«Η ΝΟΣΟΣ ΗΡΘΕ κι εξήγησε διάφορα κομμάτια της ζωής μου, περιστατικά, συμπεριφορές που δεν ταίριαζαν ακριβώς με τον χαρακτήρα μου. Ήρθε και κούμπωσε σε έναν άνθρωπο που ήδη υποψιαζόταν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και κάπως σαν να συμπλήρωσε μια εικόνα που είχα για τον εαυτό μου», λέει ο κωμικός και συγγραφέας Στέλιος Ανατολίτης για το ξεκίνημα και την πορεία της διπολικής διαταραχής στη ζωή του.
Μια πορεία που θα τον έβρισκε να περνά από διάφορες φάσεις. Από περιόδους ευφορίας, εκλάμψεις έμπνευσης, αϋπνίες, μαυρίλα, θλίψη, ομίχλη καθώς και τον μακρύ και δύσκολο δρόμο της διάγνωσης που, όπως λέει, «δυστυχώς δεν εκπαιδεύουμε τους ασθενείς πώς να τον διαβούν».
«Δεν ξέρουμε πότε ξεκίνησε, εικάζουμε από την ηλικία των επτά, ίσως και νωρίτερα», συνεχίζει. «Εκδηλώθηκε με τις κλασικές φάσεις της υπομανίας, της μανίας χωρίς ψυχωσικά επεισόδια, και, δυστυχώς, της χρόνιας κατάθλιψης. Φυσικά, τα πρώτα χρόνια δεν γνώριζα τι ήταν αυτά, μιλάμε για δυσθυμικά επεισόδια με νεύρα, ευχάριστα, με πολλή έμπνευση και καλή ως και άριστη ακαδημαϊκή πορεία, και, φυσικά, μετά, με την πτώση, με παραίτηση, θλίψη, κατάθλιψη, παροδικό ιδεασμό (περισσότερο σκέψεις θανάτου παρά κάτι άλλο πιο δραστικό) και κάκιστη ακαδημαϊκή πορεία».
«Η διπολική διαταραχή μού έμαθε να προσπαθώ πάντα για το καλύτερο και να είμαι ικανοποιημένος με κάθε πρόοδο, όσο μικρή κι αν είναι. Λίγο κάθε μέρα. Η έλλειψή της ή ο κατευνασμός της μου έδωσε μια αληθινή εικόνα για τον εαυτό μου, μου επανέφερε χαρακτηριστικά μου που είχα ξεχάσει ότι υπήρχαν και πίστευα ότι είμαι άχρηστος, και με έκανε καλύτερο και πιο μεθοδικό και υπομονετικό επαγγελματία».
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, 1 στους 8 ανθρώπους στον κόσμο ζει με μια ψυχική διαταραχή. Το 2019, σαράντα εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως βίωσαν τη διπολική διαταραχή, ενώ σήμερα στην Ελλάδα ο αριθμός των διπολικών ασθενών αγγίζει κατά προσέγγιση το 1-2% του συνολικού πληθυσμού.
Την ίδια στιγμή η πανδημία και ο εγκλεισμός έχουν αναζωπυρώσει τα ψυχικά νοσήματα. Σχεδόν έναν χρόνο πριν, σε μια πανελλαδική έρευνα της Focus Bari | YouGov το 56% των ερωτηθέντων δήλωσε πως έχει ασταθή διάθεση και πολλά σκαμπανεβάσματα.
Ο κ. Ανατολίτης συμφωνεί πως το ότι οι δυσμενείς εξωτερικοί παράγοντες της εποχής μπορούν να επηρεάσουν την κατάσταση θα έπρεπε να θεωρείται δεδομένο από την κοινωνία. «Για κάποιον λόγο στρουθοκαμηλίζουμε και θεωρούμε ότι ζούμε σε κενό. Δεν ζούμε σε κενό. Ένας χωρισμός, μια απόλυση, ένας θάνατος, μπορούν να στείλουν έναν διπολικό σε επεισόδιο σε μερικές ώρες. Φανταστείτε τι μπορεί να κάνει η φτώχεια, η καταπίεση, ο πόλεμος και τα ρέστα», λέει.
