Κάθε συγκυρία έχει τους δικούς της δαίμονες. Δεν μιλώ μόνο για τους δαίμονες της χώρας μας και την ατέλειωτη περιπέτεια των τελευταίων χρόνων ανάμεσα σε ψεύδη, απογοητεύσεις και εναλλασσόμενους θυμούς. Αναφέρομαι στο εκκρεμές που μας πάει συχνά από την απολιτική νηνεμία στις εκρήξεις φανατισμού και έπειτα στο βάλτωμα που τα έχει και τα δύο.
Αφορμή παίρνω εδώ από ένα βιβλίο που είχε πέσει στα χέρια μου πριν κάποιο καιρό. Ο συγγραφέας του είναι ένας Ιταλός ριζοσπάστης θεωρητικός, ο Αλμπέρτο Τοσκάνο, και το θέμα του ο φανατισμός και οι χρήσεις του¹. Ο Τοσκάνο ισχυρίζεται προκλητικά ότι η αποκήρυξη του φανατισμού από τον κυρίαρχο λόγο και τους διανοούμενους συνδέεται με τις αντεπαναστατικές και αντιδημοκρατικές παραδόσεις της νεότερης Ιστορίας. Γιατί; Διότι ο φανατισμός –λέει πάντα ο Τοσκάνο– έχει κάποιους δεσμούς με το συναίσθημα του ενθουσιασμού και τα συλλογικά πάθη. Όσοι, με άλλα λόγια, κατακρίνουν τον φανατισμό από τη σκοπιά μιας μετριοπαθούς λογικής συμβιβασμών επιδιώκουν πιθανότατα να πλήξουν τη ψυχή της πολιτικής. Είναι κακόπιστοι για τη δυνατότητα των απλών ανθρώπων να κινητοποιηθούν και να ενθουσιαστούν από κάποιες «μεγάλες αρχές και αξίες».
Ο Ιταλός θεωρητικός βγάζει στη σκηνή δύο αρχετυπικές μορφές της νεότερης Δύσης, τα δύο ιερά τέρατα των γαλλικών γραμμάτων, τον Βολταίρο και τον Ρουσσώ. Ο πρώτος έγραψε πολύ εναντίον του φανατισμού και υπερασπίστηκε τη δημόσια γαλήνη από τους θερμοκέφαλους της θρησκείας και της πολιτικής. Έδωσε περίφημες μάχες εναντίον του φανατισμού, που τον έβλεπε ως όχημα της δεισιδαιμονίας και των ανόητων προκαταλήψεων και όχι φυσικά ως «βοηθό» της απελευθέρωσης των ανθρώπων.
Μιλώ για την Αγανάκτηση που εμφανίστηκε στην κρίση με όλα τα ψυχοπολιτικά της εξαρτήματα: το «όλα είναι πολιτική», το «εμείς ή αυτοί», την επιθετική αποκήρυξη των χρόνων της πλαστής ευημερίας, τις απειλές για έκτακτα δικαστήρια.
Ο Ρουσσώ, από την άλλη, κατάλαβε πως η περιφρόνηση για τον φανατισμό μπορεί και να κρύβει ιδιοτελή συμφέροντα μιας ελίτ που φοβάται τον λαό. Το κατηγορητήριο κατά του φανατισμού είναι συχνά μια πλάγια υπεράσπιση του απολιτικού ατόμου και της βολής του. Σαν να προστατεύει όλους εκείνους που ζητούν να βγάλουν την ουρά τους από την Ιστορία και τα σκληρά διλήμματά της.
Κάπως έτσι διανθίζει την ανορθόδοξη άποψή του ο Ιταλός θεωρητικός. Είναι, όμως, έτσι; Μήπως η αποκατάσταση του φανατισμού εξυπηρετεί γνωστές ριζοσπαστικές απλουστεύσεις των τελευταίων χρόνων;
Εδώ νομίζω πως θα μπορούσε να μπει στο κάδρο η δική μας, ελληνική εμπειρία. Μιλώ για την Αγανάκτηση που εμφανίστηκε στην κρίση με όλα τα ψυχοπολιτικά της εξαρτήματα: το «όλα είναι πολιτική», το «εμείς ή αυτοί», την επιθετική αποκήρυξη των χρόνων της πλαστής ευημερίας, τις απειλές για έκτακτα δικαστήρια.
