστεύει στο «η Μακεδονία είναι μόνο ελληνική», όταν ένας συριζαίος θα πει ότι το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης ήταν μεγάλη ανοησία (όχι μια ανώδυνη «αυταπάτη»), όταν κάποιος που δηλώνει αριστερός δεν θα μπορεί να χειροκροτεί, γελώντας, τον Πάνο Καμμένο, τότε θα μπορούμε να μιλάμε για πρόοδο.
Να κάτι που ίσως έχει σχέση με την έννοια της ατομικής συνείδησης έτσι όπως αναδείχτηκε στη δυτική νεωτερικότητα και στα συμβόλαιά της: κάποιος/-α αναλαμβάνει την ευθύνη της συμφωνίας και της διαφωνίας, του «ναι» ή του «όχι», της μιας ή άλλης πολιτικής στάσης. Ακόμα και αν είναι παντού γλυκιά η θεσιθηρία, ο πόθος για αναγνώριση και ο οπορτουνισμός της εξουσίας, υπάρχει και ένα όριο.
Κάποιος ντρέπεται, δεν αντέχει να καταπίνει πράγματα και να καλύπτει καταστάσεις. Κάπως έτσι η ατομική συνείδηση μπορεί να εξισορροπεί τη φυσική τάση που έχουν όλα τα συστήματα να ευνοούν την ομοιομορφία, την πειθήνια αποδοχή και τον κομματικό πατριωτισμό.
Όταν μια διαφωνία δεν αγγίζει μικρές αποχρώσεις ή δευτερεύουσες πλευρές μιας πολιτικής (προφανώς, τότε δεν υπάρχει θέμα) αλλά βασικές επιλογές, τότε δεν μπορεί να μένει ανεκδήλωτη. Και ούτε αρκεί να παραμένει σαν ψίθυρος διαμαρτυρίας ή ατομικό παράπονο.
Στην πολιτική, όπως σε όλα τα δημόσια πράγματα, δεν έχει σημασία μια ατομική συνείδηση για τον εαυτό της, η κρυφή ή σιωπηρή άποψη. Μάλλον έχει τη σημασία της, αλλά δεν είναι αυτή το κρίσιμο μέγεθος. Το κρίσιμο μέγεθος είναι η δημόσια έκφραση γνώμης και ο δημόσιος συλλογισμός. Χωρίς ορατότητα, η πολιτική είναι απλώς παραπολιτικό σχόλιο, συνωμοσία παρασκηνίου ή υπεκφυγή στη στοργή της θεωρίας.
Φυσικά, αμέτρητες φορές στην Ιστορία η ατομική συνείδηση σκιάστηκε από μια κακώς εννοούμενη πίστη στο εκάστοτε «συλλογικό υποκείμενο». Τι να πρωτοθυμηθούμε; Τις σιωπές των κομμουνιστών για τα σημεία και τέρατα στο στρατόπεδο της «προόδου και της Επανάστασης», τις προφάσεις ή τις θλιβερές δικαιολογίες αστών πολιτικών για τα Μακρονήσια και τα άλλα ανομήματα, τις τεράστιες δόσεις αναισθητικού που αποδέχτηκαν πολλοί για να μη βρεθούν εκτός ή απλώς για να μη χάσουν την εύνοια της «στιγμής»!
Ως έναν βαθμό είναι ανθρώπινο. Ο Νίτσε έλεγε ότι χωρίς μια δόση λήθης και ασυνειδησίας η ίδια η ζωή θα ήταν αδύνατη. Όλες οι μορφές πρακτικής συνεργασίας των ανθρώπων στηρίζονται στη σχετική συμφωνία, όχι στην απόλυτη ταύτιση. Και, φυσικά, όταν μιλάμε για ατομική συνείδηση, να μην την μπερδεύουμε με κάποιον προσωπικό ηρωισμό ή με έναν εστέτ ιδεαλισμό που δεν καταλαβαίνει ότι η οργανωμένη ζωή επιβάλλει την απώλεια ενός μέρους του εαυτού μας.
Δεν υπάρχει μορφή κοινωνικής και πολιτικής δράσης που να ανταποκρίνεται πλήρως στις «υψηλές απαιτήσεις» μιας συνείδησης. Μπαίνοντας στον χορό της πραγματικής ζωής και δράσης, κάποιος επωμίζεται και τη χασούρα, έναν βαθμό αλλοτρίωσης και μειωμένης αυτονομίας.
Δεν έχουμε, όμως, κάτι τέτοιο σε αυτήν εδώ τη χώρα. Εδώ βλέπουμε κάποιος να λέει «όχι» και να ισχυρίζεται με τον πιο αδιάντροπο τρόπο ότι είπε «ναι». Βλέπουμε κρατιστές να εμφανίζονται ως φιλελεύθεροι, λενινιστές να δηλώνουν υπέρμαχοι της αυτονομίας των θεσμών, νέους ποιητές, βραβευμένους και μεταφρασμένους στην Ευρώπη, να αποκαλούν αυτή την ίδια Ευρώπη «γενοκτονική» και άθλια. Βλέπουμε απόλυτη απροθυμία να αναλάβει κανείς την ευθύνη της θέσης του ή της αλλαγής, της ανατροπής της. Άνθρωποι που αναθεωρούν δεν θέλουν να το παραδεχτούν και φτάνουν να ισχυρίζονται πως δεν έλεγαν ποτέ κάτι διαφορετικό.
Νομίζω ότι θα έχουμε κάνει μεγάλο βήμα όταν όλες οι πολιτικές οικογένειες αποδεχτούν μεγαλύτερο βαθμό ατομικής συνείδησης. Όταν ένας συντηρητικός θα μπορεί να δηλώσει πως δεν πιστεύει στο «η Μακεδονία είναι μόνο ελληνική», όταν ένας συριζαίος θα πει ότι το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης ήταν μεγάλη ανοησία (όχι μια ανώδυνη «αυταπάτη»), όταν κάποιος που δηλώνει αριστερός δεν θα μπορεί να χειροκροτεί, γελώντας, τον Πάνο Καμμένο, τότε θα μπορούμε να μιλάμε για πρόοδο.
Κυρίως θα έχει γίνει ποιοτικό άλμα στη χώρα όταν η ατομική συνείδηση δεν θα θεωρείται εκκεντρικότητα και ξεροκεφαλιά, ούτε πολυτέλεια και αγείωτος φιλελευθερισμός. Όταν, δηλαδή, μια παραίτηση δεν θα είναι κάτι εξωφρενικά έκτακτο αλλά μια πιθανή επιλογή.
σχόλια