Ο τίτλος είναι σίγουρα πιασάρικος. «Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη», κατά το «Γεννήθηκα Ελληνίδα» της Μελίνας ή το «Έγινα ιερόδουλος διότι έτσι εγεννήθην» της Γκαμπριέλας. Το βιβλίο του «αρχιεκτελεστή» της οργάνωσης Δημήτρη Κουφοντίνα, βέβαια, ελάχιστη λογοτεχνική αξία κι αμφίβολη αξιοπιστία έχει. Ούτε καν κάποιο σοβαρό πολιτικό μανιφέστο συνιστά - οι ιδεολογικές του αναλύσεις είναι φτηνές, ενώ ακόμα και οι «συγκρουσιακές» περιγραφές του κινούνται σε επίπεδο παλληκαρισμών συνοικιακού καφενείου ή μάλλον... σαλούν. Μήτε κι αποπνέει κάποιον εξεγερσιακό, έστω, ερωτισμό του τύπου «υγεία, κάβλα κι επανάσταση» που γράφαμε κάποιοι μικρότεροι στους τοίχους. Μόνο ιδεολογικά προσχήματα, μιζέρια και μίσος. Ούτε κατ' ιδέα δεν θα συγκρινόταν π.χ. με τη συγκλονιστική αυτοβιογραφία του πρώην δικηγόρου της RAF Ρολφ Πόλε «Το όνομά μου είναι άνθρωπος».
Αυτά βέβαια δεν εμπόδισαν έναν γνωστό εκδοτικό οίκο όπως ο Λιβάνης να το εκδώσει, προεξοφλώντας την εμπορική του επιτυχία σε ένα κοινό γαλουχημένο με τον μύθο του μακροβιότερου αντάρτικου πόλης στην Ευρώπη κι ανοικτό – λόγω συγκυριών αλλά και ιδιοσυγκρασίας - σε οποιοδήποτε λόγο φαντάζει ανατρεπτικός.
Μια πρωτοβουλία που προκάλεσε καταιγίδα αντιδράσεων, όπως φυσικά αναμενόταν. Διότι ναι, λένε και γράφουν, ο Κουφοντίνας είναι αυτός που είναι, γιατί όμως θα πρέπει κάποιος να δώσει βήμα και μάλιστα τόσο «επίσημο» σε έναν κατά συρροή δολοφόνο με προσωπείο επαναστατικό; Για «ματωμένα λεφτά» μίλησε ο υποψήφιος περιφερειάρχης της ΝΔ Κώστας Μπακογιάννης, γιός του δολοφονημένου από εκείνη Παύλου, «ντροπή και αναγούλα» ένιωσε, λέει, ο ανεξάρτητος, πλέον, βουλευτής Πέτρος Τατσόπουλος, ξεσπάθωσε η ΝΔ κατά του αριστερού (όχι πάντως Συριζαίου, ως αρχικά ειπώθηκε) Νίκου Γιαννόπουλου που προλογίζει το βιβλίο με πρωτοστάτη τον Μάκη Βορίδη, γνωστό άλλωστε για το τσεκούρι της ειρήνης με το οποίο συνήθιζε να κυκλοφορεί στα νιάτα του.
Εμένα πάλι δεν με ενόχλησε η πρωτοβουλία του Λιβάνη. Στους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης υπάκουσε, κι ας τους κάλυψε με πλουραλιστικό περιτύλιγμα. Θα συμφωνήσω, επιπλέον, ότι δεν χρειαζόμαστε μονομερείς αφηγήσεις και προκαταλήψεις σε κρίσιμα θέματα της ιστορικής εξέλιξης στην Ελλάδα, όπως αναφέρουν στο «απολογητικό» τους σημείωμα οι εκδόσεις. Αναγνωρίζω εξάλλου στον συγγραφέα το ότι είναι, τουλάχιστον, το μόνο στέλεχος της 17Ν που εξαρχής αφότου πιάστηκε ανέλαβε την ευθύνη των πράξεών του. Ακόμα και το εξώφυλλο με τις ευθείες αναφορές στον ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και το Πολυτεχνείο βρήκα ταιριαστό, κι ας μοιάζει αισθητικά παρωχημένο. Μπερδεύει, λέει, επίτηδες ανόμοιες περιόδους και καταστάσεις – ναι καλά, αυτό δα περιμέναμε για να μπλέξουμε ιστορικά τα μπούτια μας! Εδώ βλέπεις τον Άρη Βελουχιώτη σε αναρχικές αφίσες, τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη «φόντο» στον Χριστόδουλο Ξηρό, τσιτάτα του Τσε σε ακροδεξιούς ιστότοπους. Μήτε αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία ο συγγραφέας Κουφοντίνας – βιβλία κυκλοφόρησαν αφότου συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν τόσο ο Κάρλος το Τσακάλι όσο και ιστορικά στελέχη των Ερυθρών Ταξιαρχιών. Ο Τόνι Νέγκρι κυκλοφορεί καιρό τώρα και στα ελληνικά, το ίδιο κι εκείνος ο απίθανος φρίκος Μπόμι Μπάουμαν της γερμανικής «2 Ιούνη».
