Από την πρώτη φορά που μπήκα σε υποβρύχιο μου άρεσε. Ήμουν νέος και με τραβούσε. Θαύμαζα και τους ανθρώπους που ζούσαν εκεί μέσα και είπα «γιατί να μην πάω και εγώ;». Τα χρόνια υπηρεσίας στα υποβρύχια τα μετρούσαν διπλά, σου έδιναν κι ένα επίδομα ανθυγιεινής εργασίας και έτσι το πήρα απόφαση. Από όλους τους μαθητές της σειράς μου μόνο ένας είχε κλειστοφοβία: με το που καταδύθηκε το υποβρύχιο, άρχισε να ουρλιάζει «δεν μπορώ, βγάλτε με» κι έβγαζε αφρούς από το στόμα του. Εγώ αυτό δεν μπορούσα να το αισθανθώ, προσπαθούσα μόνο να βρω ένα κρεβάτι λίγο πιο απόμερο, για να έχω την ησυχία μου.
Η ζωή στο υποβρύχιο ήταν δύσκολη και όσο μεγαλύτερη η διάρκεια του ταξιδιού, τόσο δυσκόλευε. Το μεγαλύτερο ταξίδι που έχω κάνει είναι 25 μέρες χωρίς να δω ήλιο, από τη Γερμανία μέχρι την Αίγινα, με μία στάση στην Ιταλία. Είχαμε πάθει ζημιά στο ραντάρ και ήρθε ένα συνεργείο για να το επισκευάσει. Αρχικά χάνεις τον έλεγχο της ώρας, δεν ξέρεις αν είναι μέρα η νύχτα, γιατί είσαι συνεχώς με τη λάμπα. Μετά από μερικές μέρες έχεις κι άλλα προβλήματα, δηλαδή δεν κινείσαι, πηγαίνεις από το κρεβάτι σου στη βάρδιά σου μόνο, οξυγόνο δεν υπάρχει –είναι πάρα πολύ λίγο– και τρως, αλλά δεν μπορείς να χωνέψεις, πρήζεται η κοιλιά σου. Ο καθένας που έχει μία θέση στο υποβρύχιο έχει και μια υπεύθυνη βάρδια και το λάθος του ενός μπορεί να στοιχίσει τη ζωή όλων.
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΓΚΡΕΚΑ
σχόλια