Η διπολική διαταραχή εμφανίζεται πολύ συχνά στις νεαρές ηλικίες. Το ηλικιακό φάσμα των 18-25, οπότε θεωρείται ότι εμφανίζονται τα συμπτώματα της διαταραχής, έχει ανοίξει βέβαια, αφού οι ενδείξεις μπορούν να έρθουν και στην εφηβεία. Κάθε χρόνο, περίπου 3.000 νεαροί στην Ελλάδα βιώνουν το πρώτο τους ψυχωτικό επεισόδιο· μετά από αυτό, μέσα πέντε χρόνια, το 80% των ασθενών θα έχει υποτροπιάσει.
Την ίδια στιγμή, το στίγμα και η προκατάληψη έναντι όσων πάσχουν από ψυχικά νοσήματα παραμένει έντονο. Σχόλια στα social media, χτυπούν ανελέητα ανθρώπους, βάζοντάς τους ταμπέλες, η προβληματική χρήση όρων δίνει και παίρνει, ενώ ακόμα δεν έχουμε κατορθώσει να εξαλείψουμε ως κοινωνία τους παράγοντες που κάνουν έναν ασθενή να φοβάται τη διάγνωση, κάτι που οδηγεί σε καθυστερημένη αντιμετώπιση του προβλήματος.
Και ο χρόνος εδώ είναι καθοριστικός, αρκεί κανείς να αναλογιστεί ότι ο βαθμός στον οποίο ένας διπολικός ασθενής μπορεί να εμφανίσει αυτοκτονικές τάσεις είναι μεγάλος.
Ο κ. Ανατολίτης λέει πως το στίγμα που υπάρχει σήμερα για τη διαταραχή είναι μεγάλο, «σε πολύ μικρά πράγματα και σε πολύ μεγάλα».
«Το ίντερνετ, γενικά, είναι ένα κακό μέρος για τις ψυχικές ασθένειες. Το αγαπημένο μου είναι όταν προσπαθούν να δικαιολογήσουν τις απόψεις μου με βάση την ασθένειά μου. Υπάρχει πολλή αμάθεια και ανωριμότητα. Θέλει δουλειά ο κόσμος. Και να ξέρετε, δεν μπορούμε να την κάνουμε εμείς. Γιατί ακούγεται κι αυτό, ότι εμείς πρέπει να κάνουμε κάτι. Εμείς έχουμε ήδη προβλήματα, παιδιά. Όταν ο άλλος θέλει να αυτοκτονήσει, δεν θα ασχοληθεί με την αμάθεια του απέναντι, έχει άλλα πράγματα να ασχοληθεί. Πρέπει να σώσει τη ζωή του. Να την κάνουν οι φορείς και οι υπεύθυνοι, εμείς όσο μπορούμε θα βοηθάμε», λέει.
Παρ' όλα αυτά, όπως αναφέρει, το ζήτημα αποτελεί όλο και λιγότερο ταμπού. «Ο κόσμος έχει μεγάλο ενδιαφέρον να μάθει πια γιατί έχει ανθρώπους στο περιβάλλον του που είναι ψυχικά ασθενείς και θέλει να ξέρει πώς να χειριστεί την κατάσταση, ώστε να μην τους αποκλείσει», συμπληρώνει.
Η απάντηση στην ερώτηση πώς θα περιέγραφε τα συναισθήματά του στις φάσεις της διαταραχής είναι δύσκολη αφού γίνεται μετά τη θεραπεία, όταν ο ασθενής έχει κατανοήσει ποια συναισθήματα είναι κομμάτι της νόσου και κατά πόσο οι συμπεριφορές που έρχονται και κουμπώνουν πάνω στην οποιαδήποτε φάση αποτελούν μονόδρομο ή επιδέχονται βελτίωση με τη βοήθεια φαρμακευτικής αγωγής.
