ΑΝ ΚΑΙ Ο ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ έχει τον αμυντικό μηχανισμό να απωθεί άσχημες εμπειρίες, μια ικανότητα που κάποτε γυρίζει μπούμερανγκ, οι μνήμες από την πρώτη φάση της πανδημίας του Covid-19, με την αβεβαιότητα, τους νεκρούς, τους σοβαρά νοσούντες και τα πρωτοφανή για τον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό μέτρα υγειονομικής προστασίας είναι ακόμα νωπές.
Παρακολουθώντας τη σειρά «The last of us» τoυ HBO, όπου ο ανθρώπινος πληθυσμός έχει προσβληθεί από τη μετάλλαξη ενός μύκητα και έχει μετατραπεί σε ζόμπι, σε πιάνει κατά διαστήματα ένα ανεπαίσθητο σφίξιμο στο στομάχι, ίσως γιατί μετα-αποκαλυπτικές εικόνες που κάποτε παρακολουθούσαμε στο σινεμά και στην τηλεόραση από την απόσταση και την ασφάλεια της απιθανότητάς τους –έτσι νομίζαμε– έκαναν ξαφνικά την εισβολή τους στην καθημερινότητά μας μόλις δύο χρόνια πριν.
Δεν θα είναι από μύκητα η επόμενη πανδημία, για τον απλό λόγο ότι δεν μεταδίδεται εύκολα από άνθρωπο σε άνθρωπο: τους μύκητες τους κολλάς συνήθως από εξωτερικές επιφάνειες ή μολυσμένο αέρα, δεν τους μεταδίδεις – λίγες οι εξαιρέσεις.
Φυσικά, πρόκειται περί μυθοπλασίας, αλλά γεννήθηκαν κάποιες απορίες σχετικά με την πιθανότητα η επόμενη πανδημία να προέλθει από μύκητα ή για το πόσο κοντά στην πραγματικότητα είναι (ή θα μπορούσαν να είναι) κάποια στοιχεία που παρουσιάζονται στη σειρά. Για να λάβουμε τις απαντήσεις, απευθυνθήκαμε στον πλέον αρμόδιο, τον γιατρό Γιώργο Παππά.
Με υπευθυνότητα, σοβαρότητα αλλά και χιούμορ, όποτε έπρεπε, μας ενημέρωνε και συνεχίζει να μας ενημερώνει μέσα από τα «Ημερολόγια Κορωνοϊού» του για όσα αφορούν τον ιό, την εξέλιξη της πανδημίας, τα μέτρα προστασίας και τον εμβολιασμό. Είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Οι επόμενες δύο εβδομάδες θα είναι κρίσιμες», ενός χρήσιμου, ευανάγνωστου και απαραίτητου χρονικού όσων περάσαμε, που συνδυάζει τον επιστημονικό με τον καθημερινό λόγο.
— Γιώργο, θα ήθελα να ξεκινήσουμε με μια σχολική ερώτηση. Χονδρικά, ποιες είναι οι διαφορές ανάμεσα σε ιό και μύκητα και στη μόλυνση από τον καθένα;
Οι ιοί δεν μπορούν να θεωρηθούν ζωντανοί οργανισμοί, ένα πακέτο γενετικού υλικού και πληροφορίας είναι που δεν μπορεί να παραμείνει ενεργό επί μακρόν, εκτός κι αν βρεθούν σε συγκεκριμένο ξενιστή.
Οι μύκητες, αντίθετα, όχι μόνο είναι ζωντανοί οργανισμοί που βρίσκονται παντού στη φύση, καθώς το 80% των νοσημάτων των φυτών οφείλεται σε αυτούς, αλλά είναι και ευκαρυωτικοί, όπως ο άνθρωπος (σε αντίθεση με τα «προκαρυωτικά» βακτήρια). Η διακριτή ύπαρξη πυρήνα είναι συμβολική της πολυπλοκότητάς τους ως οργανισμών.
