Μετά απο αρκετούς μήνες, βρέθηκα ξανά στο παδικό μου δωμάτιο. Το καταφύγιό μου για πολλά χρόνια. Ο παράδεισός μου, έτσι το έλεγα. Κάθε φορά που βρίσκομαι σε αυτόν το χώρο νιώθω ανεξήγητα όμορφα. Ένας χώρος γεμάτος χρώματα και αναμνήσεις. Ένας χώρος που πέρασα αρκετά χρόνια, αμέτρητες ώρες να παίζω, να ακούω μουσική, να γράφω, να χαζεύω το φεγγάρι απο το μεγάλο παράθυρο. Και πάντα με χαμηλό φωτισμό. Με τρέλαινε απο τότε η μαγεία του μισοσκόταδου. Ίσως γιατί νόθευα πιο εύκολα την πραγματικότητα και την προσάρμοζα στα γούστα μου.
Όπως κάθε φορά, έτσι και τώρα άρχισα να το εξερευνώ σα να ήταν η πρώτη φορά που βρισκόμουν εκεί. Άνοιξα τα συρτάρια και βρήκα παλιά βιβλία, εκθέσεις, σκονάκια και φωτογραφίες. Αμέτρητες φωτογραφίες. Απο τη γέννησή μου ως την ενηλικίωσή μου. Έπειτα, σειρά είχε το μεγάλο ντουλάπι στη γωνία. Βρήκα χάντρες, κουτάκια, πολύχρωμες μπήλιες και γυάλινα μπουκαλάκια, πορσελάνινες κούκλες με αριστοκρατικά φορέματα, κομψά τσαντάκια με μαγικό περιεχόμενο (χτενάκια, καθρέφτες, πούδρες), παντομίμες, αρωματικά χαρτιά αλληλογραφίας που απεικόνιζαν παραμυθένια τοπία, μια φυσαρμόνικα, παιδικά κουζινικά σκεύη, μπογιές όλων των χρωμάτων... Ό,τι χρειαζόταν ένα μικρό παιδί για να χτίσει τον κόσμο του. Παίζαμε θυμάμαι κουκλοθέατρο με τους φίλους μου, φτιάχναμε ολόκληρα νοικοκυριά, τραγουδούσαμε, γυρνούσαμε την υδρόγειο και δείχναμε με το δάχτυλο που θέλουμε να πάμε. Εσύ που θες να πας, με ρωτούσαν. Όπου με πάει η τρέλα μου, τους απαντούσα. Εκεί βρίσκαμε την απόλυτη ευτυχία. Στα μικροσκοπικά αντικείμενα. Καμιά φορά φορούσαμε τα ρούχα των γονιών μας κρυφά. Μας φαινόντουσαν τόσο αστεία τα παιδικά κορμιά μας μέσα στα γιγαντιαία υφάσματα και γελούσαμε συνωμοτικά, σιγανά για να μη μας πάρουν χαμπάρι οι μεγάλοι.
Μέσα σ'όλα αυτά, βρήκα και ένα λεύκωμα. Απ'αυτά που φτιάχναμε στο Γυμνάσιο. Χαραγμένα με όρκους αιώνιας φιλίας και αφοσίωσης. Είμασταν όλοι κολλητάρια και τα περνούσαμε περίφημα. Δε θα μας χώριζε ποτέ και κανένας. Έτσι πιστεύαμε. Κι εγώ πρώτη και καλυτερη. Ήμουν αρκετά μικρή και δεν ήξερα. Πως την ώρα που εσύ προσπαθείς να παρηγορήσεις το φίλο σου και να γιατρέψεις τις πληγές του, αυτός καμιά φορά λιμάρει τα νύχια του για να στα καρφώσει.
Ύστερα πέρασα στις ζωγραφιές μου. Μου άρεσε πολύ να ζωγραφίζω κάμπους, λουλούδια,καλοκαιριάτικους καταγάλανους ουρανούς, μικρούς πολύχρωμους ήλιους και ανθρώπους με φτερά. Πάντα. Είχα μια εμμονή με τα φτερά. Και την έχω ακόμα.
Και κάπου εδώ τελείωσε το μαγικό μου ταξίδι στο παρελθόν. Λατρεύω αυτό το χώρο γιατί έχει κάτι απο μένα. Μοιραστήκαμε πολλά, όμορφα και άσχημα. Ενθουσιασμούς, απογοητεύσεις, χαμόγελα που τα αλάτισε το δάκρυ και άπειρα όνειρα. Ήταν για μένα ο δικός μου, μοναδικός, παραμυθένιος κόσμος. Ο παράδεισός μου.
σχόλια