ΣΤΙΣ 6 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ, ένα μεγάλο σεισμικό κύμα χτύπησε τη νοτιοανατολική Τουρκία. Έκτοτε εξελίσσεται μια μάχη με τον χρόνο. Νύχτες αγωνίας, αλλεπάλληλες δονήσεις, συγκλονιστικές μαρτυρίες και μια διαρκής αναζήτηση για επιζώντες.
Καθημερινά οι εικόνες που βλέπουμε από την Τουρκία και τη Συρία συνθέτουν το παζλ μιας ανυπολόγιστης ανθρωπιστικής τραγωδίας. Πολυώροφα κτίρια καταρρέουν σαν χάρτινοι πύργοι, άνθρωποι τρέχουν πανικόβλητοι, χιλιάδες άστεγοι μέσα σε κλίμα ψύχους και σωστικά συνεργεία να παλεύουν για να απεγκλωβίσουν όσους έχουν καταφέρει να παραμείνουν ζωντανοί.
Το χτύπημα του εγκέλαδου ξύπνησε μνήμες από το παρελθόν. Μάλιστα, ο Τούρκος Πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, υποστήριξε ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη καταστροφή στη χώρα, θυμίζοντας τον σεισμό των 7,8 Ρίχτερ του 1939, λίγο έξω από την πόλη του Ερζιντζάν. Τότε είχαν σκοτωθεί πάνω από 32.700 άνθρωποι, ενώ είχε προκληθεί τσουνάμι μισού μέτρου.
Αυτές τις μέρες, χώρες απ’ όλο τον κόσμο στέλνουν βοήθεια στις σεισμόπληκτες περιοχές. Εικόνες μικρών παιδιών που έμειναν για ώρες εγκλωβισμένα έχουν κατακλύσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ χιλιάδες είναι οι νεκροί που ανασύρθηκαν από τα συντρίμμια, ακόμα περισσότεροι οι άστεγοι και οι τραυματίες.
Το 1999 η «διπλωματία των σεισμών» είχε φέρει κοντά τους λαούς αλλά και τις ηγεσίες. Αλλά και τότε ένα σκάνδαλο διαφθοράς σχετικά με τις άδειες που είχαν δοθεί σε κτίρια τα οποία κατέρρευσαν είχε πλήξει την κυβέρνηση Ετζεβίτ, κάνοντας τους πολίτες να ψηφίσουν το νέο, τότε, Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν.
Αρκετοί έχουν αρχίσει να αναρωτιούνται ποιες μπορεί να είναι οι πολιτικές, οικονομικές και γεωπολιτικές συνέπειες του σεισμού στην Τουρκία. Το βασικό ερώτημα που ανακύπτει είναι αν μπορεί αυτός ο φονικός σεισμός να αλλάξει τα δεδομένα και να καταπνίξει το νεο-οθωμανικό αφήγημα του Ερντογάν. Είναι ικανό το κύμα αλληλεγγύης από την πλευρά της Ελλάδας να δημιουργήσει συνθήκες επαναπροσέγγισης των δύο χωρών, να αποτελέσει μια ευκαιρία για αναθέρμανση των σχέσεων των δύο κρατών;
Αν γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, είναι ευδιάκριτοι οι παραλληλισμοί με τον φονικό σεισμό στις 17 Αυγούστου του 1999. Τότε, τα 7,6 Ρίχτερ στην περιοχή του Ιζμίτ (Νικομήδεια) στη βορειοδυτική Τουρκία που ενεργοποίησαν το ρήγμα της βόρειας Ανατολίας στοίχισαν τη ζωή σε περισσότερους από 17.000 ανθρώπους και άφησαν πίσω τους 44.000 τραυματίες.
Εκείνη την περίοδο οι σχέσεις των δύο χωρών δεν βρίσκονταν στο καλύτερο σημείο. Είχαν περάσει τρία χρόνια από την κρίση των Ιμίων, τις δολοφονίες του Τάσου Ισαάκ και του Σολωμού Σολωμού στην Κύπρο, ενώ λίγο καιρό πριν από τον σεισμό η υπόθεση Οτσαλάν είχε φέρει τις δύο χώρες στα πρόθυρα σύρραξης. Ήταν η εποχή που ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, με υπουργό Εξωτερικών τον Γιώργο Παπανδρέου, ανέπτυξε τη «διπλωματία των σεισμών», αποκλιμακώνοντας την ένταση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Τότε ο κυβερνητικός συνασπισμός του Μουσταφά Μπιουλέντ Ετζεβίτ επέδειξε απίστευτη ολιγωρία και μια πρωτοφανή αδυναμία διαχείρισης της κρίσης, κλονίζοντας την εμπιστοσύνη των πολιτών στο βαθύ κεμαλικό κράτος.
Φυσικά, αυτό, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση του 2001, συνέβαλε καθοριστικά στην εκλογή του κόμματος του Ερντογάν. Ουσιαστικά, ο σημερινός Τούρκος Πρόεδρος ανήλθε στην εξουσία ως το «αγαπημένο» παιδί των Δυτικών, ενώ στα μάτια του τουρκικού λαού η πολιτική επιτυχία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα ταυτιζόταν με την οικονομική ανάπτυξη και την αύξηση του πλούτου.
