Γιατί απασχολεί ο Μπέκετ έναν εικοσιεξάχρονο;

Γιατί απασχολεί ο Μπέκετ έναν εικοσιεξάχρονο; Facebook Twitter
Δεν νομίζω ότι έχουμε τώρα χρόνο για σιωπή. Νομίζω ότι δεν είναι καλή εποχή για σιωπή. Αλλά ούτε για θόρυβο. Η μεγαλύτερη βουβαμάρα είναι να μιλάς... Φωτο: Νίκος Πανταζάρας
0

«Μετά από μια περίοδο αμόλυντης σιγής,

ακούστηκε μια αδύνατη κραυγή»

Ο «Ακατονόμαστος» είναι το σπουδαιότερο λογοτεχνικό κείμενο της Τριλογίας του Σάμουελ Μπέκετ «Μολλόυ»-«Ο Μαλόν πεθαίνει»-«Ο Ακατονόμαστος». Γράφει ο Μπέκετ: «Μιλάω για μια τέχνη που αποστρέφεται, το εφικτό, απόκαμε να κυνηγάει τιποτένια επιτεύγματα απόκαμε να παριστάνει πως μπορεί, πως είναι ικανή να κάνει λίγο καλύτερα το ίδιο παμπάλαιο πράγμα, να προχωρήσει λίγο μακρύτερα στον ίδιο βαρετό δρόμο, μια τέχνη που προτιμάει την έκφραση πως δεν υπάρχει τίποτα να εκφράσεις, τίποτα με το οποίο να εκφράσεις, τίποτα εκ του οποίου να εκφράσεις, καμιά δύναμη να εκφράσεις, καμιά επιθυμία να εκφράσεις, μαζί με την υποχρέωση να εκφράσεις».

 

Θαύμασα αυτό το επίτευγμα κατά κάποιο τρόπο, αλλά θαύμασα και αυτά που έγραψε, δηλαδή τα αυλακώματα, τα νοήματα με τα οποία ασχολήθηκε. Είναι νομίζω καθημερινές ανησυχίες. Δεν είναι κάτι intellectual. Αισθάνθηκα ότι μιλάει λίγο στον καθένα ξεχωριστά, αυτό μου άρεσε.

Ο «Ακατονόμαστος» του Σάμιουελ Μπέκετ γίνεται η πρώτη ύλη για μια παράσταση-μανιφέστο από τον Αργύρη Πανταζάρα. Από τη Δευτέρα (και κάθε Δευτερότριτο έως τις 3/2) αναμετράται με το «ΑΩ», στο «Θέατρο της Οδού Κυκλάδων», έναν κρυπτικό μονόλογο, ένα κείμενο που δημιουργεί προσωπική σχέση με τον θεατή. Εκφράζεται μέσα από μια συνεχή διαδικασία ήχων και συνειρμών». Ο «Ακατονόμαστος» είναι ένας αφηγητής χωρίς όνομα που χρησιμοποιεί τον λόγο του όχι ως μέσο έκφρασης ολοκληρωμένων σκέψεων αλλά ως μια διαδικασία συνεχούς παραγωγής, μας λέει ο Αργύρης Πανταζάρας. Ο λόγος είναι μια αυθύπαρκτη οντότητα που σπάει τη σιωπή.

 

Γιατί απασχολεί ο Μπέκετ έναν εικοσιεξάχρονο; Facebook Twitter
Από την πρόβα του "Ακατονόμαστου"

  

Νομίζετε, έχει αξία η σιωπή σήμερα;

Δεν ξέρω. Δεν νομίζω ότι έχουμε τώρα χρόνο για σιωπή. Νομίζω ότι δεν είναι καλή εποχή για σιωπή. Αλλά ούτε για θόρυβο. Η μεγαλύτερη βουβαμάρα είναι να μιλάς. Ο Ακατονόμαστος ψάχνει το δικαίωμα στη σιωπή, και προσπαθεί να πιάσει κάτι άλλο, μία άλλη συχνότητα, η οποία θα μπορεί να επικοινωνεί. Ίσως αυτό να μας λείπει, να μας λείπει το κλειδί της επικοινωνίας. Αυτός είναι και ο πολιτικός χαρακτήρας του έργου. Η στάση και ο τρόπος ζωής.