Στη μόλυνση τώρα, υπάρχουν ιοί που μπορούν να προσβάλουν τον καθένα μας, ανεξαρτήτως ηλικίας και υποκείμενης υγείας. Αντίθετα, οι περισσότεροι μύκητες που προσβάλλουν τον άνθρωπο εστιάζουν σε ανοσοκατεσταλμένα άτομα, που έχουν ελαττωματική ανοσολογική απόκριση π.χ. λόγω HIV λοίμωξης ή χημειοθεραπείας για καρκίνο. Υπάρχουν και συνηθισμένοι μύκητες που μπορούν να προσβάλουν όλους, αλλά μόνο επιφανειακά, όπως η μυκητίαση των νυχιών.
Επίσης, ένας από τους λόγους που οι μυκητιάσεις είναι γενικά «σπανιότερες» ως λοιμώξεις –ευφημισμός, αν υπολογίσει κανείς ότι πεθαίνει εξαιτίας τους πάνω από 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι ετησίως– είναι ότι οι μύκητες έχουν περιορισμένο εύρος βέλτιστης θερμοκρασίας περιβάλλοντος: οι 37 βαθμοί Κελσίου του ανθρώπινου σώματος τους πέφτουν πολλοί. Αλλά αν αρχίσουν να προσαρμόζονται σε αυξημένες περιβαλλοντικές θερμοκρασίες (λόγω της κλιματικής αλλαγής), θα προσαρμοστούν και στις ανθρώπινες θερμοκρασίες.
Αυτός είναι πιθανώς ο λόγος που η Candida auris, ένας μύκητας με υψηλή θνησιμότητα, εμφανίστηκε ξαφνικά πριν από δέκα χρόνια από το πουθενά και άρχισε να προκαλεί σοβαρά προβλήματα – πριν δεν ήταν προσαρμοσμένη στις θερμοκρασίες του ανθρώπινου σώματος.
— Θα μπορούσε όντως η επόμενη πανδημία να προκληθεί από μύκητα σαν αυτόν;
Όχι, δεν θα είναι από μύκητα η επόμενη πανδημία, για τον απλό λόγο ότι δεν μεταδίδεται εύκολα από άνθρωπο σε άνθρωπο: τους μύκητες τους κολλάς συνήθως από εξωτερικές επιφάνειες, ή μολυσμένο αέρα, δεν τους μεταδίδεις – λίγες οι εξαιρέσεις.
Εδώ οι δημιουργοί χρησιμοποίησαν ένα εξαιρετικό παράδειγμα από τη φύση μεν, «ασφαλές» για τον άνθρωπο δε: το παθογόνο που τους ενέπνευσε ήταν ένα Ophiocordyceps. Tα cordyceps είναι μεγάλη οικογένεια μυκήτων με ελληνικό εν μέρει όνομα (κορδύλη σημαίνει ρόπαλο, το -ceps είναι η λατινική κατάληξη αναφοράς στο κεφάλι, οπότε «οφιοειδής ροπαλοκέφαλος»), κάποια από τα μέλη της χρησιμοποιούνται στην εναλλακτική κινεζική θεραπευτική, αλλά τα ψάχνουν και στη θεραπευτική ογκολογία.
Κάποια άλλα, όμως, έχουν την ικανότητα να αποκτούν πλήρη έλεγχο των κινήσεων και των πράξεων των ξενιστών τους: το χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα μυρμήγκια- ζόμπι που μολύνονται από το ατομικό τους cordyceps (κάθε είδος έχει το δικό του cordyceps, οι άνθρωποι όχι), το οποίο αρχίζει να σχηματίζει ένα σύνθετο δίκτυο μέσα στο σώμα του μυρμηγκιού και παράγει ουσίες που το αναγκάζουν να κάνει συγκεκριμένες πράξεις: να ανεβαίνει σε βλάστηση συγκεκριμένου ύψους και να αγκιστρώνεται εκεί, ώστε μετά ο μύκητας που πολλαπλασιάζεται μέσα στο σώμα του μυρμηγκιού, όταν το καταστρέψει, να διαχυθεί από το κατάλληλο ύψος στο έδαφος και να μολύνει κι άλλα μυρμήγκια.