«Τα κλασικά συναισθήματα είναι αυτά που περιγράφονται από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Στα ψηλά είναι αίσθηση κυριαρχίας, ευφορίας, έμπνευση, χαρά, ενέργεια, αϋπνία, αλλά στη φάση της δυσφορίας είναι άγχος, πανικός, νεύρα, απογοήτευση και, φυσικά, το αίσθημα του ότι έχεις για τα πάντα δίκιο και κανείς δεν σε καταλαβαίνει, ενώ είναι σαφές ότι δεν έχεις δίκιο, αλλά όντως κανείς δεν σε καταλαβαίνει, γι’ αυτό γίνεται δύσκολο να τα ξεχωρίσεις αυτά τα δύο», λέει.
«Τα χαμηλά είναι παραίτηση, ανηδονία (όχι μόνο σεξουαλική, γενικότερη), μαυρίλα, ομίχλη, θολές σκέψεις, αδυναμία να δεις το μέλλον, βαθιά θλίψη, υπαρξιακή θλίψη, αφαίρεση λειτουργικότητας, γενικώς πολύ σκοτάδι. Τα λέω όμορφα τώρα, αλλά αν θέλετε να περιγράψω την κατάθλιψη με λίγα λόγια, θα σας έλεγα ότι στις διαθέσιμες “κατάρες” τύπου “να σου καεί το βίντεο”, “να σου ψοφήσουνε τα πρόβατα” κ.λπ, η φράση “σου εύχομαι κατάθλιψη” θεωρώ ότι είναι ένα από τα πιο σκληρά και απάνθρωπα πράγματα που μπορεί να ευχηθεί κάποιος, έστω και για πλάκα. Είναι μια αργή και θανατηφόρα νόσος που σκορπάει παντού θλίψη και μηδενισμό. Δυστυχώς, το στίγμα δεν μας αφήνει να το δούμε αυτό και χειριζόμαστε τα καταθλιπτικά άτομα με οριακά απάνθρωπους τρόπους και φιλοσοφίες. Θα πρέπει κάποια στιγμή να φτιάξει αυτό και η καλύτερη στιγμή είναι τώρα».
Ο δρ. Ιωάννης Γ. Μάλλιαρης, ψυχολόγος, διδάκτωρ Κλινικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, θεωρεί πως σήμερα υπάρχει μεγαλύτερη αναγνώριση της διπολικής διαταραχής. Όσο μειώνεται το στίγμα, είναι πιο εύκολο να μιλήσουν τα μικρότερα παιδιά.
Τα ποσοστά και η κατανόηση
Είναι γνωστό ότι τα άτομα με διπολική διαταραχή βιώνουν επεισόδια ανεβασμένης ή ευερέθιστης διάθεσης, γνωστά ως «μανία», τα οποία εναλλάσσονται με επεισόδια κατάθλιψης. Το φάσμα φυσικά είναι μεγάλο και, όπως αναφέρει ο κ. Μάλλιαρης, «δεν είναι όλες οι διπολικές διαταραχές ίδιες».
«Έχουμε τη Διπολική Τύπου 1, που θεωρείται η πιο καθαρή και πιο βαριά. Σε αυτή την κατηγορία ο ασθενής θα εμφανίσει τουλάχιστον ένα επεισόδιο μανίας και ένα επεισόδιο κατάθλιψης. Αυτό το 1% του πληθυσμού στα δέκα εκατομμύρια είναι εκατό χιλιάδες», λέει.
Έτσι, εάν προσθέσουμε τους Διπολικούς Τύπου 2, που έχουν ιστορικό με πιο ήπια ανεβάσματα στη διάθεση, τα λεγόμενα υπομανιακά επεισόδια, ο αριθμός, όπως δείχνουν οι μελέτες στις περισσότερες χώρες, διπλασιάζεται.
«Ο κλινικός διπολικός πληθυσμός που χρειάζεται πιο άμεση και εντατική θεραπεία είναι ένα 2%», λέει ο κ.Μάλλιαρης. Το ποσοστό μπορεί φυσικά να ανοίξει πολύ εάν προστεθούν συναφείς υποκλινικές διαταραχές όπως η κυκλοθυμία ή η υποτροπιάζουσα κατάθλιψη, η αστάθεια στη διάθεση κ.ά.
