Η ΠΡΟ ΜΕΡΙΚΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΣΥΖΗΤΗΣΗ των πολιτικών αρχηγών στη Βουλή για την πανδημία ανέδειξε τις πολιτικές, τα σωστά και τα λάθη της διαχείρισης, αλλά κυρίως αποκάλυψε τις στρατηγικές που θα ακολουθήσουν το επόμενο πολύ κρίσιμο για την υγεία και την οικονομία διάστημα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναζητεί τρόπους για να βγει η χώρα από την κρίση με την κοινωνία όρθια και την οικονομία αναστρέψιμη. Η προστασία της οικονομίας όμως, όπως φάνηκε μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου κύματος της πανδημίας, δεν είναι εφικτή χωρίς να μπει σε κίνδυνο η δημόσια υγεία.
Η κυβέρνηση, αφού έχασε χρόνο ταλαντευόμενη, αποφάσισε τώρα να βάλει ξανά μπροστά την υγεία, μη έχοντας εναλλακτική, καθώς το σύστημα υγείας πλησιάζει τα όριά του. Μπορεί το δεύτερο κύμα να χτύπησε όλη την Ευρώπη και η Ελλάδα να βρίσκεται ακόμα σε καλύτερη θέση από άλλες χώρες της Ε.Ε. με παρόμοιο πληθυσμό, πλην όμως, παρότι διπλασιάστηκαν οι ΜΕΘ μέσα σε αυτούς τους μήνες, το Εθνικό Σύστημα Υγείας της χώρας παραμένει από τα πιο αδύναμα της Ευρώπης. Δηλαδή η Ελλάδα δεν έχει τις ίδιες αντοχές με τη Γερμανία ή την Ολλανδία, ακόμα και αν έχει λιγότερα κρούσματα και περιστατικά.
Ο πρωθυπουργός ομολόγησε εμμέσως στη Βουλή ότι η γραμμή που ακολουθήθηκε το προηγούμενο διάστημα ήταν λίγο-πολύ υπαγορευμένη από την Ε.Ε., κοινή για όλες τις χώρες. Δηλαδή το άνοιγμα της οικονομίας και η υποχώρηση των μέτρων προστασίας ήταν ευρωπαϊκή κατεύθυνση. Αυτό έγινε σε μια προσπάθεια να περιοριστεί η οικονομική ζημιά στην Ε.Ε., καθώς γνώριζαν ότι τον χειμώνα πιθανότατα θα επιστρέφαμε σε lockdown, μέχρι να εμβολιαστούν οι πληθυσμοί των χωρών της Ευρώπης.
Επιχειρηματίες με παρασκηνιακή ανάμειξη στα κοινά και Ευρωπαίοι που επιδιώκουν μεγαλύτερη επιρροή έχουν πάντα προτίμηση στις πολυκομματικές κυβερνήσεις, για τους δικούς της λόγους κάθε πλευρά, καθώς οι μονοκομματικές είναι συνήθως πιο ισχυρές. Κάτι τέτοιο, όμως, για την ώρα παραμένει ευσεβής πόθος.
Ο Αλέξης Τσίπρας έχει πειστεί από τους συνεργάτες του ότι η πανδημία θα προκαλέσει μεγάλη καταστροφή και οικονομικό όλεθρο, στοιχεία τα οποία θα δημιουργήσουν συνθήκες παρόμοιες με της κρίσης του 2010 που τους οδήγησε στην εξουσία το 2015. Αυτό το πίστευαν από τον χειμώνα στον ΣΥΡΙΖΑ και εκτιμούσαν ότι η οικονομική ζημιά από τον τουρισμό και την εστίαση θα ήταν τόσο μεγάλη, που τον Σεπτέμβριο θα υπήρχε λαϊκή οργή, η οποία μπορεί να έριχνε την κυβέρνηση. Αυτό το σενάριο δεν επιβεβαιώθηκε, παρότι τα ποσοστά της κυβέρνησης ξεφούσκωσαν από τα πολύ υψηλά επίπεδα αποδοχής όπου είχαν φτάσει τον Απρίλιο και τον Μάιο.
Σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι μόνο στον χρόνο έχουν πέσει έξω και ότι η πρόβλεψή τους θα επαληθευτεί τους επόμενους μήνες. Παρ' όλα αυτά, ο Τσίπρας δεν ζητά εκλογές, καθώς το κόμμα του δεν εισπράττει για την ώρα τίποτα από το «ξεφούσκωμα» της ΝΔ. Αυτό που ζητά με αφορμή την πανδημία είναι ένα είδος συγκυβέρνησης με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ‒ που πριν από λίγες μέρες, εκνευρισμένος, τον είχε χαρακτηρίσει ως «τον μεγαλύτερο πολιτικό απατεώνα».
Με αφορμή, λοιπόν, την πανδημία και χωρίς η κυβέρνηση να έχει απολέσει ισχύ ως τώρα, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ζητά την κατάρτιση ενός «εξάμηνου εθνικού σχεδίου» και προωθεί την ιδέα μιας «κυβέρνησης σωτηρίας» με υπουργό Υγείας κοινής αποδοχής. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης γνωρίζει ότι η πρότασή του τώρα δεν θα έχει καμία τύχη, αλλά ποντάροντας στην αποτυχία της κυβέρνησης ως προς τη διαχείριση της πανδημίας, που θεωρεί βέβαιη, θέλει να την καταγράψει ως προειδοποίηση και να επανέλθει πιθανόν στην πορεία.