Ευφυές δείχνει, και πιθανώς είναι, αλλά χρειάστηκαν αιώνες και βάλε για να τροποποιήσει τη συμπεριφορά του το αθώο cordyceps των σκαραβαίων και να γίνει το μυρμηγκοφάγο cordyceps. Για να φτάσουμε στο να εξελιχθεί ένα cordyceps ώστε να προσβάλλει θηλαστικά και πολύ περισσότερο τον άνθρωπο, έχουμε πολύ δρόμο. Επίσης, άλλη η ανοσία ενός οργανισμού σαν το μυρμήγκι, άλλη του ανθρώπου – στη δεύτερη περίπτωση θα είχε πολλά ακόμη εμπόδια ο μύκητας.
Από την άλλη, υπάρχουν ιοί που μπορούν να τροποποιήσουν την ανθρώπινη συμπεριφορά: ο ιός της λύσσας, κλασικά –o διαβασμένος Κρόνενμπεργκ τα έλεγε από το 1977, όχι αληθοφανώς, αλλά αρκούντως τρομακτικά–, και ο συγγενής ιός Borna που θεωρούνταν ως αίτιο όλων των ψυχιατρικών διαταραχών για ένα διάστημα πριν από λίγες δεκαετίες.
Για να μην πούμε για την εγκεφαλοφάγο αμοιβάδα Naegleria fowleri που σε σκοτώνει αν την κολλήσεις κολυμπώντας σε στάσιμα νερά – στην Τσεχοσλοβακία είχαν πεθάνει έτσι δεκαεπτά άτομα πριν από εξήντα χρόνια, από κακοφτιαγμένη πισίνα. Πιο επικίνδυνα για πανδημία θα ήταν κάτι τέτοια παθογόνα.
— Είμαστε όντως απροστάτευτοι απέναντι στους μύκητες, όπως λέει ο επιδημιολόγος στην εισαγωγή του πρώτου επεισοδίου;
Εν μέρει, ναι: όπως είπαμε, οι μύκητες είναι ευκαρυωτικοί οργανισμοί, άρα έχουν παρόμοιες βασικές κυτταρικές δομές με το ανθρώπινο κύτταρο. Οπότε, αν πας να σκοτώσεις έναν μύκητα με ειδικό φάρμακο, θα έχεις και μεγάλη τοξικότητα, σημαντικές παρενέργειες. Εξού και είναι δύσκολη η ανάπτυξη αντιμυκητιασικών. Φάρμακα πάντως υπάρχουν, έστω και τοξικά. Είναι όμως ακριβά, και δεν είναι προσβάσιμα σε όλους.
Το ακόμη χειρότερο είναι ότι δίνουμε την ευκαιρία στους μύκητες να αναπτύξουν αντοχή απέναντι και σε αυτά τα φάρμακα που έχουμε: παρατηρείται την τελευταία δεκαπενταετία αυξανόμενη αντοχή των μυκήτων απέναντι στην ευρύτερα διαδεδομένη κατηγορία αντιμυκητιασικών φαρμάκων, τις αζόλες.
Πολλές μελέτες κατέληξαν ότι αυτή η αντοχή δεν οφείλεται στην κατάχρηση των αντιμυκητιασικών φαρμάκων για τη θεραπεία ανθρώπινης νόσου αλλά στην αλόγιστη χρήση μυκητοκτόνων στις καλλιέργειες: το μυκητοκτόνο πέφτει και στο έδαφος, όπου κρύβονται ασπέργιλλοι τους οποίους στη συνέχεια εισπνέει ο ανοσοκατεσταλμένος, και βοήθειά του...
Θα μου πεις, υπάρχουν και χειρότερα από το να μολυνθείς με ασπέργιλλο σαν τη Χλόη στoν «Αφρό των Ημερών» του Μπορίς Βιάν: να σε υποδυθεί στο σινεμά η Audrey Tautou.
— Υπάρχουν στοιχεία ρεαλισμού στην επιδημία του «The last of us», όπως αυτή παρουσιάζεται στη σειρά;
Αν αφήσει κανείς στην άκρη το αίτιο, υπάρχουν πάρα πολλά αληθοφανή στοιχεία: ένα παθογόνο που ξεκινά σε μια άκρη του πλανήτη (συνήθως σε μια χώρα υψηλού πληθυσμού και δυνητικά υψηλού συγχρωτισμού) και μεταδίδεται ταχύτατα σε όλο τον κόσμο, είτε με αεροπορικά ταξίδια ή με μεταφορά της πηγής του, που εδώ ήταν κάποια τροφική πρώτη ύλη.
