Ο αντισυνταγματάρχης Αρνό Μπελτράμ, που έβαλε τον εαυτό του στη θέση των ομήρων ενός τζιχαντιστή, έγινε ο ήρωας των ημερών. Η αναγνώριση της πράξης και της μαρτυρίας του ήταν καθολική.
Πικρή και εξοργιστική εξαίρεση κάποιοι για τους οποίους ένας χωροφύλακας θα είναι πάντοτε η «κρατική καταστολή» προσωποποιημένη. Ας τους αφήσουμε στην ερημιά τους.
Πώς, όμως, μιλάμε για ήρωες σε κοινωνίες που υποδέχτηκαν, από τη γέννησή τους, τα αντιηρωικά ήθη; Μην ξεχνάμε πως ήδη από τον 19ο αιώνα η προσοχή επικεντρώθηκε στις ανώνυμες κοινωνικές δυνάμεις.
Ηρωικό γινόταν πια το πνεύμα της επιστημονικής καινοτομίας, των συλλογικών αγώνων, της ανάπτυξης των «παραγωγικών δυνάμεων».
Φιλελεύθεροι και μαρξιστές μπορεί να διαφωνούσαν σε πολλά, είχαν όμως κάτι κοινό: έβλεπαν πλέον την Ιστορία ως έργο πιο πεζών δυνάμεων, ως μια εξέλιξη που χρειάζεται τη συνεργασία των ατόμων ή την πάλη των τάξεων για να γεννήσει μια νέα εποχή.
Και αυτή η νέα εποχή πολλοί πίστευαν πως δεν θα χρειαζόταν τόσο τον ατομικό ηρωισμό της αυτοθυσίας όσο τα «ειρηνικά έργα».
Εμείς οι σύγχρονοι, όσο και αν έχουμε την τάση να αμφισβητούμε την αξία των μεγάλων πράξεων (θέλοντας να τις απομυθοποιούμε), εντυπωσιαζόμαστε από τις υπερβάσεις και ιδίως την αυθυπέρβαση.
Οι ήρωες του μοντέρνου ήταν οι μηχανικοί, οι εφευρέτες ισχυρών φαρμάκων, οι αθλητές, οι άνθρωποι των ρεκόρ. Στους πολέμους, φυσικά, τα μετάλλια ανδρείας και τα παράσημα θα εξακολουθούσαν να στολίζουν τις χλαίνες των στρατιωτικών.
Γι' αυτό και ο πολεμικός ηρωισμός δεν εκτοπίστηκε ποτέ από τη συλλογική μνήμη, ιδίως σε εκείνες τις κοινωνίες που υπέστησαν θυσίες και είχαν χιλιάδες ή εκατομμύρια νεκρούς στους δυο παγκόσμιους πολέμους.
Άλλες κοινωνίες, ωστόσο, με αδιατάρακτη ειρήνη, υιοθέτησαν πιο εύκολα την κατεξοχήν «αστική» φαντασίωση: το πέρασμα σε μια εποχή μετα-ηρωικής συνεργασίας όπου η επιδίωξη της ατομικής ευτυχίας πάει μαζί με την απώθηση του βίαιου θανάτου.
Μια προσφιλής ιδέα ήταν η εξής: αν ο ήρωας ήταν κατά κανόνα κάποιος που παρεμβαίνει σωστικά με την εξαιρετική ποιότητα της δράσης του και την ικανότητά του για αυτοθυσία, το καλύτερο θα ήταν να αποκτήσουμε μια συλλογική οργάνωση που θα μπορούσε να το επιτύχει αυτό δίχως «μάταιες θυσίες».
Πολλοί από τους συγχρόνους που ανατράφηκαν με τη νοοτροπία του ανθηρού κοινωνικού κράτους και της ασφάλειας που πρόσφερε, για παράδειγμα, η απουσία τρομοκρατίας, πίστεψαν πως, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ο ηρωισμός αφορά πλέον κοινωνίες καθυστερημένες.
Σε βάναυσες, ιεραρχικά δομημένες δομές, ο ήρωας μπορεί να είναι αυτός που λειτουργεί ως ιππότης, ως άνθρωπος που φέρει όπλα και πραγματοποιεί θαυματουργές εμφανίσεις.
Όσο περισσότερο περνάμε σε πολιτισμούς της αυτοσυντήρησης και της «ήπιας ευζωίας», το ηρωικό στοιχείο θα συνεχίζει ως απλή ρομαντική επιβίωση.