Αυτό που χαρακτηρίζει όλες τις κατηγορίες διπολικής διαταραχής είναι οι επαναλαμβανόμενες υποτροπές. Ενώ μια απλή κατάθλιψη που μπορεί να περάσει κάποιος μετά από έναν χωρισμό μπορεί να μην υποτροπιάσει ξανά ποτέ, στη διπολική διαταραχή, εάν γίνει ένα πρώτο μανιακό επεισόδιο και ξεκαθαριστεί ότι έχουμε να κάνουμε με αυτή την κατάσταση, οι πιθανότητες να μην επαναληφθεί το επεισόδιο, χωρίς θεραπεία, είναι μηδαμινές», διευκρινίζει ο κ. Μάλλιαρης.
Στα δύο χρόνια που ακολουθούν ένα επεισόδιο το 50% των ασθενών θα εμφανίσει ένα δεύτερο. Όσο ο χρόνος μεταξύ των επεισοδίων μικραίνει, τόσο η κατάσταση χειροτερεύει. Το πιο σημαντικό για την κατανόηση των συμπτωμάτων είναι το αν έχει υπάρξει κάποιο πρώτο σχετικό επεισόδιο.
Ένα καταθλιπτικό επεισόδιο, το οποίο διαρκεί τουλάχιστον για δύο εβδομάδες, με αισθήματα όπως αυτά της παραίτησης, των αρνητικών σκέψεων για τη ζωή κ.ά. μπορεί να είναι ένα καμπανάκι για το ενδεχόμενο να βιώνεται κατάθλιψη στο πλαίσιο μιας διπολικής διαταραχής.
Ένα επεισόδιο μανίας με συμπτώματα όπως έλλειψη ύπνου, ριψοκίνδυνη συμπεριφορά, ασυνήθιστα αυξημένη ενέργεια κ.ά. οδηγεί πλέον στη διάγνωση της διαταραχής. Σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχουν και επεισόδια ψύχωσης. Πρόκειται για συμπτώματα που δείχνουν ότι το άτομο νοητικά ή αισθησιακά χάνει την επαφή του με την πραγματικότητα, π.χ. σκέφτεται ότι διαθέτει υπερδυνάμεις, έχει κάποιον ιερό σκοπό ή μια παγκόσμια ευθύνη.
«Και η μανία και η κατάθλιψη είναι επεισόδια που πρέπει πολύ γρήγορα να μας κάνουν μπούμε στη διαδικασία της διάγνωσης. Το να γίνει σε κάποιον αυτή η διάγνωση δεν είναι θάνατος. Είναι έναρξη για μια καλύτερη πορεία. Καλή διάγνωση - καλή θεραπεία - καλύτερη ζωή», επισημαίνει ο κ. Μάλλιαρης.
Η διάγνωση
«Η διάγνωση της διπολικής διαταραχής πάντα ήταν κάτι που προκαλούσε μεγάλο φόβο γιατί κατευθείαν ο άλλος σκεφτόταν το λίθιο και τα φάρμακα εφ' όρου ζωής, όπως ακριβώς άλλοι φοβούνται την υπέρταση και ότι μετά τη διάγνωση θα παίρνουν φάρμακα και θα έχουν παρενέργειες. Αυτά είναι μυθολογίες, δεν ισχύουν πλέον», εξηγεί ο κ. Μάλλιαρης.
«Και η διπολική διαταραχή και η υπέρταση, εάν εντοπιστούν νωρίς και δουλευτούν σωστά, μπορούν να έχουν μια καλή εξέλιξη. Αλλά όσο δεν υπάρχει σωστή ενημέρωση και κλίμα φιλικό ώστε ο άλλος να πλησιάσει και να δουλέψει αυτά τα θέματα –κάτι που μόνο από την οικογένεια και τα σχολεία θα ξεκινήσει– τόσο θα υπάρχουν το στίγμα και η αποφυγή».
