ΔΕΥΤΕΡΑ 1/3. ΒΡΑΔΑΚΙ. Είδα το βίντεο με τον Εμανουέλ Μακρόν να ανακοινώνει τον πόλεμο με τον κορωνοϊό, επιτρέποντας πια μόνο τις «αυστηρά απαραίτητες εξόδους». Τέρμα οι βόλτες αναψυχής, τα πάρκα, οι κοινωνικότητες. Μόνο λίγη φυσική δραστηριότητα κι αυτή σε απόσταση από τους άλλους. Πριν από λίγο η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, αφού σπατάλησε χρόνο διεκδικώντας την ανώτερη μεταφυσική αλήθεια της μετάληψης –σε σχέση με την πραγματικότητα του ιού και της υγειονομικής κρίσης–, έβγαλε μια απόφαση που θέλει να είναι άνοιγμα και κλείσιμο μαζί.
Από τις πρώτες μέρες αποφασίσαμε τη μεγαλύτερη απομόνωση στο σπίτι. Βοήθησε, φυσικά, το γεγονός πως έκλεισε και το πανεπιστήμιο και πως ένα κομμάτι της δουλειάς μας ήταν, ανέκαθεν, γράψιμο και μελέτη ή έρευνα. Πιο δύσκολα είναι για τη δεκατετράχρονη κόρη μας, αφού η εφηβεία δεν συμφιλιώνεται εύκολα με τη στέρηση εξόδου, με τους λεπτομερείς κανόνες στο στυφό καθεστώς του Covid-19. Αναγκάστηκα, λοιπόν, κι εγώ να φωνάξω παραπάνω, να υποδυθώ τον παλιάς κοπής «απαγορευτικό» πατέρα. Προτείνοντας για διέξοδο τη μικρή βόλτα με την Μπέλα στη γειτονιά και μέχρι ένα κοντινό πλάτωμα με χορτάρι και ταλαιπωρημένα θαμνοειδή (που δεν είναι πάρκο, απλώς ένα κομμάτι γης που δεν έχει οικοδομηθεί). Τα παιδιά, όμως, παρά την ιδέα που έχουμε για τον ψηφιακό απομονωτισμό τους, αποζητούν την κανονική έξοδο με τις παρέες τους ‒ κι εκεί κούμπωσε άλλωστε η δυσφορία αυτών των ημερών.
Αρνούμαι να σκεφτώ τη διάρκεια αυτής της καραντίνας που έχει πιθανότητες να γίνει κανονικό lockdown. Ηλιόλουστες, άδειες πόλεις, στις οθόνες η αριθμητική των θυμάτων και των μολυσμένων, η οικονομική βύθιση που για πολλούς δεν μπορεί να λυθεί με επιδόματα και άδειες ειδικού σκοπού.
Λίγες σελίδες καταφέρνω από τη «Σώσα» του Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ και η ανάγνωση διακόπτεται από ενημέρωση για τον σημερινό αριθμό των κρουσμάτων ή από κάποια χρήσιμα ποστ του καθηγητή Φαρμακολογίας Αχιλλέα Γραβάνη, της Δάφνης Μανουσάκη και μερικών άλλων πολύτιμων πηγών σε ένα Facebook που αυτές τις μέρες λειτουργεί σαν τεράστιο panic room. Μπήκα και σε δύο ομάδες που συζητούν για τον ιό και βγήκα έχοντας την αίσθηση ότι οι περισσότεροι ζητούν κλινική διάγνωση εξ αποστάσεως και τρόπο να εξεταστούν.
Στο μεταξύ, άγχος για τα μαθήματα και για το πώς δεν θα χαθεί η επαφή με τους φοιτητές. Έχουμε κάποια εργαλεία, αλλά δεν είναι απλή υπόθεση ‒ όχι τουλάχιστον για τα γνωστικά αντικείμενα τα δικά μας. Skype for business για μαθήματα πάνω σε φυσιογνωμίες του 19ου αιώνα, ανθρώπους που έζησαν παράλληλα με τον Νταβίντ και τον Ντελακρουά. Skype for business και cloud για τον Τζον Στιούαρτ Μιλ και τον Χέγκελ ‒ κάτι χτυπάει περίεργα. Το δεύτερο μάθημα του εξαμήνου με θέμα τις κοινωνικές ουτοπίες θα μπορούσε απλώς να αφιερωθεί στη δυστοπική πραγματικότητα των ιών. Πιο κοντά στη φαντασία ενός Τζέιμς Μπάλαρντ, παρά στα συμβατικά νερά της πολιτικής θεωρίας.
Φοβάμαι μήπως χάσουμε γρήγορα την υπομονή μας, γιατί, ούτως ή άλλως, δεν τη διαθέτουμε άφθονη. Γιατί είμαστε έθνος βιαστικών και ανυπόμονων κι εγώ δεν βγάζω την ουρά μου καθόλου απέξω. Πάντως, στο σπίτι δεν μας κυρίεψε ο πανικός του μοντέρνου τροφοσυλλέκτη. Δεν είναι σνομπ αποστασιοποίηση αυτό (η απουσία «έκτακτης» κινητοποίησης για προμήθειες πολεμικού τύπου) όσο ο τρόπος που βρήκαμε να απωθήσουμε κάπως το δυσάρεστο της νέας κατάστασης.
