Τα άρθρα του πολυσέλιδου αφιερώματος της LiFO με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας συζητήθηκαν και σχολιάστηκαν πολύ.
☛ «Η νομοθεσία για την ισότητα είναι μόνο η αρχή» έγραφε η Βίβιαν Στεργίου και η επισήμανση του/της Reactionary έχει ενδιαφέρον: «Από τη μια δεχόμαστε ότι το φύλο κατασκευάζεται κοινωνικά, από την άλλη όμως αδυνατούμε να γνωρίσουμε οτιδήποτε πέρα από αυτό. Αφενός το φύλο δεν υπάρχει, αφετέρου δεν μπορούμε παρά να επικαλεστούμε τις βιολογικές ταυτότητες όταν πρόκειται να μιλήσουμε για σχέσεις εξουσίας, καταπιεστές και καταπιεσμένους, θύτες και θύματα. Ο νόμος από τη μια πρέπει να αναγνωρίζει την πλαστότητα του φύλου και από την άλλη να το προστατεύει ως κάτι πραγματικό. Από τη μια πρέπει να δρα ενάντια στις διακρίσεις του φύλου και από την άλλη πρέπει να εφαρμόζει πολιτικές "θετικής" διάκρισης ή affirmative action με κριτήριο το κοινωνικά κατασκευασμένο φύλο. Τα δύο φύλα είναι ίσα σε όλα, αυτό το δεχόμαστε σε πείσμα κάθε εμφανούς μεταξύ τους διαφοράς και με την ευλάβεια που αρμόζει σε θρησκευτικό δόγμα, αλλά την ίδια στιγμή χρειάζεται να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια, με κάθε διαθέσιμο μέσο, προκειμένου να εξασφαλίσουμε και να συντηρήσουμε αυτή την αδιαμφισβήτητη ισότητά τους. Αυτή είναι η μαγεία της διαλεκτικής της προόδου. Το φύλο είναι την ίδια στιγμή τα πάντα και τίποτα. Η αναγνώρισή του είναι τόσο απαγορευμένη όσο και αναγκαία. Και όταν οι αντιφάσεις και τα κυκλικά παράδοξα μιας στρεβλής αντίληψης δεν βρίσκουν σύμφωνη την πραγματικότητα, αυτό μπορεί να σημαίνει μόνο ένα πράγμα: δεν έχουμε προσπαθήσει αρκετά. Χρειάζεται περισσότερη συζήτηση γύρω από το φύλο. Ο αγώνας για έναν post-gender κόσμο θα έχει κερδηθεί μόνο όταν τα πάντα ανεξαιρέτως γίνουν φύλο και μόνο φύλο».
☛ Η Λωρέττα Τσίρου σχολιάζει χαρακτηριστικά, κάτω από το άρθρο του Θοδωρή Αντωνόπουλου με τίτλο «Οι Ελληνίδες φεμινίστριες διεκδικούν ισότητα»: «Είμαι πενήντα ετών. Δεν θα σχολιάσω το πώς αντιμετωπίζεται μια γυναίκα μετά τα πενήντα, τα ξέρετε όλες και όλοι. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η εύρεση εργασίας. Κάνεις δεν με παίρνει για δουλειά. Ούτε καν ως καθαρίστρια, ούτε ως λαντζέρισσα. Και ο μεγαλύτερος ρατσισμός που αντιμετωπίζω, λυπάμαι που θα το γράψω, είναι από γυναίκες. Τις περισσότερες απορρίψεις τις έχω δεχτεί από γυναίκες. Ακόμα και σε sites όπου εκποιώ υπάρχοντά μου για να μπορέσω να επιβιώσω δέχομαι χλευαστικά σχόλια, περισσότερα από γυναίκες. Όταν ρώτησα κάποια "κυρία" γιατί στον φούρνο θέλει πωλήτρια μέχρι τριάντα ετών, μου απάντησε "τι να σε κάνω, μωρή, εσένα, πενήντα χρονών, ο κόσμος θέλει να βλέπει κοριτσάκια". Δεν ξέρω, τελικά, αν το πρόβλημα είναι το αντίθετο φύλο ή εμείς οι ίδιες που δεν σεβόμαστε το δικό μας!».
☛ «Η εκδικητική ιντερνετική πορνογραφία είναι μια μορφή σεξουαλικής κακοποίησης» εξηγούσε στο άρθρο του ο M. Hulot. Ο/Η Kαραβάν' σημειώνει: «Σίγουρα η πρόληψη, η καταστολή και η παραδειγματική τιμωρία ανάλογων περιστατικών δρουν συνδυαστικά και αποτελεσματικά. Όμως είναι πολύ δύσκολες για όλους τους προφανείς λόγους που εκτίθενται στο άρθρο. Αντίθετα, μια αντιμετώπιση που είναι σχετικώς εύκολη, αλλά απαιτεί κοινωνική αλλαγή, είναι να αποδυναμωθεί ακριβώς ο μηχανισμός της εκδικητικής πορνογραφίας, δηλαδή το στοιχείο της ντροπής, ιδιαίτερα για τις γυναίκες στο πλαίσιο της φαλλοκρατίας. Η ντροπή είναι εξωγενής, από την κοινότητα προς το άτομο, αντίθετα από την ενοχή, που δρα εσωτερικά, από το άτομο προς τον εαυτό του. Σε κοινωνίες ντροπής γίνεται χαρακίρι, άλλωστε. Αφαιρώντας, δηλαδή, το στοιχείο της ντροπής (το με πόσους συνουσιάστηκες), καθιστάς ανίσχυρη την εκδίκηση ως εκδίκηση. Δεν μπορείς να ντροπιάσεις κάποιον χωρίς την έγκρισή του, ουσιαστικά. Παραμένει, βέβαια, το επίμαχο υλικό ως μέσο αυνανισμού για τους υπόλοιπους κακοήθεις (αφού δεν λαμβάνεται υπόψη η συναίνεση για το ανέβασμα στο δίκτυο, αντίθετα από το επαγγελματικό υλικό πορνό), αποτελώντας κατάφωρη παραβίαση ιδιωτικότητας. Σε αυτό δεν έχω λύση, δυστυχώς... Το στίγμα της ντροπής, όμως, είναι στο χέρι μας να καταπέσει. Κάποια φωτογραφήθηκε γυμνή ή βιντεοσκοπήθηκε σε περιπτύξεις. Ε, και;»
☛ «Θα επιτρεπόταν να κυκλοφορήσει η «Λολίτα» του Ναμπόκοφ στην εποχή μας;» αναρωτιόταν ο Δημήτρης Πολιτάκης σε σχετικό άρθρο του. Ο annibas απαντά: «Αυτό που με αηδιάζει αυτή την εποχή είναι το πολιτικά ορθό και η τεράστια υποκρισία. Το Τo kill a mockingbird το έβγαλαν από τα σχολεία γιατί αναφέρει τη λέξη "νέγρος". Το ρατσιστικό στην Αλαμπάμα του κραχ ήταν "αράπης" και το ευγενικό "νέγρος". Οπότε, πέρα από τη Λολίτα, θα πρέπει να απαγορεύσουν και το The Kid του 1921, γιατί ο Τσάπλιν στην ταινία φιλάει ένα παιδί στο στόμα και γιατί στην πραγματικότητα παντρεύτηκε μια δεκαπεντάχρονη. Και χαίρομαι που ξαναδιάβασα τη Λολίτα το καλοκαίρι».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO