Ένας ιστορικός δεν μπορεί παρά να είναι αμφίθυμος απέναντι σε ταινίες «εποχής», είτε κινηματογραφικές, είτε τηλεοπτικές.
Από τη μια, τον σαγηνεύει η αναπαράσταση του παρελθόντος και η ευκαιρία να το «ζήσεις» με τρόπο που προσεγγίζει τη λεγόμενη «εικονική πραγματικότητα». Από την άλλη, τον ενοχλεί ή και εξοργίζει η μικρή ή μεγάλη διαστρέβλωση και παραχάραξη των ιστορικών δεδομένων.
Για μυριάδες θεατές, μόνο αυτή θα μείνει στο τέλος, ενισχύοντας την ημιμάθεια που είναι χειρότερη από την αμάθεια, αφού όλοι αυτοί θα πιστεύουν πλέον ότι «ξέρουν» για την Ιστορία όσα «έμαθαν» από την ταινία. Ελάχιστοι θα έχουν την περιέργεια και τη δυνατότητα να ψάξουν πιο πέρα.
Μικρότερο εμφανίζεται το πρόβλημα της ιστορικής πιστότητας όταν οι πρωταγωνιστές της ταινίας είναι φανταστικά πρόσωπα. Αρκεί, τότε, να είναι πειστική η αναπαράσταση γενικά των συνθηκών και του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζουν και δρουν.
Απείρως μεγαλύτερο παρουσιάζεται το πρόβλημα της πιστότητας όταν πρωταγωνιστούν ιστορικά πρόσωπα, για τα οποία υπάρχει πλούτος πληροφοριών. Τέτοια πρόσωπα είναι κατεξοχήν οι βασιλείς και οι βασίλισσες.
Η βασιλεία ανέκαθεν αποτελεί προνομιακό υλικό για θεατρική και, στην εποχή μας, κινηματογραφική εκμετάλλευση. Αντίθετα με την «κρυφή» ή, σωστότερα, διακριτική γοητεία της «μπουρζουαζίας» στον τίτλο της ταινίας του Μπουνιουέλ, η γοητεία της βασιλείας είναι φανερή, ολοφάνερη. Βγάζει μάτι.
Αυτός ο πανάρχαιος θεσμός συνιστά εξαρχής θέατρο και υπέροχο θέαμα, με τελετές, πομπές και άλλες περίτεχνες σκηνοθεσίες που επιδιώκουν τον εντυπωσιασμό και την επιβολή. Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο ότι πάμπολλες ταινίες «εποχής» θέλησαν να αξιοποιήσουν και να αναδείξουν ακριβώς αυτά τα στοιχεία.
Στο σενάριο (που είχαν γράψει άλλοι), τον Λάνθιμο τον ενδιέφερε μόνο η σχέση μεταξύ των τριών γυναικών, που παρουσιαζόταν ως ερωτικό τρίγωνο ανάμεσα σε τρεις λεσβίες.
Δεν υπάρχει όμως η παραμικρή ιστορική απόδειξη γι' αυτό.
Αρκετές ήσαν εκείνες που θέλησαν, επίσης, να διεισδύσουν πίσω από την εικόνα της μεγαλοπρέπειας και να αναδείξουν αθέατες πλευρές, είτε κοινωνικές είτε προσωπικές.
Από την άποψη αυτή, σαγηνεύουν ειδικά οι ολιγάριθμες βασίλισσες που βασίλεψαν οι ίδιες και δεν ήσαν απλώς σύζυγοι βασιλέων. Το οξύμωρο μιας γυναικείας υπέρτατης εξουσίας σε μια κοινωνία ανδροκρατούμενη σκανδάλιζε τότε τους υπηκόους της και δεν έπαψε να προβληματίζει τους μεταγενέστερους.