Σύμφωνα με τον Στέλιο Ανατολίτη, η απάντηση στο ερώτημα για τις συμπεριφορές που ερμηνεύονται από τη διαδικασία της διάγνωσης είναι μακρά. Όμως τονίζει πως οποιαδήποτε ανάλυση για τις ψυχικές ασθένειες δεν είναι λεπτομερής (στα μάτια του μη ασθενή) μάλλον αποτυγχάνει να περιγράψει το φαινόμενο.
«Προσωπικά, αναζήτησα βοήθεια μόνος, πήγα σε δημόσιο νοσοκομείο, εκεί μου πρότειναν νοσηλεία γιατί δεν μπορούν να κάνουν κάτι άλλο, όμως δεν ήθελα να νοσηλευτώ και γιατί δεν ήμουν σε κατάσταση νοσηλείας και γιατί, μεταξύ μας, τα ψυχιατρεία δεν είναι για να νοσηλεύουμε μέτριας έντασης περιστατικά. Η κρατική μέριμνα σε αυτό το κομμάτι είναι ανύπαρκτη.
Πρακτικά, όταν απευθύνθηκα στον διευθυντή της Ψυχιατρικής Κλινικής του Παπαγεωργίου, μου είπε κι εκείνος ότι δυστυχώς τα βαριά περιστατικά είναι μέσα και όλα τα άλλα αφημένα στην τύχη τους. Τότε ξεκίνησε ένα μακρύ ταξίδι με δύο ψυχιάτρους κι έναν ψυχολόγο, έναν φίλο διπολικό και διάφορα φάρμακα, πολύ διάβασμα και ψυχοεκπαίδευση. Όλα αυτά με μεγάλο προσωπικό κόστος, καθώς αυτά είναι ακριβά και έπρεπε να ζητήσω βοήθεια από την οικογένεια και να δουλεύω όσο περισσότερο μπορούσα για να πληρώνω.
Δεν είναι εύκολο πράγμα η διάγνωση. Σε μένα καταλήξαμε στη διπολική διαταραχή μετά από περίπου 6-8 μήνες συνεδριών και τρία διαφορετικά φαρμακευτικά σκευάσματα. Μέσα από την ψυχοθεραπεία και τη φαρμακευτική αγωγή, σιγά σιγά, ξαναγράφεις τον κώδικα του εαυτού σου και ανακαλύπτεις πλέον ότι μπορείς να είσαι υγιής. Είναι ένας δρόμος δύσκολος, με πολύ χαλίκι και δυστυχώς δεν εκπαιδεύουμε τους ασθενείς πώς να τον διαβούν».
Όσον αφορά το πώς τον επηρέασε η διπολική διαταραχή στο επαγγελματικό κομμάτι, ο κ. Ανατολίτης λέει πως το βασικό πρόβλημα ήταν ότι έπρεπε να μάθει να υπάρχει χωρίς τα «χαρίσματά» της.
«Αυτά πάντα έρχονται με κάποιο διαβολικό αντάλλαγμα, προφανώς. Εν τέλει, όταν απαλλάχτηκα από τα χαρίσματα και από τα μειονεκτήματα, θυμήθηκα τον παλιό μου εαυτό. Πειθαρχημένος, με σειρά, μελετούσα βαθιά, χωρίς άγχος και κρίσεις πανικού, χωρίς να ανησυχώ για ηλίθια πράγματα, με συγκέντρωση και προσοχή. Άρχισα πάλι να βγάζω κομμάτια στην κιθάρα, να γράφω μεγάλα κείμενα, τελείωσα ένα βιβλίο, τερμάτισα παιχνίδια (είχα χρόνια να το κάνω αυτό).