Σήμερα πολλοί αναρωτιούνται κατά πόσο οι χειρισμοί του Ερντογάν μπορεί να επηρεάσουν την επανεκλογή του. Η πρωτοφανής φυσική καταστροφή και το εθνικό πένθος θα ωφελήσουν ή θα ζημιώσουν τον Τούρκο Πρόεδρο; Το βέβαιο είναι ότι οι σεισμοί αυτοί έχουν πλήξει το νοτιοανατολικό και πιο φτωχό τμήμα της χώρας, αφού μιλάμε για πόλεις και χωριά στα οποία ζει το κουρδικό στοιχείο. Μάλιστα, είναι πιθανό μια χώρα που εδώ και καιρό αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα να βρεθεί ξανά στο κατώφλι του ΔΝΤ.
Προφανώς, από τη δημόσια συζήτηση δεν λείπουν οι ψίθυροι για το πώς κατέρρευσαν με τόση ευκολία τα κτίρια από τους δύο σεισμούς της περασμένης Δευτέρας. Όπως αποδείχθηκε, πολλά από τα κτίρια αυτά είχαν κατασκευαστεί από σκυρόδεμα, χωρίς καμία αντισεισμική ενίσχυση.
Η κριτική από την αντιπολίτευση είναι σίγουρο ότι θα εστιάσει σε αυτό το κομβικό σημείο, σε μια χρονιά εκλογών όπου ο Ερντογάν είναι αντιμέτωπος με τη μεγαλύτερη πρόκληση από τότε που ανήλθε στην εξουσία. Προφανώς, η αναβολή των εκλογών της 14ης Μαΐου υπό τις παρούσες δύσκολες συνθήκες φαντάζει αρκετά πιθανή, αφού ο Τούρκος Πρόεδρος έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει το συνταγματικό περιθώριο των έξι μηνών και να μετατοπίσει τις εκλογές.
Ο Ερντογάν, λοιπόν, έχει να αντιμετωπίσει τους νέους εκλογικούς συσχετισμούς που δημιουργούνται, καθώς, καταρχάς, οι Κούρδοι είναι αυτοί που θα κρίνουν το αποτέλεσμα της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης. Επίσης, πώς θα αντιδράσει ο ίδιος στο πρόγραμμα αποκατάστασης των ζημιών και πώς θα συμπεριφερθούν οι υποστηρικτές του; Τι θέση θα πάρει απέναντι σε χώρες με τις οποίες οι σχέσεις του είναι προβληματικές σχέσεις, δεδομένου ότι πριν από λίγο καιρό είχε βρεθεί σε κατάσταση απομόνωσης;
Μάλιστα, η τραγική ειρωνεία είναι ότι οι χώρες που φρόντισαν να στείλουν αμέσως βοήθεια στην Τουρκία είναι εκείνες που μέχρι την περασμένη εβδομάδα βρίσκονταν στο επίκεντρο της επιθετικής ρητορικής.
Οι ομοιότητες με το 1999 είναι πολλές, αλλά είναι αρκετές και οι διαφορές. Σήμερα ο Ερντογάν έχει εγκαταστήσει ένα απολύτως αυταρχικό καθεστώς στη χώρα και παραμένει εκφραστής ενός επικίνδυνου τουρκικού μεγαλοϊδεατισμού. Όλα αυτά τα χρόνια έχει εκκαθαρίσει τον στρατό από τους γκιουλενικούς και γενικότερα τους φιλοδυτικούς, φιλονατοϊκούς αξιωματικούς, εδραιώνοντας την κυριαρχία του σε πολλαπλά επίπεδα.
Είναι ξεκάθαρο ότι η αντιδυτική στροφή του αλλά και η εθνικιστική υστερία των τελευταίων χρόνων, ειδικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, είχαν ως αποτέλεσμα να καταρρεύσει η διεθνής εικόνα της Τουρκίας. Από την άλλη, τα κεντρικά ΜΜΕ, που έχουν τεράστια επιρροή, βρίσκονται σχεδόν ολοκληρωτικά στα χέρια του καθεστώτος Ερντογάν, αναπαράγοντας την προπαγάνδα του.
Το 1999 η «διπλωματία των σεισμών» είχε φέρει κοντά τους λαούς αλλά και τις ηγεσίες. Αλλά και τότε ένα σκάνδαλο διαφθοράς σχετικά με τις άδειες που είχαν δοθεί σε κτίρια τα οποία κατέρρευσαν είχε πλήξει την κυβέρνηση Ετζεβίτ, κάνοντας τους πολίτες να ψηφίσουν το νέο, τότε, Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν.
Οι καταστροφικοί σεισμοί θα δώσουν στον Ερντογάν την ευκαιρία να ανακτήσει τη χαμένη εμπιστοσύνη ενός μεγάλου ποσοστού της χώρας ή θα σημάνουν τον πολιτικό του «θάνατο»; Θα βγει ενισχυμένος και αλώβητος ή θα πληγεί από τους πολιτικούς «μετασεισμούς»;
Κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει ότι ο Τούρκος Πρόεδρος θα επιχειρήσει να παραμείνει στην εξουσία πάση θυσία. Πιθανόν για κάποιο χρονικό διάστημα να βάλει στην άκρη τις προκλητικές ενέργειες, την κλιμακούμενη ρητορική όξυνσης, τις συνεχείς απειλές και το σκηνικό έντασης. Οι εξελίξεις είναι μπροστά μας.
Όταν κάποτε ρώτησαν τον Βρετανό πρωθυπουργό Χάρολντ ΜακΜίλαν τι φοβάται περισσότερο στην πολιτική, απάντησε: «Τα γεγονότα αγαπητέ μου, τα γεγονότα». Το ερώτημα που τίθεται, λοιπόν, είναι: ένας σεισμός έφερε στην εξουσία τον Ερντογάν, και ένας σεισμός θα τον ρίξει;