«Το Guru κλείνει». Η είδηση άρχισε να μεταδίδεται την προηγούμενη Πέμπτη. Μέχρι τα ξημερώματα της Παρασκευής μεταδίδεται από το Facebook με τιμητικούς επικήδειους και αρκετές φράσεις-όρνια να περιτριγυρίζουν ένα σώμα ζεστό, που κάποιοι περίμεναν από καιρό να γίνει κουφάρι. Σε κάθε περίπτωση, ένα ζαλιστικό σπιράλ εικόνων ξεχύνεται και «γαμώτο, ποια ήταν η τελευταία φορά που πήγα;». Πρέπει να το θυμηθείς, αν σε ενδιαφέρει να τιμήσεις ένα από τα θρυλικά μαγαζιά της πόλης, που επί δώδεκα χρόνια δημιούργησε μια αυθεντική niche όχι μόνο διασκέδασης αλλά κωδικοποιημένης επικοινωνίας και εκτόνωσης του νυχτερινού φαντασιακού (φυσικά και υπήρξε). Το Guru λειτούργησε κανονικά μέχρι τα ξημερώματα της Μεγάλης Τετάρτης: thai μεζέδες κάτω ή στο πατάρι, κοκτέιλ στην μπάρα, λίκνισμα μπροστά στον DJ, φλερτ παντού - αλλά παντού (ακόμη μετράμε τα ζευγάρια που γνωρίστηκαν εκεί). Και απλά δεν ξανάνοιξε. Ούτε θα ανοίξει ποτέ ξανά. «Αλήθεια, το Guru κλείνει;» ρωτάω τον ιδιοκτήτη Κωνσταντίνο Ζουγανέλη; «Όχι δεν κλείνει. Έκλεισε.». Χωρίς αποχαιρετιστήριο πάρτι; «Χωρίς. Το Guru δεν έκανε εγκαίνια και δεν θα κάνει ούτε αποχαιρετιστήριο».
Στα δέκα μέτρα
Μην κατηγορείτε την οικονομική κρίση γι' αυτό, ούτε το business plan που ενδεχομένως έχει στο μυαλό του ο Ζουγανέλης, γιατί η αλήθεια είναι πως δεν έχει κανένα σχέδιο για το μέλλον. Και, όχι, δεν το έκλεισαν κάποιοι άλλοι, οι περιβόητες Αρχές. Η αλήθεια είναι ότι το Guru κλείνει, ακριβώς για τον ίδιο λόγο για τον οποίο δημιουργήθηκε πριν από δώδεκα χρόνια: εξαιτίας του σκηνικού που σήμερα συνθέτει την πλατεία Θεάτρου. «Φαντάσου να πηγαίνεις στη δουλειά σου ή να διασκεδάσεις και, για να μπεις, να πρέπει να περάσεις πάνω από πενήντα πτώματα που τρυπιούνται, από ανήλικες που εκδίδονται ή από συμμορίες που σπάνε αυτοκίνητα. Είναι εξευτελιστικό. Πώς μπορείς να διασκεδάζεις και δέκα μέτρα μακριά κάποιοι να πεθαίνουν; Πώς μπορείς να διασκεδάζεις ή να δουλεύεις και να νιώθεις πως μόλις βγεις μπορεί να κινδυνεύσει η ζωή σου;» λέει ο Κωνσταντίνος.
Ο πρέσβης, η πλατεία Θεάτρου, το Ιράκ
Πολ Άνκα, hip hop («οι φίλοι μου με κορόιδευαν μια ζωή ότι παίζαμε τυριά κομμάτια, μέχρι που βάφτισαν το Guru τυροκομείο» έγραψε ο Δημήτρης Καραΐσκος) και στο τέλος πολύ jazz ( πάρα πολύ). Αυστηρά ταϋλανδέζικες γεύσεις σαν και αυτές που αρέσουν στον Κωνσταντίνο, ίσως τα πιο ωραία κοκτέιλ της πόλης (κάπως έτσι έγινε μορφή της πόλης ο Μιχάλης Μένεγος). Το Guru ήταν το στέκι που ουσιαστικά δεν είχε πόρτα. Μέσα, το πιο ενδιαφέρον αστικό megle έπαιρνε την πόζα που πίστευε ότι του ταιριάζει ή άφηνε ελεύθερα τα ατάιστα σκυλιά της επιθυμίας του. Εκεί και οι θαμώνες του, πολλοί, που ταυτίστηκαν με τη φυσιογνωμία του Guru. Ο πιο φανατικός jazz θαμώνας ήταν σίγουρα όμως ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ Τσαρλς Ρις, που πήγαινε συνέχεια στο Guru για να πιει μια μπίρα και να ακούσει την αγαπημένη του μουσική στο Jazz Upstairs. «Συχνά ερχόταν και με διάφορους καλεσμένους του, που θα μπορούσαν να είναι το νούμερο δύο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ή ο Αμερικανός υφυπουργός Εσωτερικών» λέει ο Κωνσταντίνος. «Ερχόταν συνέχεια. Μέχρι που τον έστειλαν στο Ιράκ». Οι ιστορίες για τις απίστευτες νύχτες στο Guru μέχρι το ξημέρωμα και το σουρεαλιστικό συναπάντημα με τα γειτονικά τυροκομεία που άνοιγαν τα μαγαζιά τους και έβγαζαν στο πεζοδρόμιο τα προϊόντα τους είναι πολλές. Τον τελευταίο χρόνο όμως (με σταδιακή κλιμάκωση από τη «νησίδα ευτυχίας» που αποτέλεσαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας) οι εικόνες αυτές δεν ήταν αρκετά ισχυρές. Σαρώθηκαν από άλλες, όπως αυτή του ολλανδικού γκρουπ που έπαιζε στο Guru και που αποφάσισε να πάει μια βόλτα στην περιοχή. Στην οδό Μενάνδρου τους έκλεψαν τα πάντα, τους ξυλοκόπησαν και τρύπησαν έναν εξ αυτών με μια σύριγγα. Λίγο πριν την Μεγάλη Εβδομάδα μια γυναίκα, βγαίνοντας από το μαγαζί, φτάνοντας στο αυτοκίνητό της, ένιωσε ένα πιστόλι στον κρόταφο: «Παρέδωσε» την τσάντα της και έφυγε χωρίς άλλα προβλήματα!
