Η Ματίνα Στεβή είναι Ελληνίδα δημοσιογράφος και ανταποκρίτρια των «New York Times» στις Βρυξέλλες. Η ζωή της περιστρέφεται γύρω από ειδήσεις, άρθρα, ταξίδια σε όλο τον κόσμο, δύσκολες αποφάσεις, επικίνδυνες συναντήσεις και σκληρές ανθρώπινες ιστορίες. Εδώ και αρκετά χρόνια ανακαλύπτει τον κόσμο μέσα από τα δημοσιογραφικά της ταξίδια. Έχει βρεθεί σε μέρη και τόπους που δεν πρόκειται να σβήσουν ποτέ από τη μνήμη της.
Ο πατέρας της, Γιάννης Στεβής, ήταν για πολλά χρόνια δημοσιογράφος, γι' αυτό βρέθηκε από μικρή ηλικία σε περιβάλλον newsroom. Πήγε στην Οξφόρδη για να σπουδάσει πολιτικές επιστήμες και όταν τελείωσε, επέστρεψε στην Ελλάδα και ξεκίνησε να δουλεύει στη «City Press». Η επαγγελματική ανέλιξη ήταν αλματώδης, έτσι σε ηλικία 23 ετών ανέλαβε τη διεύθυνση της εφημερίδας. Αργότερα, ακολουθώντας μια πορεία συνεχούς εξέλιξης, πήγε στο London School of Economics για ένα διετές MBA πάνω στη Δημόσια Διοίκηση και για ένα διάστημα εργάστηκε και στον «Economist».
Τη συναντώ στο κέντρο της Αθήνας ένα ηλιόλουστο πρωινό κατά τη διάρκεια μιας σύντομης επίσκεψής της στην Ελλάδα. Λίγο πριν ξεκινήσουμε τη συνομιλία μας, μου λέει πόσο απολαμβάνει τη λιακάδα της πρωτεύουσας, κάτι που της λείπει στις Βρυξέλλες. Απέναντί μου έχω μια γυναίκα ενθουσιώδη, χαμογελαστή και ενεργητική. Ξεχωρίζει για την αναλυτική της σκέψη, τις νηφάλιες προσεγγίσεις της και, φυσικά, για το προνόμιο μιας συναρπαστικής ζωής. Στην οικογένεια της μεγαλύτερης εφημερίδας του κόσμου εντάχθηκε τον περασμένο Ιούλιο. Μέχρι τότε εργαζόταν σε ένα άλλο κορυφαίο έντυπο του πλανήτη, τη «Wall Street Journal», όπου είχε την ευχέρεια να κάνει προσφυγικά θέματα, παρά το ότι η συγκεκριμένη εφημερίδα είναι οικονομικού περιεχομένου. Κάπως έτσι βρέθηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Αφρική και σε περιοχές που δεν μπορείς να πλησιάσεις εύκολα. Κένυα, Σομαλία, Αιθιοπία, Ακτή Ελεφαντοστού, Νότιο Σουδάν, Ερυθραία,είναι μερικές από τις επισφαλείς τοποθεσίες που έχει βρεθεί κατά καιρούς.
«Είμαι ακραία φεμινίστρια. Κάθε γυναίκα πρέπει να έχει διάθεση να "χυθεί αίμα» στους διαδρόμους και να υπερασπίζεται τα δικαιώματα της»
Σήμερα, ως ξένη ανταποκρίτρια στις Βρυξέλλες, θεωρεί ότι κάνει ένα διάλειμμα. Πώς είναι να εργάζεσαι για τους «New York Times»; «Αναμφίβολα, αισθάνεσαι ένα δέος. Αρχικά, να πω ότι έχω την ευτυχία να μοιράζομαι ένα μικρό γραφείο στην εμβληματική πόλη του Βελγίου μαζί με δύο δημοσιογράφους που αμφότεροι έχουν κερδίσει δύο βραβεία Πούλιτζερ, τον Steven Erlanger και τον Matt Apuzzo.