Θα μετατοπιστεί έτσι από τα αιματηρά πεδία της μάχης στα εικονικά πεδία των κόμικς, του σινεμά, της μαζικής κουλτούρας. Ο ήρωας θα επανέλθει ως superman και «υπεράνθρωπος των μαζών», όπως τον ονόμασε ο Ουμπέρτο Έκο.
Σε μεγάλο βαθμό έχουμε μάθει, επίσης, να αντιπαθούμε την κούφια ηρωολατρεία και το επικολυρικό κιτς με το οποίο ενίοτε συνδέθηκε.
Ήταν τα πολλά θαυμαστικά, τα μεγάλα λόγια των επετείων, οι πολεμοχαρείς ύμνοι άκαπνων υπουργών, η μετατροπή μεγάλων εγκληματιών σε κρατικούς ήρωες, όλα αυτά δικαίως έγιναν και γίνονται αντικείμενο περιφρόνησης και ειρωνείας.
Παρ' όλα τα παραπάνω, όμως, η συγκινητική ηθική λάμψη του ηρωικού παραδείγματος παραμένει αλώβητη. Εμείς οι σύγχρονοι, όσο και αν έχουμε την τάση να αμφισβητούμε την αξία των μεγάλων πράξεων (θέλοντας να τις απομυθοποιούμε), εντυπωσιαζόμαστε από τις υπερβάσεις και ιδίως την αυθυπέρβαση.
Τιμούμε εκείνη τη στάση που πάει κόντρα στην ιδιωτική εξασφάλιση και στον βασικό μηχανισμό της αυτοσυντήρησης. Και νιώθουμε ρίγος με εκείνο το πρόσωπο που επωμίζεται τον ηρωισμό του ρόλου του, την ηθική επιταγή του καθήκοντος.
Τον περασμένο Φεβρουάριο, στο φρικτό φονικό του λυκείου στο Πάρκλαντ στη Φλόριντα, ο φύλακας και βοηθός προπονητή Άαρον Φάις έβαλε μπροστά το σώμα του.
Θυσιάστηκε για να μη βρουν οι σφαίρες τους μαθητές. Ήταν μια άλλη εκδοχή της πράξης του αντισυνταγματάρχη της χωροφυλακής Μπελτράμ.
Επειδή, λοιπόν, η ζωή ποτέ δεν θα γίνει ένα ειδύλλιο για απλούς καταναλωτές αλλά θα συναντά πάντα την πρόκληση του κακού, τα μεγάλα ρήγματα και τους μη προβλέψιμους κινδύνους, ο ήρωας δεν μπορεί να φύγει από τη σκηνή.
Μα, δεν μπορεί να εκλείψει και για έναν ακόμα λόγο: αν και λέμε πως στηριζόμαστε περισσότερο σε συλλογικά επιτεύγματα και θεσμούς, ξέρουμε καλά ότι αυτός που παίρνει το ρίσκο είναι συνήθως ένα άτομο.
Η ατομική καλοσύνη, η αίσθηση του καθήκοντος, η προσωπική δέσμευση, όλα αυτά συνυπογράφουν τις ηρωικές πράξεις. Έτσι, είναι μάταιο να αναζητάμε το κίνητρο, την πηγή ή την αιτία των ηρωισμών.
Με μια έννοια, η παλιά και πολυχρησιμοποιημένη σύνδεση του ηρωισμού με την τρέλα έχει βάση: όχι η τρέλα ως απουσία λογικής αλλά εκείνη η αποκοτιά που γυρεύει να υπηρετήσει το κοινό καλό. Ναι, μας ξενίζει το κοινό καλό και μας φαίνεται αξιοθαύμαστο και συγχρόνως παράξενο την εποχή της προφύλαξης, της οικονομίας δυνάμεων και της αποσυρμένης μελαγχολίας.
Την εποχή που κάποιοι ανόητοι γραφιάδες βαφτίζουν ηρωισμό τις θανατηφόρες τζιχάντ αντί για τις πράξεις υπέρ ζωής
Εδώ είναι που κάποιες ανθρώπινες φιγούρες, άτομα που δεν παρουσιάζουν τίποτα το εμφανώς ξεχωριστό, μπορούν να σώζουν την ιδέα του μεγαλείου, αυτή την ιδέα που διακωμωδούν οι μηδενισμοί μας.
Γιατί αν θέλαμε σώνει και καλά έναν πρόχειρο ορισμό του ήρωα, θα ήταν ίσως τούτος: αυτός/αυτή που σώζει το μέτρο του μεγαλείου υπηρετώντας τους άλλους. Χωρίς υπολογισμούς κόστους και οφέλους, σαν τον Αρνό Μπελτράμ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO