Ο Pier Paolo Pasolini μπήκε στη ζωή μου μια Μεγάλη Παρασκευή πολλά - πολλά χρόνια πίσω, όταν η TV πρόβαλλε τα Κατά Ματθαίον Πάθη του με πρόλογο του Γιάννη Μπακογιαννόπουλου.
Σ' αυτή την ασπρόμαυρη και μάλλον μίζερη, συγκριτικά με τα χολιγουντιανά δεδομένα, παραγωγή, ο Ιησούς δεν ήταν ξανθός και γαλανομάτης, αλλά ένας μελαψός φοιτητής, που ένας θεός (κυριολεκτικά) ήξερε μόνο από που τον είχε ψαρέψει ο σκηνοθέτης.
Η μουσική δεν ακουγόταν βαρύγδουπη, μελό και σαφώς εμπορική, αλλά απαρτιζόταν από λαϊκά ethnic τραγούδια και κομμάτια μεγάλων κλασικών συνθετών.
Από τότε άρχισε να μ' ενδιαφέρει ο Pasolini και το ολότελα δικό του ιδιότυπο είδος κινηματογράφου που έφτιαχνε.
Θυμάμαι το 1998 που υπηρετούσα στη Λήμνο και δε γύρισα από τη βραδινή έξοδο στο στρατόπεδο για να παραμείνω στο cafe του χωριού, αφού υπήρχε τηλεόραση κι ήθελα να δω το διαβόητο Σαλό ή 120 μέρες στα Σόδομα, πάλι από την Κινηματογραφική Λέσχη της ΕΡΤ.
Την επόμενη, με φώναξε ο διοικητής στο γραφείο του. Εντάξει, καλός άνθρωπος ήταν αυτός, ενδεχομένως να με...φοβόταν και λίγο με όλα τα χαρτιά που τού'χα πάει πακέτο από ψυχιάτρους. Περιέργως, δεν ήθελε να με προγκήξει για την αθώα κοπάνα μου, αλλά να συζητήσουμε το φιλμ. Πες μου τι σου άρεσε απ' αυτή την ταινία, μου είπε, το ξέρουμε ότι ο φασισμός είναι σκατά, είναι ανάγκη να το βλέπουμε και στο σινεμά; Και τότε άρχισα να του εξηγώ πως σωστό σινεμά είναι αυτό που ακριβώς θα μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι φασισμός = σκατά, ενώ λίγο αργότερα, όταν έμεινα μόνος μου, αναλογιζόμουν πως αν μη τι άλλο είναι το άκρον άωτον του σουρεαλισμού να βρίσκομαι σε στρατόπεδο στο βόρειο Αιγαίο και να συζητάω με τον διοικητή περί Pasolini.
Τα χρόνια πέρασαν κι ένα βράδυ τά'φερε πάλι έτσι η μοίρα και συμφάγαμε με φίλους ποιητές και κινηματογραφιστές στην ταράτσα του θεατρικού μεταφραστή Βαγγέλη Ηλιόπουλου, βοηθού του Pasolini στο θέατρο στην Ιταλία των late 60s. Εκεί άκουσα απίστευτες ιστορίες για τον σκηνοθέτη που λάτρευα τη φιλμογραφία του, αλλά και μία επίσης σουρεάλ ιστορία με τη Φλέρυ Νταντωνάκη:
Το σπίτι του Βαγγέλη βρισκόταν στην ταράτσα μιας μεγάλης πολυκατοικίας στο κέντρο της Αθήνας, που ευτυχώς που υπήρχε ασανσέρ, αλλιώς θα το σκεφτόταν κανείς σοβαρά να ανέβει τόσες σκάλες. Ένα βράδυ - στα τέλη της δεκαετίας του 1980 θα ήταν - περίμεναν τη Φλέρυ να έρθει με την παρέα του. Έλα όμως που το ασανσέρ είχε χαλάσει! Ξαφνικά, η πόρτα της ταράτσας ανοίγει και εμφανίζεται ένας δίμετρος μαύρος, στου οποίου την πλάτη κρεμόταν η υπέρβαρη τότε ερμηνεύτρια του Μεγάλου Ερωτικού! Την άφησε στην παρέα, δε χαιρέτισε κανέναν και έφυγε. Βρε Παζολινάκι, τι μού'κανες απόψε; είπε η Φλέρυ χαριτωμένα του Βαγγέλη και μετά είδαν όλοι μαζί το Θεώρημα του Pasolini, πάλι από την Κινηματογραφική Λέσχη και πάλι με opening Μπακογιαννόπουλου, εφόσον για το σκοπό αυτό είχε οργανωθεί το σουαρέ.
Το Θεώρημα, άλλο αριστούργημα! Μού'χε προξενήσει τρομερή εντύπωση που η απόλυτη ελευθερία στο μυαλό του Paslini συνδυαζόταν με την απελευθέρωση του σεξουαλικού ενστίκτου και την εξώθηση στην καλλιτεχνική δημιουργία. Πιο πολύ μάλιστα με εντυπωσίασε που η υπηρέτρια, η εκπρόσωπος της λαϊκής τάξης δηλαδή, επέστρεφε στο χωριό της και άρχισε να ίπταται πάνω από τους φτωχούς συγχωριανούς της, αγγίζοντας το όριο της αγιοσύνης!
