Ύψος ενός εξάχρονου αγοριού, βάση των δικών μας δεδομένων, αν και στην πραγματικότητα μετρούσε ήδη το δέκατο τρίτο έτος της ηλικίας του, πρόσωπο παιδικό αλλά σοβαρό, ματιά προβληματισμένου τριαντάχρονου. Όλες αυτές οι αντιφάσεις συγκεντρωμένες σ' ένα μικρό αλλά μυώδες κορμί, του Ντινό, από τη Μαζούνγκα, μια παραλιακή πόλη στα βόρεια της Μαδαγασκάρης.
Ο Ντινό είναι ένα από τα έξι παιδιά μιας από τις άπειρες φτωχές οικογένειες της Μαδαγασκάρης. Μιας οικογένειας που κύριο μέλημά της είναι η επιβίωση. Η επιβίωση έχει κάνει τη μητέρα του να διατηρεί μια υπαίθρια νυχτερινή καντίνα, στον παραλιακό δρόμο της Μαζούνγκα, στην οποία κεντρική μορφή έχει αναδειχτεί ο μικρός Ντινό.
Εκεί τον γνώρισα. Εκεί η στάση του απέναντι στη ζωή μου έδωσε το ερέθισμα να γράψω κάτι για όλους τους μικρούς Ντινό της Μαδαγασκάρης.
Μαδαγασκάρη, ένα νησί μεγαλύτερο σε έκταση από τη Γαλλία, με άπειρους πλουτοπαραγωγικούς πόρους, αλλά και ένα από τα πιο φτωχά κράτη στον κόσμο, με περισσότερους από 25 εκατομμύρια κατοίκους. Από αυτούς υπολογίζεται ότι το 60% ηλικιακά είναι μικρότερο των 20 ετών. Παράλληλα το 60% του πληθυσμού ζει με λιγότερα από 1.000 αριάρ την ημέρα, δηλαδή με 25-30 λεπτά του ευρώ (4.000 αριάρ ισοδυναμούν σχεδόν με 1 ευρώ).
Στη Μαδαγασκάρη βασιλεύει απ' άκρη σ' άκρη το Σύστημα D. Ο θύλακας της οικογένειας στηρίζεται στα πολλά παιδιά. Ο πατέρας αποτελεί τον πυλώνα της οικογένειας και τυγχάνει σεβασμού μέχρι τα βαθιά γεράματα. Αξίες που δυστυχώς τείνουν να ξεχαστούν στην χώρα μας. Η φτώχεια κάνει τους πάντες εφευρετικούς και αεικίνητους, προκειμένου να υπάρχει ένα εισόδημα για το σύνολο της οικογένειας. Ο ατομισμός παραμένει άγνωστη έννοια, όπως και η επιδοτούμενη ευημερία ή επιβίωση.
Σ' αυτό το σκηνικό φτώχειας, για του Δυτικούς, όπου και μόνο η αναφορά σε αυτά τα νούμερα τρομάζουν, οι κάτοικοι της Μαδαγασκάρης τολμούν να λένε ότι τα παιδιά είναι ευτυχία και η κάθε οικογένεια αριθμεί περισσότερα από τέσσερα με πέντε παιδιά.
Η οικονομία της Μαδαγασκάρης βασίζεται στον πρωτογενή τομέα, όπου τα πολλά εργατικά χέρια είναι πραγματικά ευτυχία. Από την ηλικία των τριών ετών τα αγόρια βοηθούν τους γονείς στα χωράφια, στο ψάρεμα, στη βοσκή των ζώων και τα κορίτσια φροντίζουν τα μικρότερα αδέλφια τους ή συνεισφέρουν στις δουλειές του σπιτιού. Όσα πηγαίνουν σχολείο ένα μεγάλο μέρος του ελεύθερου χρόνου τους τον αφιερώνουν στο να βοηθήσουν τους γονείς τους να τα φέρουν πέρα σ' αυτό που απλά ονομάζουμε επιβίωση.