Με τον ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, να έχει χάσει δυνάμεις και μετά τις εκλογές ‒άρα γνωρίζει πως ακόμα κι αν γίνονταν τώρα εκλογές, δεν θα μπορούσε να ελπίζει σε νίκη και αυτοδυναμία‒, η ιδέα μιας συγκυβέρνησης εξακολουθεί να συγκινεί αρκετούς εντός και εκτός συνόρων. Επιχειρηματίες με παρασκηνιακή ανάμειξη στα κοινά και Ευρωπαίοι που επιδιώκουν μεγαλύτερη επιρροή έχουν πάντα προτίμηση στις πολυκομματικές κυβερνήσεις, για τους δικούς της λόγους κάθε πλευρά, καθώς οι μονοκομματικές είναι συνήθως πιο ισχυρές. Κάτι τέτοιο, όμως, για την ώρα παραμένει ευσεβής πόθος.
Ο πρωθυπουργός αντιπαρήλθε ελαφρώς σκωπτικά την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή για «κυβέρνηση σωτηρίας» και υπουργό Υγείας κοινής αποδοχής και πρότεινε στην αντιπολίτευση να συμβάλει με προτάσεις στην (πολύ σημαντική) Επιτροπή για το εμβόλιο, ενώ συμφώνησε στη «στήριξη των πιο ευάλωτων» και στο «πάγωμα των πλειστηριασμών».
Παραλείψεις και αδυναμίες
Ο πρωθυπουργός ισχυρίστηκε ότι η κυβέρνηση ξαφνιάστηκε με την ταχύτατη αύξηση των κρουσμάτων, ειδικά στη Θεσσαλονίκη, για τη δημοτική αρχή της οποίας άφησε και κάποιες σαφείς αιχμές, ειδικά για την επιμονή του δημάρχου να εορταστεί ο πολιούχος τον προηγούμενο μήνα όπως γιορτάστηκε. Για το θέμα των μονάδων εντατικής θεραπείας υποστήριξε πως έχει καταβληθεί «κάθε ανθρωπίνως δυνατή προσπάθεια», ώστε να ενισχυθούν με κρεβάτια και με προσωπικό, και επίσης πως αυξήθηκαν τα τεστ στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Ο στόχος της κυβέρνησης το προηγούμενο διάστημα, όπως είπε, ήταν η αποφυγή ενός δεύτερου οριζόντιου lockdown που τραυματίζει την οικονομία και την κοινωνία. Ο οποίος, βεβαίως, δεν επετεύχθη. Τα άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε. προσπάθησαν εξίσου να προστατεύσουν τη δημόσια υγεία χωρίς να πληγεί η οικονομία, αλλά αυτό, όπως φάνηκε, δεν κατέστη δυνατό. Αν τηρούνταν τα τοπικά και τα στοχευμένα μέτρα, «θα μπορούσαμε να αποφύγουμε το δεύτερο lockdown», ισχυρίστηκε ο πρωθυπουργός, αλλά δεν τηρήθηκαν κι έτσι δεν θα το μάθουμε.
Πότε κατάλαβαν ότι το πράγμα δεν θα πήγαινε καλά; Από την αρχή του φθινοπώρου σήμανε ο συναγερμός, είπε ο πρωθυπουργός. Έβλεπαν την αύξηση, αλλά στην αρχή τη θεωρούσαν ελεγχόμενη. Υποστήριξε ότι αυτή δεν συνδέεται με τον τουρισμό και έφερε ως παράδειγμα χώρες οι οποίες έμειναν κλειστές, όπως το Ισραήλ, το οποίο «είδε δεύτερη έξαρση τον Σεπτέμβριο, και πολύ βαριά».
«Εάν η έξαρση του δεύτερου κύματος συνδεόταν με το άνοιγμα στον τουρισμό, θα έπρεπε να την είχαμε δει τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο και όχι στα τέλη Οκτωβρίου, αρχές Νοεμβρίου» είπε, ενώ κυβερνητικά στελέχη ανέφεραν και την Κρήτη, που, ενώ είχε τον περισσότερο τουρισμό, είχε τα λιγότερα κρούσματα. «Έπρεπε, λοιπόν, κι εμείς, όπως και όλες οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες που είναι το άμεσο μέτρο σύγκρισης, να ισορροπήσουμε ανάμεσα σε δύο παράλληλες, αλλά συχνά αντίθετες ανάγκες: την προστασία της δημόσιας υγείας από τη μια και τη στήριξη της οικονομίας και της κοινωνίας από την άλλη» είπε ο πρωθυπουργός, κάνοντας φανερό ότι αυτή ήταν η ουσία της καθυστέρησης για τα πιο γρήγορα και δραστικά μέτρα, η οποία στοίχισε και τώρα τρέχουν.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν τοποθετήθηκαν ούτε στη Βουλή για την απόφαση του lockdown, αν συμφωνούν ή διαφωνούν, αλλά άσκησαν και ασκούν έντονη κριτική στην κυβέρνηση για αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας. Ο πρωθυπουργός παραδέχτηκε κάποια λάθη και παραλείψεις, π.χ. ότι δεν έκλεισε νωρίτερα κάποια καταστήματα εστίασης (κλαμπ) και καθυστέρησε την επιβολή της χρήσης μάσκας παντού, αλλά στη Βουλή είπε στον Αλέξη Τσίπρα ότι ποτέ δεν του άσκησε κριτική γι' αυτά. Αντιθέτως, ο ΣΥΡΙΖΑ τον κατηγορεί για τον τουρισμό, είπε, τα μέσα μεταφοράς και τα σχολεία, που, σύμφωνα με μελέτες, δεν ήταν αυτά που έπαιξαν τον βασικό ρόλο της μετάδοσης.