Ωστόσο, εκεί που αντιλαμβάνεσαι ότι δουλεύεις γι' αυτήν τη σπουδαία εφημερίδα είναι όταν περνάς το κατώφλι του θρυλικού κτιρίου της εφημερίδας στη Νέα Υόρκη. Μπαίνοντας, έρχεσαι αντιμέτωπος με έναν άλλο κόσμο. Μιλάμε για μια κερδοφόρα επιχείρηση Τύπου που απασχολεί 1.600 άτομα και το σημαντικότερο είναι ότι δεν μιλάς με κανέναν που να είναι μέτριος, από τη γραμματέα και τη διοικητική υποστήριξη μέχρι τα διευθυντικά στελέχη. Όλα βασίζονται σε έναν υψηλού επιπέδου επαγγελματισμό.
Επίσης, είναι μια εφημερίδα που επενδύει συνεχώς στην τεχνολογία. Ακόμα και οι άνθρωποι που είναι υπεύθυνοι για το lay out διαθέτουν δημοσιογραφικό αισθητήριο και αρκετές φορές μπαίνουν στη διαδικασία να σου πουν τις ιδέες τους. Τέλος, η πλήρης συνειδητοποίηση του πού δουλεύεις έρχεται από τη συμπεριφορά των άλλων. Όταν ακούν ότι εργάζεσαι στους "New York Times", εκφράζουν πάντοτε έναν απέραντο θαυμασμό» υποστηρίζει.
Για τη Ματίνα Στεβή η μέγιστη καταξίωση για έναν δημοσιογράφο είναι να πάρει το βραβείο Πούλιτζερ. Επίσης, θεωρεί μεγάλο προσόν την αυτοκριτική, τον μοναδικό τρόπο για αυτοβελτίωση. «Χωρίς να μαστιγώνεις τον εαυτό σου, είναι πολύ θετικό, στο τέλος της ημέρας, να εστιάζεις στα λάθη, στις προκαταλήψεις και στους φόβους σου. Πρέπει να είσαι σε μια διαρκή άσκηση προσωπικής ανάπτυξης. Φέρεις τεράστια ευθύνη απέναντι στους αναγνώστες κι αυτός είναι ο κυριότερος λόγος που πιστεύω ότι χρειάζεται να θέτεις συνεχώς σε αμφισβήτηση τα δημοσιογραφικά σου αντανακλαστικά. Γνωρίζω ότι είναι δύσκολο, αλλά είναι εντελώς αναγκαίο. Κι αν έχεις την άποψη ότι σε αυτήν τη δουλειά όλα τα κάνεις σωστά, είναι σίγουρο ότι απλώς δεν κάνεις γι' αυτό το επάγγελμα» επισημαίνει.
Καθημερινά ενημερώνεται από το BBC και το Reuters, ακολουθεί κάποιους επιλεκτικά στο Τwitter, διαβάζει ανελλιπώς τη διασκεδαστική στήλη της Marina Hyde στον «Guardian» και θαυμάζει τον John Carreyrou, ο οποίος, μεταξύ άλλων, αποκάλυψε το σκάνδαλο «Theranos».
Τι είναι για εκείνην η δημοσιογραφία; Με μια ικανοποίηση στο βλέμμα απαντά: «Θεωρώ τεράστια υποχρέωση το να αποτυπώνεις δίκαια διάφορες εκδοχές του κόσμου. Επίσης, προφανώς και είναι λειτούργημα. Όμως, δεν γίνεται να είσαι δημοσιογράφος χωρίς να επικοινωνείς με τους απλούς ανθρώπους. Προσωπικά, διαβάζω πολλά βιβλία, συνομιλώ συνεχώς με ακαδημαϊκούς, αλλά έχω μάθει ότι μόνον αν βγεις στον δρόμο θα έχεις ουσιαστικό αποτέλεσμα στο ρεπορτάζ σου. Χωρίς αμφιβολία, λοιπόν, η τριβή με την κοινωνία είναι απαραίτητη».
Στο σημείο αυτό τη ρωτώ τι θα συμβούλευε έναν νέο δημοσιογράφο; «Πρώτον, να μη σπουδάσει δημοσιογραφία. Να είναι επίμονος και αν δει ότι δεν τραβά, να το αφήσει. Επιπρόσθετα, όταν ασχολείσαι με τα social media μιας εταιρείας, λυπάμαι, δεν είσαι δημοσιογράφος. Αν, λοιπόν, δεν έχεις πάθος, δεν μπορείς να πετύχεις σε αυτό το επάγγελμα» λέει κατηγορηματικά.
