Μνημόνιο: Το 2010 δεν ξεκίνησε την Πρωτοχρονιά, αλλά από εκείνη τη μέρα του Απριλίου που ο Γιώργος Παπανδρέου ανακοίνωσε την είσοδο της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης. Το μνημόνιο από τότε έγινε το manual, το εγχειρίδιο καλής διακυβέρνησης και το πεδίο δράσης και αντίδρασης. Αν αυτά που προστάζει είναι και η λύση, θα το μάθουμε σε κάμποσα χρόνια. Αν δεχτούμε πως η ιστορία προχωράει με ζιγκ ζαγκ, τότε τώρα είμαστε στον πάτο, αλλά κάποια στιγμή θα ανέβουμε, οπότε οι του μνημονίου θα δικαιωθούν. Αν, πάλι, υποθέσουμε ότι κάνει κύκλους, τότε πάλι θα επιστρέψουμε στα πλούτη και τα χαϊλίκια και τότε πάλι θα σωθούμε, χάρη στο σεβαστό αυτό κείμενο. Αν, όμως, σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και η ιστορία κινείται σε ευθεία γραμμή, τότε τι κάνουμε;
Spreads: Ανεβοκατεβάζουν τη λίμπιντό μας. Πώς προκύπτει το «πάνω-κάτω», ακόμα δεν έχουμε καταλάβει. Το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα μας τα έχει επιβάλλει, οι Moody's, ο Fitch και οι λοιποί τα ορίζουν και η νοικοκυρά στα Σούρμενα μπαίνει πια στο Bloomberg για να εξετάσει αν θα πάρει ποντίκι μόσχου ή κόντρα μπριζόλα. Το ερώτημα που προκύπτει, τελικά, είναι αν εμείς ήμασταν οι πονηροί που (μαζί) τα φάγαμε ή αυτοί είναι οι πονηροί που μας έκαναν πειραματόζωο;
Τρόικα: Αντιβασιλείς, Αντάντ, Αμερικανοί, η Δύση, το Νάτο, η ΕΟΚ, η τρόικα. Τι είχαμε, τι χάσαμε.
Νέα εθνική αφήγηση: Το Δημόσιο δεν είναι πια ο εθνικός επαγγελματικός προσανατολισμός. Το φωνάζουν η κυβέρνηση και οι opinion leaders. Η καινοτομία είναι η νέα εθνική λέξη και ο ιδιωτικός τομέας μονόδρομος. Το Δημόσιο, όμως, παραμένει αταλάντευτο. Τα «δικά μας παιδιά», οι συμβασιούχοι, την έκαναν, κόπηκαν τα επιδόματα, χάθηκαν οι αμοιβές για τις συμμετοχές σε επιτροπές-φαντάσματα και ο Στράτος Σεφτελής έκανε πάλι αθλητική περιγραφή στην ΕΡΤ. Το Δημόσιο των 700.000 ψυχών, όμως, παραμένει ακλόνητο, οι μισθοί καταβάλλονται, τα ένσημα κολλιούνται και τα δώρα μπαίνουν, έστω και μισά. Στον ιδιωτικό τομέα, από την άλλη, ο Μεσαίωνας έχει πέσει για τα καλά. Και έρχονται τα χειρότερα.
