— Καταρχάς, πόσο πιστεύετε ότι θα επηρεάσει τις εκλογές στη γειτονική χώρα ο καταστροφικός σεισμός;
Τις επηρεάζει καταλυτικά, ακόμη κι αν τελικά επικρατήσει ο Πρόεδρος Ερντογάν. Και αυτό γιατί, αν με ρωτούσατε πριν τους σεισμούς, θα σας έλεγα ότι οι πιθανότητες επανεκλογής Ερντογάν άγγιζαν το 80-90%, ενώ σήμερα είναι μοιρασμένες.
Ο Ερντογάν βρίσκεται από την πρώτη μέρα απολογούμενος, καθότι αποτελεί καθεστώς μετά από 20 και πλέον χρόνια στην εξουσία, με συνέπεια να χρεώνεται ακόμη και ευθύνες που ενδεχομένως να μην του αναλογούν. Και αυτές δεν αφορούν μόνο στις κακές κατασκευές και τις εν γένει διαρθρωτικές αδυναμίες του κατασκευαστικού κλάδου, τον οποίο ο Τούρκος Πρόεδρος κατέστησε την οικονομική ελίτ της χώρας του, αλλά και στον ελλιπέστατο τρόπο αντιμετώπισης της τραγωδίας.
Ως απόρροια των παραπάνω, ο Ερντογάν όχι μόνο υποχρεώθηκε να ζητήσει συγγνώμη για να δείξει το ανθρώπινό του πρόσωπο, αλλά προέβη σε υποσχέσεις οι οποίες είναι σχεδόν αδύνατο να υλοποιηθούν μέσα στο χρονικό διάστημα που έχει ορίσει και επακόλουθα θέτει σε αμφισβήτηση την αξιοπιστία των λόγων του.
Οι δε εικόνες ώστε να ενισχυθεί το φιλολαϊκό του προφίλ, όπου προσφέρει χρήματα σε απελπισμένους ανθρώπους, δικήν φιλοδωρήματος, παραπέμπουν σε πολύ σκοτεινές περιόδους ακόμη και για την Τουρκία.
«Θα ήθελα πολύ να δω μια κίνηση καλής θέλησης από πλευράς Τουρκίας με ουσιαστικό περιεχόμενο και όχι για το θεαθήναι, είτε σε σχέση με το τουρκο-λιβυκό σύμφωνο, είτε σε σχέση με την αποσύνδεση της αποστρατιωτικοποίησης από την κυριαρχία και την απόσυρση του ζητήματος της αποστρατιωτικοποίησης εν γένει, είτε για τις γκρίζες ζώνες, είτε με την άρση του casus belli».
— Ποια είναι η δική σας πρόβλεψη εν όψει της εκλογικής αναμέτρησης;
Ξεκινώ από την επιλογή του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών για να πω ότι είναι ορθή, υπό την έννοια πως ενδέχεται να δώσουν ψήφο στον Ερντογάν όσοι προσδοκούν και έχουν την ελπίδα ότι τουλάχιστον μέρος των υποσχέσεών του θα υλοποιηθεί.
Αντιλαμβάνεστε πόσο πολύ θα ήθελαν οι οικογένειες που μένουν σήμερα σε σκηνές να πιστέψουν ότι σε λιγότερο από έναν χρόνο θα βρίσκονται πάλι στο δικό τους σπίτι, άρα ο Ερντογάν θα επενδύσει στην προσδοκία, εμφανίζοντας τον εαυτό του ως την επιλογή σταθερότητας απέναντι σε μια κατακερματισμένη αντιπολίτευση.
Ωφελήθηκε από τη στάση της Ακσενέρ, η οποία άδειασε τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης, Κιλιτσντάρογλου, προτείνοντας έναν εκ των δημάρχων Άγκυρας ή Κωνσταντινούπολης, ωστόσο η επαναφορά της στο μαντρί της αντιπολίτευσης έδειξε ένα αποφασιστικό πρόσωπο του Κιλιτσντάρογλου, στο οποίο δεν ήμασταν συνηθισμένοι και εξέθεσε την Ακσενέρ ως οπορτουνίστρια της πολιτικής.
Όπως σας είπα και πριν, οι πιθανότητες είναι πλέον μοιρασμένες, με την πλάστιγγα να γέρνει σαφώς υπέρ των δυνάμεων της αντιπολίτευσης σε σχέση με τις κοινοβουλευτικές εκλογές, ειδικότερα αν συμπεριλάβουμε σε αυτές και το φιλοκουρδικό/φιλεργατικό κόμμα HDP, ενώ σε σχέση με τις προεδρικές θα πρότεινα να περιμένουμε τις δημοσκοπήσεις σε έναν μήνα από σήμερα για να δούμε αν η τάση επικράτησης του Κιλιτσντάρογλου παραμείνει ή ξεφουσκώσει.
