Εντύπωση, θετική φυσικά, προκάλεσε η πρόσφατη συνέντευξη του Πάπα Φράνσις στη Ρεπούμπλικα, όπου «εξομολογήθηκε» πως αγαπάει το σοβαρό, κλασσικό ιταλικό σινεμά της νιότης του, και ειδικά τον Φελίνι, τον Βισκόντι και τον Ροσελίνι.
Ειρωνεία, καθώς όσοι από τους πιονιέρους του νεορεαλισμού έχουν μείνει ζωντανοί, πηδάνε από τα παράθυρα για να σωθούν από τον πόνο, την αρρώστια, τα γηρατειά και τη μοναξιά. Πριν από περίπου τρία χρόνια αυτοκτόνησε ο 95χρονος Μάριο Μονιτσέλι, πηδώντας από το δωμάτιο του νοσοκομείου όπου νοσηλευόταν. Χθες πέταξε από το διαμέρισμα του και ο 91χρονος Κάρλο Λιτσάνι, μάλλον έχοντας αφήσει πίσω ένα σημείωμα.
Βλέπετε, οι άνθρωποι αυτοί δεν καταφεύγουν στα κομποσχοίνια και τις προσευχές, ήταν βασικά άθεοι, και από ένα σημείο κι έπειτα, δεν άντεξαν, χωρίς το στήριγμα (ή την αυταπάτη της ελπιδοφόρας πίστης, ανάλογα τη γωνία που το βλέπει κανείς) για να ξεπεράσουν το τέλος της ικμάδας. Κι όσο κι αν ο Πάπας επιδίδεται σε επικοινωνιακά τρικ, όπως το επιβάλλει η εκσυγχρονισμένη πολιτική του Βατικανού (πρώτα ήρθε το instagram με εφήβους, τώρα το παλιό καλλιτεχνικό σινεμά), στέκομαι επιφυλακτικός για το ποιόν της άδολης αγάπης του για το συγκεκριμένο σινεμά. Είναι σα να παραδεχόταν ο μακαρίτης ο Χριστόδουλος πως του άρεσε η Εκδρομή του Κανελλόπουλου. Δεν είναι ακριβώς το ίδιο, λόγω της λαϊκότητας και της αποδοχής του ρεύματος αυτού, αλλά κάπως έτσι μου ακούγεται.
Διότι κατά βάθος, ο νεορεαλισμός ήταν σκληρός. Πολύ σκληρός. Προλεταριακός, αντιφασιστικός, ανθρώπινος, καθόλου φιλάνθρωπος και "χριστιανικός". Καθαρά αντιπαπικός δηλαδή. Όχι τόσο ο Φελίνι και ο Βισκόντι, όσο οι υπόλοιποι. Και ο Κάρλο Λιτσάνι, υπήρξε ένας από τους πυλώνες, ίσος ανάμεσα στους πολλούς σπουδαίους σεναριογράφους που έγραψαν πρωτότυπες ιστορίες ή διασκεύασαν μυθιστορήματα, που φόντο και προσκήνιο είχαν την ματωμένη Ιταλία, τα τσακισμένα της όνειρα, την εργατιά και τον απλό κόσμο που πάλευε, όπως το εμβληματικό Πικρό Ρύζι που του χάρισε υποψηφιότητα για Όσκαρ σεναρίου και το Χρονικό των Φτωχών Εραστών, που σκηνοθέτησε και λέγεται πως δεν πήρε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες, γιατί η ιταλική κυβέρνηση ενοχλήθηκε από την αναμόχλευση των φασιστικών στοιχείων που οδήγησαν στο μουσολινικό δράμα, και πίεσαν για τον σχετικό αποκλεισμό της- τελικά απέσπασε το Βραβείο της Επιτροπής, βραβείο καλό αλλά όχι ικανό να κάνει ρεζίλι μια χώρα. Αλλά λίγη σημασία έχουν πλέον τα τιμητικά.
Αυτό το Πορτρέτο, εκτός από ευαίσθητος όσο και κυριολεκτικός τίτλος, είναι η αγαπημένη μου ταινία του Λιτσάνι. Είναι μια μεγάλη ιστορία με μικρά γράμματα, ταπεινή και ρωμαλέα όπως οι καλές αυτού του κύματος, που αποδίδει ανάγλυφα τις πτυχές της κοινωνίας που πάλευε για την επιβίωση και τα ιδανικά της, στο πολιτικό χάος της προπολεμικής Ιταλίας. Θυμάμαι το διεισδυτικό μουτράκι της Άνα Μαρία Φερέιρο και το δυναμικό ταλέντο του νεαρού Μαρτσέλο Μαστρογιάννι, λιονταράκι ακόμη πριν γίνει γόης και σοφιστικέ, που υποδυόταν έναν αντιφασίστα εμποράκο, μετά προσγειώθηκε στη διασημότητα και στην κάμερα του Φελίνι. Στο Φελίνι που αγαπάει ο Πάπας, ο οποίος επικοινωνεί εξωστρεφώς, με γλώσσα ηπίως μετανοημένη, άρα αντιπαπική. Καλό είναι να δει ο Φράνσις, όχι μόνο το νέο ντοκιμαντέρ του Έτορε Σκόλα, που του πρότεινε ο Σκάλφαρι (που του πήρε τη συνέντευξη) με θέμα τον Φελίνι, αλλά και το Πορτρέτο των Φτωχών Εραστών, που στα μάτια μου μοιάζει με εικόνισμα για βουβό προσκύνημα.
σχόλια