Νταής: Ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Όλοι έχουν νομιμοποιηθεί να δέρνουν όποιον θέλουν. Οι διαδηλωτές τους πολιτικούς, οι διαδηλωτές τους άλλους διαδηλωτές, οι μπάτσοι όποιον κάτσει, οι συνδικαλιστές τους υπόλοιπους συνδικαλιστές, τα αφεντικά τους υπαλλήλους, οι υπάλληλοι τους συναδέλφους τους, οι φίλαθλοι τους παίκτες, οι φασίστες τους μετανάστες, οι τρομοκράτες τους «βλάκες», όπως λένε. Η βία δεν βασίζεται σε κάποια ιδεολογία, αλλά στον νόμο της ζούγκλας. Ο πιο ισχυρός θα θριαμβεύσει. Ρε, μπας και διδάσκουν Χομπς στα σχολεία και δεν το ξέρουμε;
Εθνική τσόντα: Σοκ και δέος! Οι τηλεπερσόνες σε hardcore στάσεις. Οι θιασώτες του trash tv καπνίζουν πούρα. Η Τζούλια εμψυχώνει τον αντρικό πληθυσμό, δίνει μια επαγγελματική διέξοδο στις τηλεοπτικές βιζιτούδες, οι γονείς τρέμουνε για τα κοριτσάκια τους, οι ταξιτζήδες βρίσκουνε το νέο απόφθεγμα και όλοι υπάλληλοι το ερωτικό τους spam mail. Όλο το έθνος αμφιταλαντεύεται αν ήξερε ή όχι η πρωταγωνίστρια ότι τη βιντεοσκοπούσαν, δέκα μέρες μετά την προσφυγή της χώρας στον μηχανισμό στήριξης. Η ελληνική κοινωνία δοκιμάζεται γι' άλλη μια φορά, αντιμετωπίζοντας τον εαυτό της. Οι ιεροκήρυκες στους άμβωνες, οι ηθικολόγοι στα τηλεπαράθυρα και οι διανοούμενοι σε έναν αυνανιστικό προβληματισμό. Οι υπόλοιποι απλά περιμένουν την επόμενη κυκλοφορία στα περίπτερα. Άλλωστε, όλος ο ελληνικός πολιτισμός, είτε σε μορφή βιβλίου είτε σε μορφή πορνό, σε ένα περίπτερο τον βρίσκεις.
Hipsters: Η ταμπέλα της χρονιάς. Η νέα μόδα, η νέα φάση, το νέο κουλ, το νέο in, το νέο hype. Η νέα ευχή κι η νέα κατάρα. Στη χώρα μας, βέβαια, όλα είναι hipster και τίποτα μαζί. Όπως το καταλαβαίνει κανείς.
«-ίστας»: ο ακτιβ-ισμός τελείωσε. Όλα θα τελειώνουν σε «-ίστας» πια.
Twitter: Το Facebook είναι απαραίτητο όπως το νερό. Το έχει κάθε καρυδιάς καρύδι. Το Τwitter είναι για την ιντελιγκέντσια, για τη νέα μπουρζουαζία της κριτικής. Όλα τα σφάζει, όλα τα μαχαιρώνει, αλλά τελικά όλα τα δέχεται και τα νομιμοποιεί.
Ευχή: Πριν από δέκα περίπου χρόνια ετοιμαζόμουν να πάω σε ένα πλούσιο γκαλά. Φόρεσα ένα χοντρό σκούρο πουλόβερ με v, ένα μικρό σκίσιμο σε μια άκρη του μανικιού και ένα σκούρο τζιν παντελόνι που από τη χρήση είχε ξεφτίσει λίγο στα μπατζάκια. Μια κοπέλα που με κοίταξε τότε μου είπε, «μα, αν είναι δυνατόν, πώς θα πας έτσι, σαν τον φτωχό συγγενή θα είσαι». Δεν την άκουσα, πήγα, ήπια, έφαγα, χόρεψα, έμπασα και δυο φίλους μου και περιπλανηθήκαμε κεφάτοι ανάμεσα σε κοστούμια, τουαλέτες, χρυσαφικά και παχυλά πορτοφόλια. Μετά γύρισα σπίτι και κοιμήθηκα χαρούμενος. Πριν από δέκα μέρες πήγα σε ένα massive club της Ιεράς Οδού. Με ανάλογη ένδυση. Οι χιλιάδες θαμώνες είχαν έναν μέσο όρο ηλικίας περίπου στα 23, αλλά ήταν το ίδιο πλούσια ντυμένοι με τους παρευρισκόμενους στο gala. Πάλι ο φτωχός συγγενής ήμουν, αλλά ανάμεσα στον ελληνικό ψεύτικο πλούτο. Τα 'πια κι εκεί, γέλασα με τους φίλους μου και διασκέδασα με αυτούς που ανατρίχιαζαν με το πουλοβεράκι μου. Γύρισα στο σπίτι, είδα δυο οικεία πρόσωπα και κοιμήθηκα πάλι χαρούμενος. Έτσι είναι και η κατάσταση στη χώρα μας: ήμασταν και είμαστε οι φτωχοί συγγενείς, τα μαύρα πρόβατα, οι περίεργοι, αλλά ας καταλάβουμε ότι πάντα θα έχουμε ένα μέρος που βρίσκουμε την ευτυχία: το κρεβάτι μας.
σχόλια