Ο Μπέκετ ασχολείται με τα πάντα μέσα στον κόσμο, με τον άνθρωπο, τη θνητότητα, τον πλούτο της σκέψης, με τον έρωτα και τις ανάγκες. Ψυχικά και πνευματικά πώς συναντιέστε με αυτές τις ιδέες;

Μαίνομαι από τη φαντασία μου και από το μυαλό μου και από τις σκέψεις μου, που τρέχουν με μεγάλη ταχύτητα, οπότε κάνοντας θέατρο προσπαθώ να γειωθώ και να συλλάβω αυτές τις ιδέες και τα νοήματα αυτής της μανίας μέσα στο κεφάλι μου. Όταν διάβασα τον Ακατονόμαστο αισθάνθηκα ότι ο Μπέκετ κατάφερε να το εξημερώσει, θα έλεγα, αυτό το μεγάλο ζώο, το κεφάλι, μέσα από ένα συνειρμικό λόγο, μέσα από μία αυτόματη γραφή. Θαύμασα αυτό το επίτευγμα κατά κάποιο τρόπο, αλλά θαύμασα και αυτά που έγραψε, δηλαδή τα αυλακώματα, τα νοήματα με τα οποία ασχολήθηκε. Είναι νομίζω καθημερινές ανησυχίες. Δεν είναι κάτι intellectual. Αισθάνθηκα ότι μιλάει λίγο στον καθένα ξεχωριστά, αυτό μου άρεσε. Σαν να έπαιρνε τη θέση του καθενός, παρόλο που αυτοί είναι προσωπικοί υπαρξιακοί συλλογισμοί. Το έχει έτσι οργανωμένο ώστε να μπορέσει να συνεχίσει την ιστορία. Και όταν το διάβαζα καταλάβαινα μέσα σε αυτό που έφτιαξε και την πλάκα, το χιούμορ, αυτό το πράγμα που αρχίζεις να παραμιλάς μόνος σου και κάποιος απλά σου κρατάει συντροφιά…

Σας έχει απασχολήσει το ότι είστε μόνο 26 ετών και ίσως μικρός για να ασχοληθείτε με τον Μπέκετ;

Βέβαια. Το παίρνω πάνω μου, το παίρνω σαν ευθύνη. Τον ήξερα τον Μπέκετ κατά κάποιο τρόπο. Εννοώ ήξερα πώς τον προσεγγίζουν και ποιος είναι. Και αυτός είναι ο λόγος που κιόλας δεν τον πλησίαζα. Κάτι δεν καταλάβαινα. Κάτι δεν μου άρεσε στην προσέγγιση. Αισθανόμουν ότι δεν θα δω ποτέ Μπέκετ. Αισθάνομαι ότι ο Μπέκετ δεν είναι καπέλο, γαλότσα και παλιά ρούχα. Αισθάνομαι ότι υπάρχει μία μεγαλύτερη ευαισθησία. Και αυτή την ευαισθησία την βρίσκω στον «Ακατονόμαστο», γιατί ο «Ακατονόμαστος» είναι το τελευταίο έργο της τριλογίας του, πριν γράψει τον «Γκοντό». Στον Ακατονόμαστο έφτασε στον πάτο κατά κάποιο τρόπο, εξέθεσε δηλαδή όλο του τον εσωτερικό κόσμο, όλες του τις ανησυχίες, το θυμό του, την οργή του, γιατί κατά κάποιο τρόπο είναι ένας άνθρωπος ο οποίος τον διώξανε από την Ιρλανδία, δεν τον αποδέχτηκαν σαν ποιητή. Και αυτό πήγε στη Γαλλία, άλλαξε γλώσσα, είπε «θα φτωχύνω κι άλλο. Δε με θέλετε έτσι; Θα φτωχύνω κι άλλο. Θα γράψω σε άλλη γλώσσα». Και κατέθεσε μόνο υπαρξιακούς συλλογισμούς τους οποίους δεν ήθελε να τους εκδώσει κανένας, ούτε να γίνουν κάτι. Έγραφε για τη γραφή. Είναι αυτό, είναι σα να μιλάει κάποιος για το λόγο και μέσα σ’ αυτό να βρίσκει την κάθαρσή του κατά κάποιο τρόπο. Αυτό που λέμε όλη την ώρα ότι σημασία έχει η διαδρομή τελικά.