Όσον αφορά την απορία μου περί σύγκρισης ανάμεσα στον ελληνικό και ξένο Τύπο, η απάντησή της είναι ξεκάθαρα αρνητική. «Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πολλά υγιή "μαγαζιά", δεν πληρώνεται όπως θα έπρεπε το επάγγελμα. Επίσης, έχει ιδιαίτερη σημασία το ότι η κοινωνία δεν αξιολογεί θετικά τους δημοσιογράφους από πλευράς αξιοπιστίας. Τέλος, δεν υπάρχει ίχνος αντικειμενικής ενημέρωσης. Νομίζω ότι το πρόβλημα στην Ελλάδα δεν αφορά τους δημοσιογράφους αλλά τους ιδιοκτήτες. Ευτυχώς, υπάρχουν μερικές εξαιρέσεις, τις οποίες ο κόσμος επιβραβεύει» συμπληρώνει.
Το μέλλον των εφημερίδων πώς το βλέπει; Με ένα ελαφρό μειδίαμα λέει: «Κάθε δέκα χρόνια ακούμε το ίδιο παραμύθι. Ωστόσο, ο Τύπος είναι απαραίτητος. Αν επενδύσουμε στην τεχνολογία και στην εκμάθηση δεξιοτήτων, δεν έχουμε να φοβόμαστε τίποτα. Ζούμε στην εποχή των fake news και της ωρίμανσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αλλά ταυτόχρονα παρατηρούμε ότι εφημερίδες όπως οι "New York Times", η "Wall Street Journal" ή η "Washington Post" θριαμβεύουν και ανταμείβονται από το αναγνωστικό κοινό. Οι πολίτες θέλουν την ποιότητα αλλά και να έχουν εμπιστοσύνη απέναντι στο μέσο που επιλέγουν να διαβάσουν. Επιπλέον, επειδή στους "New York Times" διαθέτουμε ένα σύστημα που παρακολουθεί πότε σταματά να διαβάζει ένα άρθρο ο αναγνώστης, διαπιστώνουμε ότι πολύς κόσμος αφιερώνει χρόνο στην ανάγνωση κειμένων 4.000 και 5.000 λέξεων, ενώ, πριν από λίγο καιρό, επιμέναμε ότι ο κόσμος δεν διαβάζει πάνω από εξακόσιες λέξεις».
Ποτέ δεν τη γοήτευσε το σταθερό ωράριο 9-5, πίσω από ένα γραφείο. Ήταν παρούσα σε ιστορικές στιγμές, έχει γράψει για σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν διάφορες χώρες του κόσμου και στο σακίδιο της δημοσιογραφικής της διαδρομής κουβαλά αμέτρητες εικόνες. Η πρώτη απ' αυτές που ξεχωρίζει προέρχεται από ένα ταξίδι στην Ερυθραία, όταν πήγε εκεί ως η πρώτη διεθνής ανταποκρίτρια τη δεκαετία του 2010. «Έχει χαρακτηριστεί "βόρεια Κορέα" της Αφρικής. Πρόκειται για έναν πανέμορφο και πονεμένο τόπο που "αιμορραγεί", αφού φεύγουν διαρκώς άνθρωποι από τη χώρα. Μιλάμε για μία από τις σκληρότερες δικτατορίες στον κόσμο. Θυμάμαι, όταν περπάτησα στη λεωφόρο Ανεξαρτησίας, είχα πάθει σοκ. Όταν κοιτούσες τον φανταστικό ουρανό ήταν υπέροχα. Όταν έστρεφες το βλέμμα σου στους ανθρώπους, διέκρινες την καταθλιπτική πραγματικότητα.
Επίσης, μια άλλη δυσάρεστη ανάμνηση είναι από το νότιο Σουδάν. Κυριολεκτικά και μεταφορικά νιώθεις σαν να βρίσκεσαι στο τέλος του κόσμου. Ανεξαρτητοποιήθηκε το 2011 και θεωρείται η νεότερη χώρα του πλανήτη. Ακολούθησε αιματηρός εμφύλιος πόλεμος στον οποίο ο βιασμός χρησιμοποιήθηκε ως όπλο της πολεμικής διαμάχης. Όταν επισκέφτηκα τα προσφυγικά στρατόπεδα ήταν ελάχιστες οι γυναίκες που δεν είχαν βιαστεί» αφηγείται με ζωγραφισμένη τη θλίψη στο πρόσωπο της.