Γιατί αν στα μέσα Απριλίου έχουμε περίπου τις ίδιες διαφορές που δείχνουν σχεδόν όλες οι δημοσκοπήσεις τώρα, τότε θα είναι πάρα πολύ δύσκολη η ανατροπή. Αν όμως η τάση δείχνει μείωση της ψαλίδας, τότε η δυναμική θα είναι υπέρ του Ερντογάν, κάτι που ενδεχομένως να αλλάξει το κλίμα υπέρ του.
Όπως και να ’χει, η ψήφος των Κούρδων είναι καθοριστικής σημασίας, δεδομένου ότι αυτοί έδιναν την υπεροχή στον Τούρκο Πρόεδρο στις περισσότερες από τις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις και αυτοί ήταν που του στέρησαν την νίκη, και μάλιστα δύο φορές, στις εκλογές στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Ερντογάν ήταν ο πρώτος πολιτικός που προσέγγισε το κουρδικό στοιχείο, του αναγνώρισε δικαιώματα και προσπάθησε να βρει τη χρυσή τομή, όλα αυτά όμως μέχρι το 2015 και τις εκλογές του Ιουνίου, όταν η είσοδος του φιλοκουρδικού κόμματος στην τουρκική εθνοσυνέλευση του στέρησε την αυτοδυναμία και από και πέρα αποφάσισε να συμπλεύσει με τους ακραίους εθνικιστές του Μπαχτσελί, στοχοποιώντας και δαιμονοποιώντας τους Κούρδους.
Ένα επίσης ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι η μερική αποστασιοποίηση της Ακσενέρ βοήθησε τον Κιλιτσντάρογλου να προσεγγίσει τους Κούρδους, οι οποίοι βρίσκονται σε ιστορική αντιπαλότητα με τους κεμαλιστές εθνικιστές. Οπότε, αναμένουμε αν θα στηρίξουν ανοιχτά τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης, ρισκάροντας αυτός να χάσει ψήφους από τους ακραίους εθνικιστές ή αν η στήριξή τους είναι πιο διακριτική και στον δεύτερο γύρο, έχοντας κατεβάσει δικό τους υποψήφιο στον πρώτο.
Ο Ερντογάν θα προσπαθήσει να αναδείξει αυτή την αντίφαση στους κόλπους της αντιπολίτευσης και να τη διχάσει. Σήμερα, δύο μήνες πριν τις εκλογές, ο Κιλιτσντάρογλου, που χρειάζεται περίπου όλες τις ψήφους της αντιπολίτευσης για να επικρατήσει, δεν έχει πείσει το 30% των ψηφοφόρων της Ακσενέρ, τουλάχιστον το 1/4 των Κούρδων, και πρέπει να ανατρέψει τη μέτρια εικόνα του απέναντι στους αναποφάσιστους.
Και κάτι τελευταίο: ας είμαστε προσεκτικοί στις δημοσκοπήσεις και τα ευρήματά τους, γιατί οι σοβαρές και αξιόπιστες εταιρείες στην Τουρκία είναι ελάχιστες. Θα σας αναφέρω χαρακτηριστικά ότι η εικόνα που είχα για την ψήφο των νέων ψηφοφόρων, οι οποίοι θα αγγίξουν τα 8 εκατομμύρια στις επικείμενες εκλογές, ήταν πως θα καταψηφίσουν το κυβερνών κόμμα, του οποίου η απήχηση βρισκόταν περίπου στο 12-13%, δηλαδή 20 μονάδες κάτω από το εθνικό του ποσοστό.
Όταν βρέθηκα στη γειτονική χώρα και συνομίλησα με έμπειρο δημοσκόπο, μου επισήμανε ότι οι νέοι ψηφοφόροι όντως γυρίζουν την πλάτη στον Ερντογάν, με αποτέλεσμα τα ποσοστά του να είναι χαμηλότερα σε αυτούς αλλά μόλις κατά 4-5 μονάδες και σίγουρα όχι κατά 20.