Η Μαδαγασκάρη μοιάζει με μια τεράστια μυρμηγκοφωλιά που ξυπνά στην ανατολή του ήλιου και κοιμάται λίγο μετά τη δύση, ακόμα και στην πρωτεύουσα, την Τάνα, μια πόλη των τεσσάρων εκατομμυρίων κατοίκων. Είναι η αρχαϊκή οικονομία της χώρας που επιβάλλει τους ρυθμούς της. Οι κάτοικοι της Μαδαγασκάρης τρέχουν, πασχίζουν, χαμογελούν και προσπαθούν να τα φέρουν βόλτα.
Βλέπει κανείς ότι παντού εφαρμόζουν το «Σύστημα D» που εφαρμόζουν όλοι οι φτωχοί του πλανήτη. Άκουσα για πρώτη φορά να μιλούν για το Σύστημα D (D το αρχικό γράμμα του ρήματος Débrouiller που σημαίνει, τα καταφέρνω, τα βγάζω πέρα, επιβιώνω) στο Παρίσι, πριν από πολλά χρόνια, από φίλους Γάλλους, Άραβες και Αφρικανούς που προσπαθούσαν να επιβιώσουν σε μια δύσκολη πόλη, κυρίως στα προάστια.
Το Σύστημα D συνίσταται στο να γίνεις ευρηματικός και να βρεις τρόπους επιβίωσης. Τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε έως σήμερα για τις μεγάλες γαλλικές πόλεις, όπου το Σύστημα D βοηθά τους λιγότερο ευνοημένους νέους να επιβιώσουν. Μου ξανάφερε στην μνήμη το Σύστημα D, λίγους μήνες πριν από το ταξίδι μου, ο Γαλλοαργεντίνος ρεπόρτερ Sebastian Perez Pizzani, στο ταξιδιωτικό του ντοκιμαντέρ Caméléon, αφιερωμένο στους Dahalo της Μαδαγασκάρης.
Η κρίση όμως στη Γαλλία και κυρίως στο Παρίσι, τη δεκαετία του '90, έκανε ακόμα πιο έντονη την παρουσία μιας ιδιαίτερης κατηγορίας νέων, των frimeurs (επιδειξιομανείς, αυτοί που «πουλούν μούρη»). Το μόνο που μπορούσαν να υποστηρίξουν ήταν μονάχα η εμφάνισή τους, που φυσικά παρέπεμπε σ' έναν πλασματικό τρόπο ζωής που δεν υπήρχε καν. Ακριβά ρούχα, επίδειξη, άδεια τσέπη και δανεικά.
Στη Μαδαγασκάρη βασιλεύει απ' άκρη σ' άκρη το Σύστημα D. Ο θύλακας της οικογένειας στηρίζεται στα πολλά παιδιά. Ο πατέρας αποτελεί τον πυλώνα της οικογένειας και τυγχάνει σεβασμού μέχρι τα βαθιά γεράματα. Αξίες που δυστυχώς τείνουν να ξεχαστούν στην χώρα μας. Η φτώχεια κάνει τους πάντες εφευρετικούς και αεικίνητους, προκειμένου να υπάρχει ένα εισόδημα για το σύνολο της οικογένειας. Ο ατομισμός παραμένει άγνωστη έννοια, όπως και η επιδοτούμενη ευημερία ή επιβίωση.
Και όλα αυτά σε μια χώρα όπου από το 2009 υπάρχει ακυβερνησία, τα πράγματα χειροτερεύουν, οι υποδομές παρακμάζουν, η διαφθορά μεγαλώνει και οι Κινέζοι επεκτείνουν την κυριαρχία τους στο νησί. Δεν είναι όμως μόνο η Μαδαγασκάρη, αλλά και ολόκληρη η Αφρική, όπου όλες οι κυβερνήσεις εκλιπαρούν πλέον του Κινέζους να έλθουν και να επενδύσουν άνευ όρων στις χώρες τους, διαμορφώνοντας σύγχρονα αποικιοκρατικά καθεστώτα.
Αντιπαραθέτοντας την κατάσταση που υπάρχει στη φτωχή Μαδαγασκάρη με την κατάσταση που υπάρχει στην πτωχευμένη Ελλάδα (εξωτερικό χρέος της χώρας γύρω στα 325 δισ. ευρώ, οφειλές των ιδιωτών σε Τράπεζες, Εφορίες, Ασφαλιστικά Ταμεία πάνω από 250 δισ., ασθενής παραγωγική βάση, υψηλή ανεργία, υψηλή ελαστική απασχόληση, χαμηλή διεθνής ανταγωνιστικότητα κ.λπ.), πιστεύω ότι μπορούν να βγουν κάποια χρήσιμα συμπεράσματα για το μέλλον, συγκρίνοντας απλά βασικές αξίες και αντιλήψεις της ίδιας της ζωής.