Στην ουσία, η διπολική διαταραχή μού έμαθε να προσπαθώ πάντα για το καλύτερο και να είμαι ικανοποιημένος με κάθε πρόοδο, όσο μικρή κι αν είναι. Λίγο κάθε μέρα. Η έλλειψή της ή ο κατευνασμός της μου έδωσε μια αληθινή εικόνα για τον εαυτό μου, μου επανέφερε χαρακτηριστικά μου που είχα ξεχάσει ότι υπήρχαν και πίστευα ότι είμαι άχρηστος, με έκανε καλύτερο και πιο μεθοδικό και υπομονετικό επαγγελματία».
Τα αίτια
Σήμερα τα αίτια της διπολικής διαταραχής έχουν αρχίσει να ανιχνεύονται, όμως δεν είναι απολύτως ξεκάθαρα. «Η αλήθεια είναι ότι μπορεί να μη βρεθεί ποτέ το αίτιο έτσι όπως το έχουμε στο μυαλό μας», λέει ο κ. Μάλλιαρης. «Ξέρουμε ότι υπάρχει μια γενετική προδιάθεση που κάτω από κάποιες περιβαλλοντικές συνθήκες και καταστάσεις σταδιακά θα φέρει αυτή την εξέλιξη που αργότερα θα διαγνώσουμε ως διπολική διαταραχή. Δεν πιστεύω ότι θα αποκαλυφθούν ποτέ τα αίτια ή ένα αίτιο γιατί όλα τα θέματα ψυχικής υγείας όπως και συμπεριφοράς είναι πολυπαραγοντικά», λέει.
Παρ' όλα αυτά, είναι γεγονός πως οι καλύτερες γνώσεις φέρνουν καλύτερες φαρμακευτικές αγωγές και η πιο σαφής κατανόηση του ψυχολογικού υποστρώματος και περιβάλλοντος της διπολικής διαταραχής φέρνει καλύτερες ψυχοθεραπείες.
«Έχουν ταυτοποιηθεί κάποια γονίδια που, αν ενεργοποιηθούν, είναι πιθανό να εμφανιστεί η διπολική διαταραχή. Και εικάζεται ότι ενεργοποιούνται από ένα τραυματικό γεγονός στην παιδική ηλικία. Φαίνεται δηλαδή να υπάρχει ένα γονιδιακό κι ένα περιβαλλοντικό υπόστρωμα. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που η διαταραχή εκδηλώνεται χωρίς να υπάρχει κανένας από τους δύο παράγοντες», λέει ο κ. Ανατολίτης.
«Είναι λίγο θολό να ψάχνουμε με ακρίβεια τέτοια πράγματα και με αυτόν τον τρόπο πιθανώς η σκέψη μας να απομακρυνθεί από το ζήτημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε τώρα, πώς οι ασθενείς θα ζούμε καλύτερα και πώς θα έχει η ζωή μας νόημα χωρίς να είναι ένα ατελείωτο κυνηγητό με τη διαταραχή. Από την άλλη, πρέπει να προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον τρόπο που μπορούμε να επέμβουμε δραστικά ώστε σώσουμε τον ασθενή και στη συνέχεια να του εξασφαλίσουμε μια καλή ζωή, μια εργασία.
Μην ξεχνάμε ότι τα ποσοστά αναπηρίας από τη διπολική διαταραχή, είτε άμεσα είτε έμμεσα, είναι μεγάλα. Άμεσα εξαιτίας αυτών που προκαλεί η ασθένεια και τα φάρμακα πιο σπάνια και έμμεσα εξαιτίας αυτών που προκαλούν οι αποτυχημένες απόπειρες. Αυτό που θα ήθελα να τονίσω εδώ είναι ότι η ερώτηση “γιατί σε μένα;” πιθανώς και να μην έχει μια ικανοποιητική απάντηση. Αλλά η ερώτηση “ωραία, και τώρα πώς ζω καλά μετά από αυτό;” έχει. Και αυτό έχει σημασία».