— Σε περίπτωση ήττας του Ταγίπ Ερντογάν, μετά από τόσα χρόνια στην εξουσία, τι είναι αυτό που θα αλλάξει όσον αφορά την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας;
Η νέα κυβέρνηση έχει υποσχεθεί, και είναι άλλωστε μέρος της συμφωνίας των έξι κομμάτων της αντιπολίτευσης, ότι θα εκδημοκρατίσει την Τουρκία και θα επαναφέρει το σύστημα στην προεδρευόμενη δημοκρατία. Ανάλογα τον αριθμό βουλευτών που θα ελέγχει, μπορεί ακόμη και να χρειαστεί να προσφύγει στη λαϊκή ετυμηγορία, δηλαδή σε ένα δημοψήφισμα, για να ανατρέψει τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος του 2017, όπου ο Ερντογάν πέτυχε μέσω της συνταγματικής αναθεώρησης την αποκαθήλωση του κεμαλικού συστήματος και την εδραίωσή του ως απόλυτου άρχοντα της χώρας.
Αυτό σημαίνει ότι για τουλάχιστον δύο χρόνια ο νέος Πρόεδρος θα ασχοληθεί με την εσωτερική αναδιάρθρωση, την ανακατανομή αρμοδιοτήτων και ρόλων και την αλλαγή υποδείγματος, κάτι που σημαίνει ότι θα αποφύγει τις συγκρούσεις για θέματα εξωτερικής πολιτικής τόσο με όσους τον στηρίζουν (της Ακσενέρ συμπεριλαμβανομένης) όσο και με την αντιπολίτευση.
Συνεπώς, αν το κόμμα Ερντογάν, με ή χωρίς αυτόν στο τιμόνι, εγκαλεί την κυβέρνηση για ενδοτισμό και υποχωρητικότητα, θα πρέπει αυτή να εμφανίζεται ότι δεν μετακινείται από θέσεις πάγιες, όπως αυτές γύρω από τα ελληνοτουρκικά.
— Τι άλλο διαπιστώσατε από την πρόσφατη επίσκεψή σας στην Τουρκία;
Είναι αλήθεια ότι οι εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης μάς διαβεβαίωσαν ότι έχουν μια άλλη προσέγγιση απέναντι στην Ελλάδα και επιδιώκουν την ειρηνική διευθέτηση των διαφόρων μέσω διαλόγου, χωρίς απειλές και εκβιασμούς, και μάλιστα κατέκριναν τον Ερντογάν για τη φράση «θα έρθουμε μια νύχτα ξαφνικά» ή «θα στείλουμε έναν πύραυλο να χτυπήσει την Αθήνα», όμως για την ταμπακιέρα δεν εξέφρασαν κάποια θέση διαφορετική από του Τούρκου Προέδρου.
Άλλωστε, το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης και των γκρίζων ζωνών αλλά και της «Γαλάζιας Πατρίδας» αποτελούν επινοήσεις των κεμαλιστών, έστω κι αν ο Ερντογάν αποφάσισε για τους δικούς του λόγους να τους δώσει σάρκα και οστά και να τις πάει και ένα βήμα παρακάτω.
Θα ήθελα πολύ να δω μια κίνηση καλής θέλησης από πλευράς Τουρκίας με ουσιαστικό περιεχόμενο και όχι για το θεαθήναι, είτε σε σχέση με το τουρκο-λιβυκό σύμφωνο, είτε σε σχέση με την αποσύνδεση της αποστρατιωτικοποίησης από την κυριαρχία και την απόσυρση του ζητήματος της αποστρατιωτικοποίησης εν γένει, είτε για τις γκρίζες ζώνες, είτε με την άρση του casus belli. Ο πήχης όμως έχει υψωθεί τόσο πολύ από τον Ερντογάν, ώστε είναι δύσκολο να δούμε επί του πρακτέου αναδίπλωση, από την άλλη όμως είναι τόσο ακραίες οι θέσεις που αν απέναντί μας έχουμε μια κανονική κυβέρνηση, με ευρωπαϊκό προσανατολισμό, που θέλει να κερδίσει εκ νέου την εμπιστοσύνη Αμερικανών και Ευρωπαίων, μια έμπρακτη κίνηση καλής θέλησης απέναντι στην Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει.
Αυτό που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής είναι το σενάριο οι κεμαλιστές να αλλάξουν το περιτύλιγμα, μιλώντας στην ψυχή των Δυτικών για ζητήματα δημοκρατίας και επαναφοράς της Τουρκίας σε δυτική τροχιά, αποσύροντας τους ρωσικούς S-400, αλλά στην ουσία σε σχέση με τα ελληνοτουρκικά να μη μετακινηθούν ούτε ίντσα, απαιτώντας όμως την έναρξη διαπραγματεύσεων.