Από τα χείλη του Νίκου Κούνδουρου ακόμη άκουσα πως όταν ο Πάπας του ελληνικού κινηματογράφου βρισκόταν στην Ιταλία και μοντάριζε το αντεργκράουντ Vortex του, στο διπλανό δωμάτιο του στούντιο ο Pasolini μοντάριζε τον δικό του Οιδίποδα. Ήταν μια εποχή δόξας του ευρωπαϊκού σινεμά, θυμόταν ο Κούνδουρος, λέγαμε καλημέρα με τον Fellini και τα μεσημέρια τρώγαμε στο εστιατόριο με τον Pasolini.
Τον Pasolini αναφέρει πάντα σχεδόν στο γραπτό και προφορικό λόγο του και ο ποιητής Γιώργος Χρονάς. Μέχρι σήμερα τον κολλάει οπουδήποτε με τρόπο ομολογουμένως ποιητικό. Πριν λίγα χρόνια γυρίζαμε μια σειρά για το ελληνικό λαϊκό τραγούδι όπου, μεταξύ άλλων, θα μιλούσε και ο Χρονάς. Παρακολούθα, λέω του Μπαλαχούτη του δημοσιογράφου, που σίγουρα θα πει κάτι και για τον Pasolini! Όντως, δεν έπεσα έξω. Καθώς η μαρτυρία του αφορούσε στον Μάρκο Βαμβακάρη, ο Χρονάς άρχισε να λέει: Ο Βαμβακάρης γεννήθηκε στη Σύρο των Καθολικών, ήταν Καθολικός, όπως Καθολικοί ήταν και όλοι οι ταπεινοί ήρωες των ταινιών του Pasolini...
Καθολικός, λοιπόν, ο Pasolini, βραβευμένος μάλιστα από το Βατικανό, μολονότι μαρξιστής και άθεος. Ίσως γιατί ελκυόταν από τον, κατά Carl Drayer και Roberto Rosselini, θρησκευτικό ουμανισμό και μία συμπάθεια προς το πρόσωπο του Χριστού ως λαϊκός επαναστάτης και όχι ως το δογματικό σύστημα που προέκυψε απ' τον εκφυλισμό των διδαχών του. Ένας από τους καλλιτέχνες που ανάγκασαν την Τσινετσιτά να μεταθέσει το κύριο βάρος της σ' αυτούς ήταν και ο Pasolini, αφού αυτή μέχρι πρότινος παρήγαγε μασίστες και φάρσες τύπου Τσίτσο και Φράνκο. Σχεδόν ότι συνέβη και στην Ελλάδα με τον ΝΕΚ, αλλά περίπου με μία 20ετία καθυστέρηση.
Άγνωστο σε πολλούς, ο Pasolini μετάφρασε στα ιταλικά τους στίχους του Μάνου Χατζιδάκι από το τραγούδι Τα παιδιά κάτω στον κάμπο για το Sweetmovie του Βαλκάνιου Dusan Makaveyef, ταινία που όταν πρωτοβγήκε δημιούργησε παγκόσμια αίσθηση. Δε γνωρίζουμε αν συναντήθηκαν ποτέ ο Pasolini με τον Χατζιδάκι - ο Μάνος δούλεψε στη Ρώμη το 1975, τη χρονιά που δολοφονήθηκε ο Pier Paolo, τη μουσική ενός ασήμαντου πολιτικού θρίλερ, στα όρια του splatter, με τίτλο FacCIA di Spia. Παρουσιάζει όμως τρομερό ενδιαφέρον το εν λόγω ντοκουμέντο με την Ιταλίδα pop ερμηνεύτρια και ηθοποιό Daniela Davoli, κυρίως γιατί οι ελληνικοί στίχοι του Χατζιδάκι - και κατ' επέκταση οι ιταλικοί του Pasolini - φώτιζαν τα απωθημένα βιώματα του ανθρώπινου ασυνείδητου και απενοχοποιούσαν τον παρορμητισμό του σεξ, στοιχεία που αξιώθηκαν βαθιάς μελέτης από τον Ιταλό διανοητή του κινηματογράφου.
Στις 2 Νοεμβρίου του 1975 ο Pier Paolo Pasolini βρίσκεται δολοφονημένος σ' ένα απομακρυσμένο χώρο κοντά σε αεροδρόμιο, υπογράφοντας έτσι μία υποθήκη τραγική για το μέλλον του πολιτισμού.
Στις 9 Νοεμβρίου η Corriere de la Serra θα δημοσιεύσει ένα κείμενο του, γραμμένο από τις 15 Ιουνίου του ίδιου έτους, ημέρα βουλευτικών εκλογών στην Ιταλία. Στο κείμενο αυτό, σκληρή αυτοκριτική του έργου του και βαθιά εξομολόγηση,
ο Pasolini δηλώνει την απογοήτευση του για τα λαϊκά αγόρια του προλεταριάτου που μεταβλήθηκαν σε κομπλεξικούς και ρατσιστές μικροαστούς β΄κατηγορίας, ενώ κατακεραυνώνει και τα κοινωνικά πράγματα της χώρας του, αλλά και σύσσωμου του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Το κλείσιμο αυτού του post ας γίνει με τα λόγια του ιδίου του Αγίου Pier Paolo, από το κλείσιμο εκείνου του οριακού πολιτικού μανιφέστου:
Προσαρμόζομαι λοιπόν κι εγώ στην εξαθλίωση και αποδέχομαι τα απαράδεκτα. Ξεχνώ σιγά - σιγά πως ήταν πριν τα πράγματα και τ' αγαπημένα πρόσωπα του χτες αρχίζουν να κιτρινίζουν. Βλέπω εμπρός μου - σιγά σιγά, χωρίς εναλλαγές - το παρόν. Προσαρμόζω τη δουλειά μου ώστε να γίνει πιο ευανάγνωστη. Σαλό;