Ο νταλγκάς
Ένας από τους μεγαλύτερους τραγουδιστές όλων των εποχών είναι ο Διαμαντίδης ή Νταλγκάς. Καταγόταν από μια συνοικία της Πόλης. Ονομάστηκε έτσι γιατί η φωνή του έκανε κύματα. «Νταλγκάς» στα τούρκικα σημαίνει κύμα. Όταν μια καρδιά είναι κυματισμένη, έχει νταλγκά. Νταλγκαδιασμένη ψυχή είναι αυτή που έχει τρικυμία λόγω έρωτα...
Ηκαψούρα ή σεβντάς...
Η ερωτική κάψα είναι ένα σφοδρό και ακαταμάχητο πάθος. Ο καρασεβντάς, ο μαύρος έρωτας δηλαδή που σε οδηγεί να χάσεις τα λογικά σου. Η Σαπφώ σε μια εμβληματική της φράση έχει γράψει: «πάλι με κυριεύει ο έρωτας, το γλυκόπικρο, ακαταμάχητο ερπετό». Το ερπετό σημαίνει πως δεν μπορείς να γλιτώσεις. Καψούρα, λοιπόν, είναι η θολούρα που δεν μπορείς ν' αποφύγεις. Στην Τουρκία που ήμουν, ένας είχε ονομάσει τη βάρκα του Σεβντάπ που σημαίνει «αγαπολατρεία». Τρομερή λέξη.
Η καψούρα ταιριάζει με όλον τον κόσμο. Ταιριάζει με όσους δεν έχουν προοπτική. Γιατί είσαι φτωχός και είναι πλούσια. Γιατί είναι άντρας και είσαι άντρας. Γιατί είσαι μεγάλος και η άλλη μικρή. Γιατί μπορεί να είναι η γυναίκα του αδερφού σου. Πολλές είναι οι φορές που η καψούρα δεν έχει αποκαλυφθεί. Είναι ένα μεγάλο αδιέξοδο. Σαν αίσθημα είναι μια μαγική κατάσταση, παρόλο που είναι καταραμένη. Δεν την έχεις στο τσεπάκι σου για όλη τη ζωή. Πρέπει να είσαι νέος ή απεγνωσμένος σε μεγάλη ηλικία.
Τα«υλικά»της συνταγής...
Άκρατος πόνος, ασφυκτικό συναίσθημα αλλά και μεγάλη εγωπάθεια. Ο καψουρεμένος είναι ένας άνθρωπος ανυπεράσπιστος. Το υποκείμενο της καψούρας είναι απόλυτα εκμεταλλεύσιμο από το αντικείμενο της καψούρας. Διάφορες βασίλισσες της νύχτας κατέστρεψαν βιομήχανους. Στάρλετ των καμπαρέ ξεζούμισαν παλικάρια. Η καψούρα δεν πρέπει να καταλήξει σε κάτι σοβαρό, γιατί ο πυρετός αυτός χάνεται. Ο γάμος απομυθοποιεί την καψούρα. Η καψούρα συνοδεύεται από σούρα και από μαστούρα. Συνέπειες μπορεί να είναι το κλάμα, η δημιουργίας ενός ποιήματος ή ενός τραγουδιού, ακόμα και η αυτοκτονία.
Αντρική υπόθεση...
Τα ποσοστά αυτοκτονίας των γυναικών είναι ελάχιστα μπροστά στα αντρικά. Έχουν άλλους τρόπους. Μπορεί να είναι καταπιεσμένες, αλλά έχουν άλλο τρόπο να εκφράζουν τα συναισθήματά τους. Είναι «νόμιμο» το κλάμα σε αυτές. Ενώ ο άντρας, αν τα πει σε έναν κολλητό του, θα ακούσει το «έλα, ρε μαλάκα, γιατί στενοχωριέσαι». Έτσι, ο άντρας κατέφευγε στην καψούρα γιατί είναι πιο καταπιεσμένος κοινωνικά από τις γυναίκες.