Οι προσδοκίες του ΣΥΡΙΖΑ
Στον ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης «αναγκάστηκε να πάρει κάποια μέτρα στήριξης των αδύναμων λόγω των δικών τους πιέσεων» και επιμένουν για υπουργό Υγείας ευρείας συναίνεσης. «Η πρόταση Τσίπρα για υπουργό κοινής αποδοχής ήταν μια πολύ γενναία κίνηση συναίνεσης για να σωθεί η κοινωνία και το εθνικό σύστημα υγείας» λένε στην Κουμουνδούρου.
Στη συζήτηση στη Βουλή ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε την αντικατάσταση του Βασίλη Κικίλια (αυτόν να τον κάνει Αθλητισμού ο Μητσοτάκης, είπε, μια και έπαιζε μπάσκετ) με την καθηγήτρια Επιδημιολογίας Αθηνά Λινού, πρώην υποψήφια του ΠΑΣΟΚ, την οποία προσεγγίζει εδώ και λίγο καιρό, προκειμένου να έχει κι αυτός έναν (αντι)Τσιόδρα.
Η κ. Λινού θεωρήθηκε η καλύτερη από τις επιλογές που είχε λόγω του βιογραφικού της και λόγω της κριτικής που έχει ασκήσει στην κυβέρνηση (αν και, συχνά, σε αντίθετη κατεύθυνση από αυτή στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ). Ωστόσο έφερε σε αμηχανία αρκετούς στην Κουμουνδούρου, καθώς στο θέμα της πορείας για το Πολυτεχνείο συντάχθηκε με τη θέση της κυβέρνησης. Επίσης, είναι υπέρ του μυστηρίου της Θείας Κοινωνίας και η ίδια μεταλαμβάνει, όπως έχει πει, πράγμα που πάλι φέρνει σε δύσκολη θέση την κριτική του ΣΥΡΙΖΑ, αν και ο Τσίπρας έχει άριστες σχέσεις με τον Ιερώνυμο (σε αντίθεση με τον Μητσοτάκη, με τον οποίο σχεδόν δεν μιλιούνται, παρά μόνο για τα απολύτως θεσμικά ζητήματα που είναι υποχρεωμένοι). Πάντως, ο Αλέξης Τσίπρας δεν υποστήριξε φανατικά την πρότασή του για την κ. Λινού, καθώς από την αρχή είπε ότι δέχεται να συζητήσει κι άλλα πρόσωπα.
«Με την απόρριψη της πρότασης Τσίπρα ο Μητσοτάκης έχασε κάθε ευκαιρία συναίνεσης για την πανδημία και κοινωνική συνοχή» λένε τώρα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, προειδοποιώντας ότι «για όσα ακολουθήσουν η ευθύνη θα είναι μόνο δική του». Η εσωκομματική αντιπολίτευση, ωστόσο, έχει αρκετές επιφυλάξεις για τη γραμμή αυτή και οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος εξακολουθεί να δυσανασχετεί με τη γραμμή που ακολουθείται. Πολλοί, επίσης, θα προτιμούσαν να ζητήσει εκλογές ο Τσίπρας «και όχι συγκυβέρνηση», αλλά, όπως λένε οι πιο ρεαλιστές του κόμματος, «αυτό είναι το μάξιμουμ που μπορεί να επιδιώξει τώρα, με τη διαφορά που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις». Γι' αυτό και ο Τσίπρας επέλεξε να πει στη Βουλή στον Μητσοτάκη: «... Αυτό που σας λέμε είναι αλλάξτε και ζητήστε τη βοήθειά μας για ένα σχέδιο εξάμηνης διάρκειας...».
Συνεργάτης του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναφέρει ότι «είναι βέβαιο πως με τις συνέπειες της πανδημίας ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει την ευκαιρία να αλλάξει τους συσχετισμούς υπέρ του για να ξαναπάρει την εξουσία. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν μια τέτοια κρίση. Θα χρειαστεί κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας. Όπως το κάναμε το 2015, θα το κάνουμε και τώρα, που έχουμε μάθει, γι' αυτό θα είναι αλλιώς αυτήν τη φορά».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.