• Στη Μαδαγασκάρη πιστεύουν ότι τα παιδιά είναι ευτυχία. Στην Ελλάδα όπου βασιλεύει η υπογεννητικότητα, πιστεύουν όλοι με έμπρακτο πια τρόπο, ότι οι γονείς και οι παππούδες είναι ευτυχία, εφόσον είναι αυτοί που στηρίζουν οικονομικά τα παιδιά. Στη Μαδαγασκάρη υπάρχει παντού μια δυναμική που στηρίζεται στους πολλούς νέους, που με την πρώτη ευκαιρία μπορούν να απογειώσουν αυτή την πλούσια σε πόρους χώρα. Στην Ελλάδα γύρω στις 680 χιλιάδες νέοι έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό, τα τελευταία δέκα χρόνια.
• Στη Μαδαγασκάρη οι γονείς τυγχάνουν σεβασμού και εκτίμησης από τα παιδιά, τα οποία τους συντηρούν έως τα βαθιά γεράματα, ελλείψει συστήματος κοινωνικής περίθαλψης και συνταξιοδότησης. Στην Ελλάδα οι γονείς παραμένουν παραδοσιακά απλοί χρηματοδότες των παιδιών, προκειμένου αυτά να διατηρήσουν ένα πλασματικό πολλές φορές επίπεδο κατανάλωσης, ένα πλασματικό στάτους.
• Στη Μαδαγασκάρη το κοινωνικό πρότυπο βασίζεται στο πρέπει, που στήριξε και στην Ελλάδα την πρότερη κοινωνικοοικονομική της ανάπτυξη. Στις μέρες μας το πρέπει έχει λησμονηθεί και έχει αντικατασταθεί από το θέλω.
• Στη Μαδαγασκάρη μια ολόκληρη κοινωνία οφείλει την επιβίωσή της στην άμιλλα και στην αλληλεγγύη, εφόσον το κράτος απουσιάζει και η διαφθορά είναι πολύ υψηλή. Στην Ελλάδα, εκτός από εξαιρέσεις, οι πολλοί έχουν γίνει απαθείς. Ακούν με συμπάθεια τα περί άμιλλας και αλληλεγγύης, έχουν απομονωθεί και παραμένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους μπροστά από τις τηλεοράσεις τους και τους υπολογιστές τους.
• Οι κάτοικοι της Μαδαγασκάρης εφαρμόζουν με μεγάλη αποτελεσματικότητα το Σύστημα D. Στην Ελλάδα, φαίνεται ότι το Σύστημα D έχει ξεχαστεί σε μεγάλο βαθμό και έχει μικρή χρησιμότητα, εφόσον σε μια αντεστραμμένη κοινωνικά πυραμίδα, όπου υπερπροστατεύεται η «ευτυχία των παιδιών», ενισχύεται με κάθε θυσία ένα παρελθοντικό επιδεικτικό καταναλωτικό πρότυπο (αυτοκίνητα, θεάματα, αναψυχή κ.λπ.).
Σε μια πτωχευμένη χώρα όπου το μέλλον θα είναι χειρότερο, διαβάζοντας σωστά και ερμηνεύοντας απλά τους αριθμούς, ίσως θα ήταν αναγκαίο να διευρυνθεί και εδώ η εφαρμογή του Συστήματος D, που απαντάται σε πλούσιες και φτωχές χώρες του πλανήτη και αφορά ίσως έναν πιο ευέλικτο τρόπο διαχείρισης της φτώχειας, ένα σύστημα επιβίωσης. Αυτό μπορεί να αφορά στα τρία ακόλουθα επίπεδα:
• Της οικογένειας. Η ελληνική οικογένεια θα πρέπει να εκπαιδεύσει τα μέλη της πώς θα αντιμετωπίσουν τη ζωή, χωρίς τη βοήθειά της, από πολύ νεαρή ηλικία. Δεν γίνεται πλέον να τους συνηθίζει σ' ένα ανύπαρκτο πλέον καταναλωτικό μοντέλο, σ' ένα υποθετικό θέλω. Δεν γίνεται να τους διαβεβαιώνει ότι θα συνεχίσουν να έχουν έναν παρελθοντικό πρότυπο κατανάλωσης. Δεν γίνεται στην Ελλάδα της κρίσης οι μανάδες να λένε στους τριαντάχρονους, πολλές φορές άνεργους, κανακάρηδές τους, «ό,τι θέλεις παιδάκι μου, ό,τι σου αρέσει παιδάκι μου, έφαγες παιδάκι μου, κοιμήθηκες παιδάκι μου;».