Από τους ρεμπέτες μέχρι σήμερα
Στη ρεμπέτικη κουλτούρα δεν μπορούμε να πούμε ότι έχουμε καψουροτράγουδα, ούτε καψουριάρη τραγουδιστή. Ο ρεμπέτης είχε τον τεκέ του. Το Κολωνάκι πήγαινε στο Περοκέ. Βέβαια, αν δεν το χρωματίσουμε με μαύρες πινελιές και δεν το ξορκίσουμε, μπορούμε να πούμε πως καψουριάρικο τραγούδι είναι οι αμανέδες. Λέει ένας από αυτούς: «Μωρή Ντουντού, μωρή Ντουντού, εσύ μου σήκωσες το νου». Αν το δεις έτσι, τότε και σε όλους τους μεγάλους (Παπαϊωάννου, Τσιτσάνης, Ζαμπέτας) πέρασε η καψούρα μέσω των αμανέδων. Όμως, ούτε στα πρώτα χρόνια της λαϊκής περιόδου είχαμε αμιγώς καψουροτράγουδα. Δεν μπορείς να πεις ότι ο Μπιθικώτσης, ο Τσιτσάνης ή η Πόλυ Πάνου είναι καψουριάρηδες. Όλοι αυτοί είχαν το φωτοστέφανο του πάλκου. Είχα δει τον Τσιτσάνη στην Καισαριανή και φορούσε ένα βελούδινο κουστούμι και με καθήλωσε. Η Σωτηρία Μπέλου σε καθήλωνε μόνο και μόνο με την εμφάνισή της.
Αργότερα, με την παρακμή του λαϊκού τραγουδιού περάσαμε σε μια μεταποίηση που ονομάζεται «σκυλάδικο του '70 και του '80» και ακουγόταν στα πέριξ της Ομόνοιας. Ήταν περιθωριακά, αλλά δεν ήταν εξορισμένα. Εκεί βγαίνανε τα τραγούδια της βαριάς καψούρας με φωνές σαν του Μιχαλόπουλου, του Νικολαΐδη, του Απόστολου Καφάση. Εκφραζόταν η μεγάλη αγάπη από έναν άνθρωπο προς έναν άλλον. Υπάρχει ένα ωραίο σκυλάδικο της Στανίση που λέει: «Σε φυλάκισα για πάντα στο ερωτιάρικο κελί μου». Όταν έγιναν τα μεγάλα τα κέντρα στην Παραλία, με τον Αντύπα, τη Στανίση και όλους αυτούς, η καψούρα έγινε σαν ένας τρόπος εκτόνωσης του κόσμου που σκορπούσε λεφτά. Πρώτα δεν ήταν έτσι. Ήταν για ανθρώπους που, και να είχαν κάποια λεφτά, πήγαιναν στη ζούλα και κλεινόντουσαν στα υπόγεια. Τώρα έχουμε γαρύφαλλα, σπάσιμο πιάτων και όλα τα συνακόλουθα.
_______
ΕΙΔΩΛΑ
Μάρκος Βαμβακάρης: Ο Μάρκος παντρεύτηκε και έκανε τα παιδιά του με την πρώτη του γυναίκα. Αυτή τον απάτησε με τον κουμπάρο. Από την καψούρα του πήγαινε συνεχώς να τη δει. Αυτήν, τη γάμπα της, τα πόδια της. Μεγάλο το πάθος του Βαμβακάρη.
Ζωζώ Νταλμάς: Μεγάλη ντίβα. Βάφτισε και τη Ζωζώ Σαπουντζάκη. Όταν πήγαινε στην Πόλη, έβαζε σαμπάνια στο γοβάκι της και την έπινε ο Κεμάλ. Επαναστάτης άνθρωπος. Έπαιρνε τις τούρκικες λίρες που άξιζαν τότε αρκετά, τις έκαιγε μ' ένα τσιγάρο και άφηνε μόνο το κεφάλι του.
Σπεράντζα Βρανά και Μάγια Μελάγια:Αυτές όλες του ελαφρού λαϊκού μαγνήτιζαν τους πλούσιους. Τραγούδαγαν μισόγυμνες και τους τραβούσαν. Διάδοχος αυτών είναι η Άντζελα. Είναι μια καθαρόαιμη λαϊκή τραγουδίστρια που πουλάει καψούρα.
Στέλιος Καζαντζίδης: Ήταν ο ίδιος μια καψούρα. Ήταν ένα κοινωνικό φαινόμενο συνδυασμένο με τον έρωτα. Κάποιος που ήταν στη Γερμανία έλεγε πως «αυτός με πιάνει τελείως. Πως είμαι μόνος, φτωχός, ξενιτεμένος και ερωτευμένος».
σχόλια