Η θεραπεία και οι τρόποι αντιμετώπισης
Η διπολική χρειάζεται άμεση και επιθετική θεραπεία. «Δύο σημαντικά μηνύματα που πρέπει να περάσουν σε συγγενείς και ασθενείς είναι ότι η διαταραχή αυτή πλέον είναι θεραπεύσιμη. Mπορεί η επικινδυνότητα υποτροπής να υπάρχει εφ' όρου ζωής και να μην είναι πλήρως ιάσιμη αλλά είναι θεραπεύσιμη με σωστές θεραπείες, παρακολούθηση και υποστήριξη· δεν χρειάζεται να τη φοβούνται όπως τη φοβόντουσαν. Χρειάζεται να τη σέβονται και να την προσέχουν γιατί μπορεί να οδηγήσει σε πολύ κακά αποτελέσματα. Γι' αυτό μιλάμε πάντα για πρώιμη παρέμβαση και θεραπεία όταν ο ασθενής είναι καλά για να μην υποτροπιάζει. Είναι κρίμα πλέον να βλέπεις ανθρώπους με διπολική διαταραχή να έχουν κακή πορεία», λέει ο κ. Μάλλιαρης.
Τα προβλήματα, βέβαια, όσον αφορά την προσβασιμότητα στη θεραπεία και το κόστος παραμένουν. «Έχουμε πλέον πάρα πολλές φαρμακευτικές επιλογές, δωρεάν πρόσβαση σε φαρμακευτική αγωγή. Όσον αφορά την ψυχοθεραπεία, όμως, που είναι απαραίτητη για την καλή πορεία της διπολικής διαταραχής, μαζί με την αγωγή, αυτό παραμένει λίγο ακόμη αγαθό πολυτελείας», διευκρινίζει.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει επαρκής πρόσβαση σε εξειδικευμένη ψυχοθεραπεία για τη διπολική διαταραχή κι αυτό τελικά επιβαρύνει το σύστημα της δημόσιας υγείας με ασθενείς που συνεχίζουν να έχουν κακή πορεία και να υποτροπιάζουν. Μία από τις πιο σημαντικές αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού είναι η απουσία επαρκών υποδομών πρωτοβάθμιας φροντίδας τόσο στο πρωτογενές στάδιο της ενημέρωσης και της ευαισθητοποίησης του πληθυσμού όσο και στο δευτερογενές της έγκαιρης διάγνωσης αλλά και στο τρίτο της αποφυγής της υποτροπής. Αυτές οι υποδομές είναι ελάχιστες και χρειάζονται ενίσχυση. Αυτό δήλωσε και η υφυπουργός Υγείας, Ζωή Ράπτη, στο Θεματικό Συνέδριο της Παγκόσμιας Ψυχιατρικής Εταιρείας WPA 2022 για την Πρώιμη Παρέμβαση στην Ψύχωση το περασμένο καλοκαίρι.
Είναι βέβαια θετικό το γεγονός ότι με τη βοήθεια του κ. Νίκου Στεφανή οι Μονάδες Έγκαιρης Παρέμβασης στην Ψύχωση που, μεταξύ άλλων, θα παρέχουν υποστήριξη σε άτομα νεαρής ηλικίας που βιώνουν τα πρώτα ψυχωτικά συμπτώματα, έχουν μπει σε τροχιά υλοποίησης. Όπως ανακοίνωσε ο κ. Στεφανής: «Η έγκριση σκοπιμότητας του υπουργείου Υγείας για την ίδρυση, οικονομική στήριξη και λειτουργία οκτώ νέων Μονάδων Έγκαιρης Παρέμβασης στην Ψύχωση ανά την επικράτεια αποτελεί ορόσημο στην ιστορία της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης του τόπου».
Στο επίπεδο της θεραπείας είναι σίγουρα αναγκαίες οι ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις που θα προσφέρουν ενημέρωση, υποστήριξη, καλύτερη αυτοδιαχείριση. Ο κ. Μάλλιαρης υποστηρίζει πως η συμβολή της οικογένειας στη θεραπεία είναι μεγάλη. Είναι κατηγορηματικός όσον αφορά την ευθύνη των οικογενειών που, παρότι βλέπουν την αδυναμία των ασθενών να φροντίσουν οι ίδιοι την υγεία τους, περιμένουν από αυτούς να κάνουν τις σωστές κινήσεις.