Πιστεύετε ότι αυτή την έννοια την «πιάνετε» καλύτερα τώρα και σε αυτή την ηλικία;

Ναι, με  συγκινεί και θέλω να τον πιάσω τώρα, στην κατάσταση που βρίσκομαι, στη διαύγεια που έχω τώρα, και τη σωματική και την πνευματική. Αυτό πιο πολύ. Και αυτό που με ανησυχεί, -και εδώ είναι η στιγμή και η ηλικία-, είναι ότι μετά από ‘δω, μπορεί να μην σκέφτομαι το ίδιο ελεύθερα. Οπότε μπορεί να μην προσεγγίζω τα πράγματα το ίδιο ελεύθερα. Μετά από ‘δω, μπορεί να μην μπορώ να κινηθώ το ίδιο όπως κινούμαι τώρα, οπότε θέλω να το δοκιμάσω ας πούμε αυτό το ακροβατικό τώρα. Και ας μου συγχωρεθεί οτιδήποτε.

Έγινα ηθοποιός για τις καμπές, τον παλμό, αυτό τον διάολο που έχουμε μέσα μας, που από κάπου έρχεται και κάπου πάει όταν φεύγει, για αυτό τον παλμό της καθημερινότητάς μας που ας πούμε σε αυτή την περίπτωση ο Μπέκετ κατάφερε να τον καταγράψει, να τον συλλάβει.

Ξέρετε πολλές φορές, όταν οι ηθοποιοί καταβυθίζονται σε κείμενα ή έργα χάνουν ένα κομμάτι από την πραγματικότητα του θεάτρου, ή την επικοινωνία με τον θεατή. Τι σκέφτεστε γιαυτό;

Εγώ έχω ένα προσωπικό πήχη, ένα κριτήριο με τους θεατές, αισθάνομαι μία πολύ μεγάλη ευθύνη απέναντί τους.  Δεν αισθάνομαι ότι το θέατρο είναι επίδειξη δυνάμεων και ικανοτήτων σε σχέση με αυτούς που έρχονται να σε δούνε, αλλά είναι οι θεατές αυτοί που ζητάνε από σένα τι να κάνεις. Αυτοί σε σπρώχνουν στα βάθη για τα οποία συζητάμε. Εγώ τον εμπιστεύομαι τον κόσμο και τον ευχαριστώ γιαυτή τη σχέση, επειδή, κατά κάποιο τρόπο με σπρώχνουν. Και δεν εννοώ το αν είμαι καλός ή όχι, εννοώ το κέντρο που βρίσκεις κανείς για να επικοινωνήσει με τον θεατή. Νομίζω αυτή είναι μια σχέση την οποία δεν μπορεί να στην πάρει καμία σχέση σκηνοθέτη, δεν μπορεί να στην κλείσει και δεν πρέπει, και καμία φόρμα και κανένα κείμενο. Αλλιώς θα ‘πρεπε να έχουμε το θάρρος να κατέβουμε από τη σκηνή.