Δεν γίνεται οι γονείς να αποδέχονται και μάλιστα να επιδοκιμάζουν την αγορά κινητού αξίας 900 ευρώ από τα άνεργα τέκνα τους, όταν αυτό το ποσό πολύ συχνά αντιστοιχεί σε αμοιβές ελαστικής απασχόλησης τριών μηνών. Αυτά και μόνο ως νοοτροπίες είναι ανύπαρκτες στην χώρα του Συστήματος D. Η οικογένεια θα πρέπει να επαναφέρει το παλαιό αξιακό σύστημα, όπου τα παιδιά μάθαιναν τις βασικές αρχές της ζωής για να μπορούν να πετάξουν μόνα τους.
• Της εκπαίδευσης. Από το Δημοτικό το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να μαθαίνει στα παιδιά να είναι ευέλικτα σχετικά με τη ζωή, τα επαγγέλματα, τις επιστήμες. Δεν υπάρχουν πια οι βεβαιότητες του παρελθόντος. Η μόνη βεβαιότητα τώρα είναι ότι στους νέους μέχρι 27 ετών η ανεργία ξεπερνά το 50%.
• Του κράτους. Θα πρέπει να γίνει ευρηματικό, και αυτό αφορά όλους τους τομείς. Η ευρηματικότητά του θα πρέπει κατ' εξοχήν να στηριχτεί στην αρχή ότι η «τα παιδιά είναι ευτυχία» και όχι «οι πατεράδες και οι παππούδες», και να πράξει ανάλογα. Δεν μπορεί να στηρίζεται σ' ένα σκεπτικό που μοιάζει περισσότερο προσανατολισμένο στα χρόνια της δανειακής ευημερίας και αμεριμνησίας παρά στο μέλλον.
Στην Ελλάδα και οι τρεις θεσμοί λειτουργούν με τις βεβαιότητες του κοντινού παρελθόντος ευημερίας και κατανάλωσης, ενώ στη Μαδαγασκάρη ακόμα και τρίχρονα παιδιά μαθαίνουν πώς να γίνουν ευρηματικά στην επιβίωση. Ακόμα και τις τρύπες των δρόμων βουλώνουν με χώμα, ζητώντας από τους οδηγούς λίγα αριάρ. Το Σύστημα D τους βοηθά να επιβιώνουν και να ελπίζουν. Στην Ελλάδα, η κρίση αντί να ωθήσει τους νέους σε μια μεγαλύτερη δημιουργικότητα, μοιάζει να έχει δημιουργήσει πάρα πολλούς frimeurs.
Νοοτροπίες, βεβαιότητες, διαφορετική αξιολόγηση του χρόνου, ευρηματικότητα, προσωρινή ευμάρεια, ίσως και η ανυπαρξία οράματος κάνουν την διαφορά. Οι μικροί Ντινό της Μαδαγασκάρης δεν διαθέτουν κινητά τηλέφωνα, για να μιλούν με τις ώρες άσκοπα, δεν έχουν υπολογιστές, δεν γνωρίζουν τι είναι το Facebook, τα παιχνίδια σε κινητό και υπολογιστή. Δεν έχουν τηλεόραση για να σκοτώνουν τον χρόνο τους με εκπομπές μαγειρικής, μόδας, ποδοσφαίρου, τραγουδιού, χορού, διασημοτήτων κ.λπ.