Ήταν αυτά διόρθωση του λάθους των προηγούμενων δεκαετιών; Ήταν μια αναγκαία εξέγερση απέναντι σε κυνισμούς των ελίτ ή σε μορφές χυδαίου ατομικισμού; Ήταν η εκδίκηση του «Συλλογικού» που ήλθε να δείξει ξανά ότι χρειαζόμαστε έναν καλύτερο κοινωνικό δεσμό, γιατί πολλά από τα παλιά θέσμια είχαν εξαντληθεί;
Όχι. Δεν ήταν αυτό η καθ' ημάς Αγανάκτηση. Η οικονομική κρίση στάθηκε και είναι ίσως ακόμα ένα πλαίσιο ευκαιριών για τους φανατισμούς. Μόνο που αυτός ο φανατισμός έδειξε ότι θέλει να πνίξει την ανήσυχη σκέψη και όχι να την αναζωογονήσει. Καθήλωσε τα δημόσια συναισθήματα στη «φάση» του μίσους, χωρίς να μπορεί να κάνει βήμα πιο πέρα. Και έτσι όπως τον συναντούμε γύρω μας και συχνά και μέσα μας –αφού λίγοι είναι απαλλαγμένοι–, αυτός ο φανατισμός φαίνεται ένα θλιμμένο πάθος, ένα οξειδωτικό και μίζερο συναίσθημα. Περισσότερο κόπωση παρά δημιουργική ενέργεια.
Και ο φανατισμός; Ε, αυτός δεν προσθέτει κάτι ούτε στο φρόνημα των ατόμων ούτε, πολύ περισσότερο, στα θεμέλια της πολιτικής και της συλλογικότητας.
Μιλώ για τον δικό μας, μικροαστικό αγανακτισμένο θόρυβο που αναδύεται και χάνεται πάλι μετεωρικά. Μην ξεχνάμε, όμως, και τη γενικότερη ιστορική συγκυρία με τους φανατισμούς που δολοφονούν, σχεδιάζοντας τα Χαλιφάτα τους έξω όσο και μέσα στην Ευρώπη. Είναι μείζον γεγονός η εμφάνιση ενός φανατικού ισλαμισμού με σαφή ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά. Έχουμε έτσι μια απειλή από την πλευρά μιας θρησκείας-ιδεολογίας που έχει στον πυρήνα της έναν φανατισμό της εξόντωσης, την εξόντωση των «απίστων».
Απέναντι σε αυτά έχουμε ανάγκη από «Βολταίρο». Από την επιβεβαίωση της «άσεμνης» ελευθερίας, της κοσμικότητας και των απολαύσεων ενός πολιτισμού που οφείλει να απεχθάνεται τη βαρβαρότητα και τον σκοταδισμό.
Χρειαζόμαστε, όμως, και πλευρές του «Ρουσσώ». Το να ξαναδούμε, ας πούμε, πιο σοβαρά την ιδιότητα του πολίτη που έχει χαλαρώσει. Να πάρουμε στα σοβαρά τα λαϊκά συναισθήματα και να μην αποσιωπούμε τις ευθύνες των ελίτ.
Και ο φανατισμός; Ε, αυτός δεν προσθέτει κάτι ούτε στο φρόνημα των ατόμων ούτε, πολύ περισσότερο, στα θεμέλια της πολιτικής και της συλλογικότητας. Κατακερματίζει χωρίς να ενώνει ή φτιάχνει μια ετοιμόρροπη ενότητα μόνο στη βάση του μίσους. Θα υπάρχει πάντα και θα έχει το μερίδιό του στην ψυχή και στην κοινωνική πραγματικότητα, ας μην έχουμε αυταπάτες. Είναι όμως κατασκευασμένος από υλικό ευτελές και θνησιγενές. Όπως μια Αγανάκτηση ταριχευμένη σε γκριμάτσες και ξύλινα λόγια που υπόσχονται κάθαρση και λαϊκή δικαίωση.
¹ Alberto TOSCANO, Fanacism. On the uses of an idea, Verso Books. 2010.