Σημειώστε happy end
Πριν από μερικούς μήνες, τον Αύγουστο νομίζω, ο Κωνσταντίνος έλεγε στην «Καθημερινή» πως είναι θέμα εγωισμού, «πως θα επιμένει στη λειτουργία του μπαρ, παρά την κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή». Έστελνε παθιασμένες επιστολές, συνάντησε τους υπευθύνους του δήμου, κινήθηκε ακόμη και νομικά εναντίον του κράτους για την κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή και περιμένει να οριστεί δικάσιμος. Μέχρι που το Σαββατοκύριακο του Πάσχα αποφάσισε πως δεν πάει άλλο. Νικήθηκε; «Όχι δεν νικήθηκα. Βγαίνω νικητής. Αυτά τα δώδεκα χρόνια έκανα μόνο ό,τι πραγματικά ήθελα, χωρίς κανένα συμβιβασμό. Δεν έχω κανένα απωθημένο. Όμως η κατάσταση ξεπέρασε πια τα όρια της τρέλας. Δεν έχει πια πλάκα, άρα δεν αξίζει τον κόπο» λέει. Είναι αναπάντεχα ήρεμος. Είχα συνηθίσει τις σχεδόν οργισμένες συνεντεύξεις και επιστολές του, ένα πεισμωμένο στήλωμα των ποδιών, μια επιμονή να φτιάξει ξανά η κατάσταση στην περιοχή. «Όταν ήρθα υπήρχαν τρεις υπερήλικες πόρνες, που δεν ήταν επιθετικές. Ήταν ανέκαθεν εδώ και η ύπαρξή τους ήταν αυτονόητη. Δεν έχει καμία σχέση με αυτό που συμβαίνει σήμερα» λέει και δείχνει ανακουφισμένος που η κατάσταση αυτή τελειώνει. Δεν είναι θυμωμένος πια, ούτε καν λυπημένος. Άλλωστε «Πουτάνα τα κάνω και μόνος μου, δεν χρειάζεται να με καταστρέψει κανείς άλλος».
Μιλάμε στο χώρο του Jazz Upstairs. Κάτω τα πάντα είναι στη θέση τους, ένα Guru λυρικά όμορφο, καθώς ημι-φωτίζεται από τον ήλιο που κατορθώνει να μπει στο μαγαζί. Απόλυτη ηρεμία, σκέτη ποίηση. Έξω, ένα έντονο σφίξιμο, μια αγωνία μέχρι να απομακρυνθείς, να φτάσεις στην Αθηνάς. Πότε θα αρχίσει να αδειάζει ο χώρος; «Από Σεπτέμβριο. Μέχρι τότε δεν πρόκειται να το πειράξω». Στρίβει άλλο ένα τσιγάρο με μια ζεν διάθεση - ταιριαστή θα έλεγες με το χώρο. Ακόμη και για το δήμαρχο Αθηνών δεν μιλάει με την ένταση του παρελθόντος. Γελάει σαρκαστικά: «Το σύνθημά του είναι δεν θέλω να πω πολλά, θέλω να κάνω πολλά. Ε, έχει φοβερή αίσθηση του μπλακ χιούμορ ο δήμαρχος». Ακόμη και τώρα, μεσημέρι, φίλοι περνάνε να του μιλήσουν, συνεχή τηλεφωνήματα, ο κατάλογος των σχολίων στο Facebook μεγαλώνει. Άλλοι δηλώνουν σοκαρισμένοι και λυπημένοι, άλλοι απορούν. «Όλος αυτός ο ποιητικός οδυρμός επειδή έκλεισε ένα μπαρ; Είμαστε σοβαροί;». Όπως και αν είναι, η Αθήνα λέει «αντίο» στο Guru. Ίσως με τον τίτλο που θα ήθελε ο Κωνσταντίνος να έχει ένα θέμα για το θρυλικό μπαρ-εστιατόριο «Πέρασαν καλά και εμείς καλύτερα». Happy end, δηλαδή.
σχόλια