Είμαι φύσει αλλεργικός σε οποιαδήποτε λογοκρισία - αν αρχίσεις να φλερτάρεις μαζί της, δύσκολα βρίσκεις το μέτρο. Γιατί π.χ. να λογοκρίνουμε τον Κουφοντίνα όταν δεν υπήρξε η παραμικρή αντίδραση όταν ο Κάκτος εξέδωσε πρόπερσι το βιβλίο του ακροδεξιού Νορβηγού μακελάρη Μπρέιβικ, όταν κυκλοφορούν ελεύθερα χρόνια τώρα σούπερ ρατσιστικά συγγράμματα όπως τα ψευδεπίγραφα «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών», όταν εκδίδονται ο Πλεύρης, ο Καμένος αλλά κι ο αρνητής του Ολοκαυτώματος Ντέιβιντ Ίρβινγκ, όταν οι «Ελ» του Λιακόπουλου είναι έτοιμοι να κατασπαράξουν και τον τελευταίο βάρβαρο; Ούτε αποτελεί σοβαρό επιχείρημα ότι το Κουφοντίνιο πόνημα ενδεχομένως θα «παρασύρει» νέα παιδιά στην τρομοκρατία. Χαζομάρες. Αν είναι κάποιοι να τη δουν με το ένοπλο, μπορούν σίγουρα να βρουν ή να «εφεύρουν» χιλιάδες άλλους λόγους. Κι εγώ έτυχε να διαβάσω μικρός το Ο Αγών Μου του Αδόλφου Χίτλερ – υπήρχε μια παλιά έκδοση στην πατρική βιβλιοθήκη, ακριβώς δίπλα στα Άπαντα του Λένιν και τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο του Ουίνστον Τσόρτσιλ -, κάθε άλλο όμως παρά ναζί έγινα. Λίγο αργότερα εντρύφησα στον θρυλικό Τσελεμεντέ του Αναρχικού και το Ελληνικό Αντάρτικο Πόλης του Γιώργου Καράμπελα. Ούτε, πάλι, πήρα τα βουνά με το καλάσνικοφ στον ώμο. Και επειδή ο όρος τρομοκρατία ερμηνεύεται διαφορετικά κατά περίσταση, αν είναι έτσι να λογοκρίνουμε και τα μνημόνια. Όχι. Ας βγαίνουν όλα ελεύθερα στο άπλετο φως της μέρας, ώστε να δούμε πόσα θα το αντέξουν. Κι ας έχουμε έπειτα την ευχαρίστηση να σκίσουμε ή να κάνουμε delete όσα μας χαλάνε.
Περισσότερο με παραξένεψε η προθυμία ενός «γκαγκάν» επαναστάτη που δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του να δεχτεί να κυκλοφορήσει το βιβλίο του ένας «κατεστημένος» εκδοτικός οίκος, η κεφαλή του οποίου είχε, μάλιστα, στενές σχέσεις με τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ – κοντολογίς, ένας πιθανός υποψήφιος στόχος της 17Ν τον καιρό της ακμής της! Δεν θα ήταν πολιτικά συνεπέστερο να επέλεγε κάποια από τις τόσες εναλλακτικές/ελευθεριακές εκδόσεις με την πλούσια σχετική βιβλιογραφία ή να το κυκλοφορήσει ο ίδιος, όπως περίπου έπραξε προ ετών ο πρώην σύντροφός του Σάββας Ξηρός; Να συμφωνήσω ότι ήθελε ευρύτερη προβολή και κοινό (συν τα «οφέλη» που μπορεί να αποκομίσει από μια τέτοια προοπτική). Πού ακριβώς, όμως, θα πάει το ποσοστό κέρδους που αναμένει από τις πωλήσεις; Στο «κίνημα» έτσι γενικά ή στην τσέπη του, πράγματα που φέρεται πολύ συχνά να ταύτιζε; Ακόμα και στην πρώτη περίπτωση, ποιο ακριβώς κομμάτι του θα αποδεχόταν χαλαρά την ευγενική αυτή «χορηγία»;
Το θέμα «17Ν» είναι τεράστιο, πολυεπίπεδο και με πολλές ακόμα άγνωστες πτυχές. Όπως το θέμα «τρομοκρατία στην Ελλάδα», όπως και το ζήτημα του ένοπλου γενικά. Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα έχουν σίγουρα πολλή δουλειά και επειδή η επίσημη ιστορία δεν είναι απαραίτητα η πιο αληθινή, κάθε συμβολή στην έρευνα είναι ευπρόσδεκτη, ακόμα και για να την απορρίψουμε. Σε κάθε περίπτωση, το... διαπλεκόμενο Λιβάνη-Κουφοντίνα αποδεικνύει για πολλοστή φορά ότι η «κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» είναι ακαταμάχητη ακόμα και για τους φανατικότερους αρνητές της. Το ίδιο έντονη είναι, εξάλλου, η έλξη που πάντοτε ασκούσε, με τη σειρά του, το περιθώριο στο κατεστημένο.
σχόλια