Αγνοούν τις πολύωρες τηλεοπτικές σειρές στο Netflix. Αγνοούν τα τηλεοπτικά παιχνίδια όπου τριαντάρηδες σπάζουν μπαλόνια για να κερδίσουν λίγα ευρώ. Αγνοούν τις διαφημίσεις με άεργους μουσάτους τριανταπεντάρηδες που βλέπουν ποδόσφαιρο τρώγοντας πίτσες. Είναι αδύνατον να φανταστούν ότι νεαρά κορίτσια ή και ώριμες κυρίες εκθέτουν τα περίτεχνα περιποιημένα νύχια τους στο Facebook, την υπέροχη σαλάτα που έφτιαξαν ή το ποτό που ήπιαν στο Χ μπαρ, φλερτάροντας με νοοτροπίες διασήμων. Οι μικροί Ντινό δεν μπορούν να φανταστούν ότι όλα αυτά γίνονται από νέους ανθρώπους που είναι άνεργοι ή κερδίζουν 200 με 300 ευρώ τον μήνα. Οι μικρό Ντινό δρουν απαρατήρητοι στην χώρα του Συστήματος D.
Ένα ουσιαστικό ερώτημα διατυπώνεται: «Όταν θα λείψει η συμπαθέστατη και ανθεκτική, προς το παρόν, τάξη των γονιών και των παππούδων ή μειωθούν τα εισοδήματά τους, ποιος θα υποστηρίξει αυτή την επίπλαστη συχνά ευημερία, την επίπλαστη κατανάλωση, που δίνει τη λανθασμένη εντύπωση ότι όλα πηγαίνουν καλά; Ποια θα είναι η διάδοχη κατάσταση; Πώς θα επιβιώσουν οι νέοι σε ανοιχτές κοινωνίες και οικονομίες, όταν δεν θα έχουν μαθητεύσει στο Σύστημα D;».
Οι μικροί Ντινό της Μαδαγασκάρης αγόγγυστα στηρίζουν την οικογενειακή οικονομία, την αρχέγονη κοινωνική πυραμίδα, βοηθούν τους γονείς γιατί μαθαίνουν από πολύ μικρή ηλικία ότι κάποτε θα έλθει και η σειρά τους, να είναι αδύναμοι, να μην μπορούν. Έτσι απλά. Όμως έχουν ελπίδες γιατί εκπαιδεύονται από τις πολύ μικρές ηλικίες στο Σύστημα D, είναι πραγματιστές, έχουν αξίες.
Οι μικροί Ντινό της Μαδαγασκάρης θα επιβιώσουν και θα προοδεύσουν, γιατί το βλέμμα τους είναι καθαρό και τα μάτια τους τεντωμένα στην ζωή. Οι μικροί Ντινό έχουν όνειρα και μάλιστα πολλά, γιατί είναι παιδιά. Όμως σε αντίθεση με τα παιδιά στην χώρα μας, όπου όλα αποτελούν βεβαιότητες, θα πρέπει να δουλέψουν για την απόκτησή τους, τίποτε δεν είναι δωρεάν, τίποτε δεν είναι δεδομένο.
Το μεγάλο όνειρο του μικρού Ντινό από την Μαζούνγκα, είναι να μπορέσει να αγοράσει ένα ποδήλατο. Θα πρέπει να δουλέψει και να εξοικονομήσει χρήματα για να αγοράσει το ποδήλατο των ονείρων του. Αυτό το καλοκαίρι είχε καταφέρει να βάλει στην άκρη γύρω στις 80.000 αριάρ. Δεν γνωρίζω πόσο κοστίζει ένα ποδήλατο στην Μαδαγασκάρη. Για ένα είμαι σίγουρος, ότι ο μικρός Ντινό θα αγοράσει το ποδήλατο που τόσο θέλει και θα κάνει το όνειρό του πραγματικότητα, όπως είμαι σίγουρος ότι θα βγει νικητής στον αγώνα του με την ζωή, θα στηρίξει την οικογένειά του και θα φροντίσει αργότερα τους γέροντες και αδύναμους πια γονείς του, όταν αυτοί δεν θα μπορούν. Οι μικροί Ντινό της Μαδαγασκάρης θα βγουν σίγουρα νικητές στην πάλη τους με τη ζωή. Εδώ, στη χώρα μας;
Info
O Στέλιος Βαρβαρέσος είναι συγγραφέας και καθηγητής Τουρισμού στο ΠΑ.Δ.Α.
σχόλια