Αληθοφανής είναι και ο προβληματισμός που εκφράζει η Ινδονήσια μυκητολόγος στο δεύτερο επεισόδιο, όταν προσπαθεί να σχηματίσει την αρχική αλυσίδα μετάδοσης και να ανακαλύψει τον ασθενή μηδέν: οι επιδημίες πρέπει να ανακαλύπτονται προτού γίνουν επιδημίες, μετά πρέπει να τρέξεις πολύ και να είσαι και τυχερός να μην έχεις εύκολα μεταδιδόμενο παθογόνο, ώστε να προλάβεις να την περιορίσεις.
Είναι μάλλον υπερβολική η ταχύτητα που περιγράφεται βέβαια: στο πρώτο επεισόδιο θεωρούν ότι είναι ασφαλείς στα προάστια – και πιθανώς θα ήταν, όπως και κάθε κοινωνικός σχηματισμός που θα είχε μια σχετική απομόνωση και αραιοκατοίκηση.
Το άλλο αληθοφανές είναι ότι εν τέλει η πανδημία μπορεί να λειτουργεί ως άλλοθι για ολοκληρωτικά καθεστώτα που θέλουν να επιτύχουν αυστηρό έλεγχο – η παραβίαση της καραντίνας ισοδυναμεί με κρεμάλα εδώ.
— Έχουμε δει κάτι παρόμοιο στην οθόνη;
Υπάρχει και το «The girl with all the gifts», συμπαθής ταινία του 2016, όπου πάλι μολύνθηκε από cordyceps η ανθρωπότητα, αλλά εκεί «έμαθαν να ζουν με το παθογόνο», οπότε είχαμε σκεπτόμενα παιδιά-ζόμπι που τους έκανε μάθημα η Gemma Arterton μέσα από γυάλινο κλουβί – αυτή, όχι αυτά, τα παιδιά, ήταν η εξέλιξη της ανθρωπότητας όταν τεμπελιάζει και «μαθαίνει να ζει με το παθογόνο».
— Και το πρώτο και το δεύτερο επεισόδιο ξεκινούν με μια σεκάνς όπου πρωταγωνιστικό ρόλο έχει ένας επιδημιολόγος. Πώς σου φαίνεται που οι επιδημιολόγοι παίρνουν μεγαλύτερο χρόνο στο σινεμά και στην τηλεόραση;
Ομολογώ ότι με εντυπωσίασε η εισαγωγή με τη συζήτηση των επιδημιολόγων το 1968, στην έναρξη του πρώτου επεισοδίου: διαβασμένοι οι δημιουργοί, άλλωστε και στο βιντεοπαιχνίδι είχε συμβουλευτικό ρόλο ο επιστήμονας που ασχολήθηκε την περασμένη δεκαπενταετία περισσότερο από κάθε άλλον με τα μυρμήγκια-ζόμπι, ο David Hughes. Τέθηκαν ενδιαφέροντες προβληματισμοί και υπήρξε ωραία συσχέτιση με την κλιματική αλλαγή.
Από την άλλη, η παρουσία της Ινδονήσιας μυκητολόγου στο δεύτερο επεισόδιο, που καταλήγει στην επωδό «Bomb Jakarta now», ήταν μάλλον δραματικός εντυπωσιασμός. Ένας στρατιωτικός τύπου «Outbreak» θα το έλεγε, ένας επιστήμονας όχι.
Κατά τα άλλα, όσον αφορά την παρουσία επιστημόνων ως χαρακτήρων στο σινεμά και την τηλεόραση, ζω για τη στιγμή που θα γυρίσει κάποιος την ελληνική πανδημία σε ταινία. Στο βιβλίο γράφω για Tom Hanks, αλλά προέβλεψα και Will Ferrell, και, όπως πάει, όλους τους ρόλους θα τους παίξει ο Ferrell. Δεν είμαστε δυστυχώς στην εποχή του Paul Muni ως Παστέρ ή του Εdward G. Robninson ως Έρλιχ, πιθανώς ούτε σε επίπεδο επιστημόνων ούτε σινεμά.