«Αυτοί οι ασθενείς θέλουν φροντίδα, δεν μπορείς να περιμένεις από αυτούς να αναλάβουν την ευθύνη. Όσο συνεχίζει να μην υπάρχει ένα πολύ καλά οργανωμένο κρατικό σύστημα ψυχικής υγείας που να το κάνει, όπως γίνεται στην Αγγλία, αυτοί οι ασθενείς δεν θα εξυπηρετούνται εύκολα ούτε από τον ιδιωτικό τομέα ούτε από τον κρατικό. Στον κρατικό καταλήγουν στα τελευταία τους», λέει.
«Εδώ θα ήθελα να φωνάξω κάτι πολύ σημαντικό, να το "καρφιτσώσω", να το βάλω κάπου με μεγάλα γράμματα: αυτήν τη στιγμή που μιλάμε δεν υπάρχει μη φαρμακευτική αντιμετώπιση της διπολικής διαταραχής που να έχει κάποιο ουσιαστικό και διαρκές αποτέλεσμα», λέει ο Στέλιος Ανατολίτης αναφορικά με τους τρόπους αντιμετώπισης της διπολικής διαταραχής.
«Τα φάρμακα είναι μονόδρομος. Πολύς κόσμος πέφτει σε παγίδες τσαρλατάνων ή κακών ψυχιάτρων ή, ακόμη χειρότερα, δεν πηγαίνει καν σε ψυχίατρο αλλά σε απατεώνες που προσπαθούν να τους πείσουν ότι θα σωθούν με μηδενική ψυχοθεραπεία και φάρμακα. Λυπάμαι πάρα πολύ, είμαι ο πρώτος που δεν θέλει να παίρνει φάρμακα, αλλά σας το υπογράφω: δεν υπάρχει αυτήν τη στιγμή άλλη μακροπρόθεσμη λύση. Και επειδή όσο το λέω σας ακούω να λέτε "μα εγώ είμαι δύο χρόνια χωρίς φάρμακα και είμαι καλά", θα ήθελα να πω ότι μπράβο, χαίρομαι πολύ για εσένα, αλλά ας δώσουμε βάση σε δύο βασικά πράγματα.
Πρώτον, δεν έχουμε όλοι με το ίδιο φορτίο νόσου. Δεύτερον, δύο χρόνια με προσδόκιμο ζωής τα 84 δεν είναι πολλά. Μιλάμε για μακροπρόθεσμες θεραπείες. Όντως μπορεί κάποιοι ασθενείς να καταφέρουν μετά από πολύ κόπο, δουλειά και τύχη να εξαιρεθούν από την αγωγή για ένα διάστημα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι έτσι για πάντα. Βιβλιογραφικά προτείνεται παρακολούθηση από ψυχίατρο για φαρμακευτική αγωγή, η οποία αναγκαστικά θέλει παρακολούθηση και από άλλες ειδικότητες (καρδιολόγο και διατροφολόγο) συν ψυχοθεραπεία οπωσδήποτε.
Η παρουσία του ΕΣΥ εδώ είναι πάλι από μηδενική έως και ανύπαρκτη. Όταν το κράτος αποφασίσει να σταματήσει να αντιμετωπίζει τους ψυχικά ασθενείς ως σκουπίδια της ιατρικής, ίσως δούμε μέλλον. Να προσθέσω επίσης ότι δίχως πρωτοβάθμια ψυχιατρική περίθαλψη δεν υπάρχει πρόληψη. Χωρίς δωρεάν ραντεβού, προσβάσιμα σε όλους, ώστε να μη φτάνει ο ασθενής στο αμήν για να αναζητήσει βοήθεια, και χωρίς σοβαρή καμπάνια ενημέρωσης του κόσμου και εξάλειψης του στίγματος δεν θα δούμε πρόοδο».
Ο κ. Μάλλιαρης είναι ιδρυτής και της ΜΚΟ, ΕΔΟ (Ελληνική Διπολική Οργάνωση).