Η Ματίνα Στεβή προσθέτει στη συζήτησή μας ότι η Τζακάρτα θα είναι η πρώτη πρωτεύουσα που θα «πνιγεί» εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Επιθυμεί να βρεθεί στη Βηρυτό, στην Ινδονησία και, φυσικά, να επιστρέψει κάποια στιγμή στην Αφρική. «Η ζωή εκεί είναι αυθεντική και τη βιώνεις σε όλες τις διαστάσεις της. Η χαρά, ο πόνος, το δάκρυ, οι ανάγκες, το γέλιο, ο φόβος, τα χρώματα, η φύση, είναι όλα αληθινά» εξηγεί.
Το 2014, κατά τη διάρκεια μιας πολιτικής διαδήλωσης στο Ναϊρόμπι γνώρισε τον σύζυγό της Ιlya Gridneff, που είναι ρωσικής καταγωγής και έχει μεγαλώσει στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας. Ερωτεύτηκαν και στη συνέχεια παντρεύτηκαν σε μια μεσαιωνική εκκλησία στον Κάμπο της Χίου. Μάλιστα, πριν από μερικούς μήνες η οικογένειά τους απέκτησε νέο μέλος, τον Νικολάι, ο οποίος γεννήθηκε στην Κένυα. Το πολυπολιτισμικό παζλ της ζωής της συμπληρώθηκε όταν η βάφτιση του γιου της πραγματοποιήθηκε από μαύρο παπά στην εκκλησία των Αγίων Αναργύρων της Κένυας.
Ζούμε σε ένα κόσμο ανδρών; «Είμαι ακραία φεμινίστρια. Κάθε γυναίκα πρέπει να έχει διάθεση να "χυθεί αίμα" στους διαδρόμους και να υπερασπίζεται τα δικαιώματα της». Έχει δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση; «Εννοείται. Είτε σε ελληνικά είτε σε βρετανικά μέσα ενημέρωσης, υπάρχει η ίδια αντιμετώπιση. Βέβαια, δεν υπάρχουν χειρότεροι σεξιστές από τα upper class αφεντικά στη Βρετανία. Υπήρχαν στιγμές που πίστευα ότι έπρεπε να είμαι ευγενική. Το χειρότερο ήταν ότι αυτό εκλαμβανόταν ως πρόκληση εκ μέρους μου. Αδιανόητο! Όχι ευγένειες λοιπόν. Πρέπει να είσαι έτοιμη για μάχη. Και ευτυχώς, οι "New York Times" το έχουν πολύ ψηλά αυτό το θέμα. Έχουν τελειώσει καριέρες και έχουν ξηλωθεί άτομα για σεξιστικές συμπεριφορές».
Θεωρεί πρόκληση τεραστίων διαστάσεων τη διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού, ενώ από την εποχή του Τραμπ αυτό που την προβληματίζει είναι η άνοδος του μίσους προς τους ειδικούς σε όλους τους τομείς, είτε αφορούν τους εμβολιασμούς, είτε την κλιματική αλλαγή, είτε την οικονομική επιστήμη. «Μια αποδόμηση χωρίς όριο. Κι εδώ είναι που αποδεικνύεται πόσο σημαντική είναι η δουλειά των δημοσιογράφων. Ας διαψεύσουμε την άποψη ότι κι εμείς είμαστε ένας πόλος εξουσίας» επισημαίνει.
Είναι μια προσωπικότητα που δεν εφησυχάζει ποτέ και θεωρεί θετικό συναίσθημα τον φόβο, το απαραίτητο εργαλείο που σε προστατεύει από την άγνοια κινδύνου. Κλείνοντας, τη ρωτώ τι είναι σημαντικό στη ζωή. «Να μη βαλτώνεις. Να εξελίσσεσαι. Συνεχώς να γίνεσαι καλύτερος ως επαγγελματίας, ως σύντροφος, ως γονιός και ως άνθρωπος» καταλήγει.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
σχόλια