Η διπλή λογική που φέρνει μαζί του ο ιός: άγχος αυτοσυντήρησης και συναίσθηση της πιο έντονης αλληλεξάρτησης, ανάγκη για αποστάσεις και μεγάλη ζήτηση αλληλεγγύης και προστασίας. Δεν μπορώ να μην τα σκέφτομαι αυτά, είναι η διαστροφή του επαγγέλματος. Ύστερα, όμως, με πιάνουν τύψεις και αναρωτιέμαι μήπως άλλοι δίνουν πραγματικές μάχες κι εμείς, οι δημόσιοι γραφιάδες, παρασιτούμε και σε αυτό το φαινόμενο, όπως και στην οικονομική κρίση. Δεν το έχω λύσει ούτε ηθικά ούτε σε πιο προσωπικό επίπεδο αυτό.
Αρνούμαι να σκεφτώ τη διάρκεια αυτής της καραντίνας που έχει πιθανότητες να γίνει κανονικό lockdown. Ηλιόλουστες, άδειες πόλεις, στις οθόνες η αριθμητική των θυμάτων και των μολυσμένων, η οικονομική βύθιση που για πολλούς δεν μπορεί να λυθεί με επιδόματα και άδειες ειδικού σκοπού. Πόσο μπορεί να σταθεί υλική ζωή με apps και κοινωνία με τηλεδιασκέψεις; Και αφήνω έξω τη μεγάλη κοινωνία, την καθημερινή παραγωγή, το ηθικό όσων θα ζουν εκτός για να μένουν οι υπόλοιποι στο σπίτι.
Η αλήθεια είναι πως ο χρόνος που περισσεύει στο σπίτι δεν γίνεται εύκολα «δημιουργικός». Πώς να διαβάσεις τον «Κόμη Μοντεχρίστο», όταν όλος ο κόσμος, η μία χώρα μετά την άλλη, ερημώνουν για να περιορίσουν τη μόλυνση; Υπάρχουν, φυσικά, κάποιοι φιλόσοφοι που λένε πως αυτή η κρατικά οργανωμένη «τήρηση των αποστάσεων» και των κανόνων είναι ένα γιγάντιο κοινωνικό και εξουσιαστικό πείραμα. Όμως όλα αυτά μου φαίνονται προφάσεις και υψηλόφωνες αερολογίες τη στιγμή που πρέπει να δοθεί μια μεγάλη μάχη, να κερδηθεί συγκεκριμένο στοίχημα: να σωθούν ζωές και να μην καταρρεύσουν συστήματα εύθραυστα στη μαζική πίεση των περιστατικών.
Να κρατήσουμε. Να προσπαθήσουμε να κάνουμε τη δουλειά μας, να μην αποκτηνωθούμε από τον φόβο, να μην εκβαρβαρωθούμε καβγαδίζοντας στα σαλόνια με την τηλεόραση, να μη μετατραπούμε σε αποσπάσματα από ταινίες του Οικονομίδη. Να σταθούμε σε αυτήν τη συγκεκριμένη δοκιμασία και ας είμαστε άμαθοι από τέτοιας έκτασης περιορισμούς και από την ίδια την ιδέα ενός Κανόνα που μοιράζει περισσότερες ευθύνες και λιγότερα δικαιώματα. Να έχουμε συνείδηση ότι υπάρχει το απρόβλεπτο και ότι ζούμε πια μια εποχή όπου φύση, κοινωνία, συμπεριφορές και θεσμοί επιφυλάσσουν εκπλήξεις.
«Με απόφαση της κυβέρνησης αναστέλλονται οι λειτουργίες σε όλους τους χώρους θρησκευτικής λατρείας κάθε δόγματος και θρησκείας. Οι εκκλησίες παραμένουν ανοικτές μόνο για ατομική προσευχή. Η προστασία της δημόσιας υγείας επιβάλλει ξεκάθαρες αποφάσεις».
Μόνο και μόνο αυτές οι λίγες προτάσεις δείχνουν πως στις μέρες του Covid-19 η πολιτική προστασία της κοινωνίας γίνεται το κυρίαρχο μέλημα. Θα πει κανείς: γίνονται πράγματα για την αυτοσυντήρηση της κυβέρνησης, για την ανάκτηση των κινήσεων απέναντι σε ισχυρούς θεσμούς όπως η Εκκλησία ή για τον φόβο της γενικότερης αποσταθεροποίησης. Προφανώς. Γι’ αυτούς, φυσικά, και για πολλούς άλλους λόγους. Σταθερές κλονίζονται, όπως ακριβώς και οι ρουτίνες μας. Με τις παραπάνω φράσεις, όπως και με τις σκέψεις της νέας Προέδρου, της Κατερίνας Σακελλαροπούλου, νιώθει κανείς πως η δημόσια εξουσία δεν βρίσκεται «απέναντι» και ότι μπορεί ακόμα να αντιπροσωπεύσει κοινές μέριμνες και στόχους.
Να κρατήσουμε. Με τις λιγότερες δυνατές απώλειες και απέναντι σε όλους που θα ’θελαν να κάνουν τον ιό τιμωρία για τις αμαρτίες μας ή απόδειξη της δικής τους, προγνωστικής σοφίας. Τα υπόλοιπα που μας αναστατώνουν και που μας μελαγχολούν θα βρουν, νομίζω, τη θέση τους σε αυτά τα ημερολόγια καταστρώματος του Covid-19. Και ας είναι το κατάστρωμα αυτό ένας καναπές, το πιο συκοφαντημένο έπιπλο των τελευταίων χρόνων ως σύμβολο της απάθειας και της λιγόψυχης ανευθυνότητας των μικροαστών. Σε αυτήν τη νέα κατάσταση μπορεί να αλλάξει κι αυτός νόημα και σημασία. Μπορεί και να είναι σύμβολο ευθύνης για τους άλλους, όχι μόνο ατομική βολή. Όπως πολλά τούτες τις μέρες.
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 17.3.2020