Φοβάστε ότι στο μέλλον μπορεί και να κλειστείτε, να επαναλαμβάνεστε;

Τώρα είμαι λίγο πιο ευέλικτος κατά κάποιο τρόπο, δεν έχω πήξει ακόμα, αλλά καταλαβαίνω τι σημαίνει κάποιος που έχει κλείσει, που έχει παγιωθεί και πει «εγώ έτσι θα παίζω από ‘δω και πέρα, έτσι θα με βλέπετε, ελάτε». Εκεί καταλαβαίνεις ότι δεν υπάρχει επικοινωνία και δεν μπορεί να υπάρξει ποτέ. Τέλος πάντων, αυτές είναι οι ανησυχίες μου, ένα συνονθύλευμα ανησυχιών. Ό,τι κάνω το κάνω επειδή προσπαθώ ας πούμε να υπηρετήσω μία ιδέα ή ένα όραμα. Αλλά είναι μια τεράστια διαδρομή εσωτερική στην τελική αυτός ο κόπος.

Τελικά γιατί γίνατε ηθοποιός, για όλα αυτά;

Για τις καμπές, τον παλμό, αυτό τον διάολο που έχουμε μέσα μας, που από κάπου έρχεται και κάπου πάει όταν φεύγει, για αυτό τον παλμό της καθημερινότητάς μας που ας πούμε σε αυτή την περίπτωση ο Μπέκετ κατάφερε να τον καταγράψει, να τον συλλάβει. Είναι σαν να ψάχνω και εγώ το νόημα της ζωής.

Αν αύριο σας πει κάποιος ότι δε θα είστε ηθοποιός;

Θα βρω τρόπο να εκφραστώ σε σχέση με το θέατρο . Με την ομάδα μας, με τον Χάρη Φραγκούλη και την Ηρώ Μπέζου θα κάνουμε τον Άρντεν από το Φέβερσαμ. Σε αυτή την παράσταση θα κάνω τα σκηνικά. Γιατί και αυτό είναι στο πλαίσιο μιας μελέτης για το θέατρο και με αφορά. Θα το υποστηρίξω από μέσα με τον τρόπο μου. Και γιατί είναι και αυτός ένας τρόπος να μελετάμε τα πράγματα. Είναι σαν δώρο που δε σταματά ποτέ να σου δίνεται. Και δημιουργεί μια στάση απέναντι στη ζωή και τους ανθρώπους. 

Ιnfo:

ΑΩ

Θέατρο Οδού Κυκλάδων

Από 15 Δεκεμβρίου 2014

Δευτέρα και Τρίτη 21.00

Εισ.: 10€ (Δωρεάν για ανέργους)

Σύλληψη - Σκηνοθεσία - Ερμηνεία: Αργύρης Πανταζάρας
Δραματουργία: Γιωργίνα Γερμανού & Ελίνα Μαντίδη
Σκηνογραφία: Λουκία Χουλιάρα
Σκηνική Προετοιμασία Ηθοποιού (Τεχνική Alexander): Βίκυ Παναγιωτάκη
Σχεδιασμός Φωτισμού: Γιώργος Καρβέλας
Ηχητική Σύνθεση: Δημήτρης Καμαρωτός
Βοηθός Σκηνοθέτη: Ελίνα Μαντίδη
Φωτογραφίες: Νίκος Πανταζάρας

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Δ. Πολιτάκης / Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Μπορεί να έχει άμεση ανάγκη κάποιου είδους ανάπλασης η Πλατεία Εξαρχείων, το τελευταίο που χρειάζεται όμως είναι ένα μίζερο χριστουγεννιάτικο δέντρο με το ζόρι.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Β. Βαμβακάς / Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Οποιοσδήποτε απολογισμός της είναι καταδικασμένος στη μερικότητα, αφού έχουν συμβεί άπειρα γεγονότα που στιγμάτισαν τις ζωές όλων μας ‒ δύσκολο να μπουν σε μια αντικειμενική σειρά.
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΜΒΑΚΑ
Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Β. Στεργίου / Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Αντί να βλέπουμε τη χώρα σαν άδεια πισίνα όπου πρέπει να γυρίσουν τα ξενιτεμένα της μυαλά για να γεμίσει, ας αλλάξουμε τα κολλημένα μυαλά σ' αυτόν εδώ και σε άλλους τόπους.
ΤΗΣ ΒΙΒΙΑΝ ΣΤΕΡΓΙΟΥ