— Τέλος, ποια θα είναι η στάση των ΗΠΑ και της Ε.Ε. στις επερχόμενες εκλογές; Ποιο σενάριο δηλαδή θα προκρίνουν; Και ποιες οι ανησυχίες τους όσον αφορά την εξίσωση με τη χώρα μας και τα γεωπολιτικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο;
Οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι προφανώς δεν θα εκδηλώσουν την προτίμησή τους, αν υποθέσουμε ότι θεωρούν πως ο Ερντογάν είναι το φαινόμενο και όχι το σύμπτωμα ενός φαινομένου, το οποίο έχει αλλάξει τη φυσιογνωμία της Τουρκίας. Δεν πρόκειται λοιπόν να πάρουν θέση, εν γνώσει τους ότι κάτι τέτοιο θα αποτελούσε βούτυρο στο ψωμί του Ερντογάν και θα γινόταν προϊόν πολιτικής εκμετάλλευσης.
Οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης θέλουν να προσεγγίσουν και πάλι τις Ηνωμένες Πολιτείες, παρουσιάζοντας τη μάχη απέναντι στον Ερντογάν ως μάχη της δημοκρατίας απέναντι στον αυταρχισμό, όμως τα διαπιστευτήρια που θα δώσουν θα πρέπει να είναι επί του πρακτέου. Αν τελικά η αντιπολίτευση κερδίσει τις εκλογές, θα πρέπει έμπρακτα να αποδείξει ότι θέλει να επαναφέρει την Τουρκία σε μια κανονικότητα όχι μόνο στο εσωτερικό αλλά και στην εξωτερική της πολιτική.
Από κει και πέρα, η Τουρκία είναι πολύ μεγάλη για να αποκλειστεί από τις περιφερειακές εξελίξεις. Και δεν είναι στην πρόθεσή της Ελλάδας τουλάχιστον να συμβεί κάτι τέτοιο. Όμως, κόντρα σε όσα λέγονται από Τούρκους αξιωματούχους και συναδέλφους δικούς μου, η Άγκυρα ήταν αυτή που επέλεξε να αυτοπεριθωριοποιηθεί από τις εξελίξεις στην ανατολική Μεσόγειο, διαλύοντας τη σχέση της με Ισραήλ και Αίγυπτο και διαταράσσοντας την περιφερειακή σταθερότητα με ενέργειες όπως αυτή της αμφισβήτησης μέσω παραβιάσεων των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και με την υπογραφή μιας συμφωνίας με την κυβέρνηση της Τρίπολης στη Λιβύη, η οποία σφετερίζεται κυριαρχικά δικαιώματα, δηλαδή ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα, ακόμη και κυριαρχία σε κάποια σημεία, δηλαδή χωρικά ύδατα, της Ελλάδας. Συνεπώς οι ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση δεν είναι αναλογικές και πρέπει να καταμεριστούν αναλόγως.
Από κει και πέρα, ασφαλώς, εφόσον η Τουρκία δεχθεί τους κανόνες και το πλαίσιο συμπεριφοράς –όχι μόνο στο πλαίσιο της καλής γειτονίας– που έχουν συμφωνήσει οι υπόλοιπες δυνάμεις της περιοχής, είναι ευπρόσδεκτη και θα πρέπει να είναι ευπρόσδεκτη να συμμετάσχει στις περιφερειακές διεργασίες συμπεριλαμβανομένων και αυτών της ενέργειας.
Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί να συμβεί με συναλλακτικό τρόπο, διότι αν δεν υπάρχουν αρχές που να διέπουν την οποία περιφερειακή σύμπραξη, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Επομένως, η συνεισφορά του αμερικανικού και ευρωπαϊκού παράγοντα θα έπρεπε να είναι ακριβώς προς αυτή την κατεύθυνση, αντί να ενθαρρύνει για συμμετοχή της Τουρκίας χωρίς όρους μόνο και μόνο για να μη βρεθεί εκτός νυμφώνος.
Τέλος, ως προς τη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών για να ευδοκιμήσει ο διάλογος ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, διαπίστωσα στα δύο πρόσφατα ταξίδια μου στην Ουάσιγκτον ότι δεν υπάρχει αυτήν τη στιγμή τέτοια πρόθεση και επιθυμία εμπλοκής από μεριάς Αμερικανών, αντιθέτως θεωρούν ότι αυτό τον ρόλο θα μπορούσε να αναλάβει και να παίξει με επιτυχία η Γερμανία.
Τα τελευταία βιβλία του Κωνσταντίνου Φίλη «Διεκδικητικός πατριωτισμός - Ανατομία μιας συζήτησης που δεν έγινε ποτέ» και το συλλογικό «Το μέλλον της Ιστορίας. Πώς ο πόλεμος της Ουκρανίας αλλάζει το παγκόσμιο τοπίο» σε επιμέλεια δική του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.