Η Ευνοούμενη του Γιώργου Λάνθιμου δεν έχει τέτοιες αξιώσεις. Στην ουσία, ο Λάνθιμος δεν ενδιαφέρθηκε να κάνει «ιστορική» ταινία. Εκμεταλλεύτηκε αριστοτεχνικά τις δυνατότητες που πρόσφερε η εποχή της βασίλισσας Άννας (σε χώρους, διακόσμηση, κουστούμια κ.ο.κ.), αλλά η ταινία του δεν παύει να είναι ψευδοϊστορική, δηλαδή ανιστόρητη.
Όπως έχει παρατηρηθεί, το ίδιο ακριβώς τρίγωνο μεταξύ της Άννας και των δύο ευνοουμένων της, παλιάς και νέας, θα μπορούσε να μεταφερθεί και σε άλλα ιστορικά και κοινωνικά πλαίσια, όπως π.χ. σε μια επιχείρηση ή σε έναν οίκο μόδας.
Ο Λάνθιμος δεν ενδιαφέρεται ούτε ασχολείται με τα γενικότερα ζητήματα που χαρακτήρισαν τη μεταβατική βασιλεία της Άννας. Αναφέρει μερικά, αλλά με τρόπο τόσο ελλειπτικό, ώστε να μένουν ακατανόητα για όποιον δεν έχει διαβάσει από πριν, έστω τη Βικιπαίδεια.
Η Άννα υπήρξε η τελευταία που βασίλεψε από τον σκωτσέζικο οίκο των Στιούαρτ. Τη διαδέχθηκε στον θρόνο ο γερμανικός οίκος του Ανοβέρου.
Η Άννα υπήρξε, επίσης, η τελευταία που άσκησε το βασιλικό δικαίωμα αρνησικυρίας («βέτο») για να ακυρώσει ψηφισμένο νομοσχέδιο.
Στα χρόνια της ενώθηκαν η Αγγλία και η Σκωτία σε ένα βασίλειο: της Μεγάλης Βρετανίας. Επίσης, αναπτύχθηκε ο δικομματισμός και η αντιπαράθεση μεταξύ των φιλελεύθερων Whigs και των συντηρητικών Tories, που οξύνθηκε από τον Πόλεμο της Ισπανικής Διαδοχής.
Στο σενάριο (που είχαν γράψει άλλοι), τον Λάνθιμο τον ενδιέφερε μόνο η σχέση μεταξύ των τριών γυναικών, που παρουσιαζόταν ως ερωτικό τρίγωνο ανάμεσα σε τρεις λεσβίες.
Παρά τα όσα έχει πει ο ίδιος, αυτό ακριβώς είναι το γαργαλιστικό «πιπέρι» της ταινίας, που εξασφαλίζει την εμπορική της επιτυχία. Δεν υπάρχει όμως η παραμικρή ιστορική απόδειξη γι' αυτό.
Αντίθετα, πολλά στοιχεία αντιφάσκουν με την εικόνα ασυγκράτητων λεσβιακών συνευρέσεων. Σε 17 χρόνια γάμου, η Άννα έμεινε 17 φορές(!) έγκυος από τον Δανό σύζυγό της. (Ύστερα, αυτός αρρώστησε και τελικά πέθανε το 1708, ενώ τα λίγα παιδιά τους που γεννήθηκαν ζωντανά πέθαναν κι αυτά.) Επιπλέον, η Άννα παραήταν θρήσκα για να αφεθεί τόσο αδίστακτα σε τόσο αμαρτωλές απολαύσεις.
Άλλωστε, το 2015 ανέβηκε στο Stratford-upon-Avon θεατρικό έργο με το ίδιο ακριβώς θέμα και τίτλο Βασίλισσα Άννα. Το 2017 παίχτηκε και στο Λονδίνο. Εστιάζει στον σύνδεσμο της Άννας με την παιδική της φίλη Σάρα Τσώρτσιλ, μετέπειτα δούκισσα του Μάρλμπορο, αλλά δεν δείχνει λεσβιακές σχέσεις και γενικά παραμένει ιστορικά αξιόπιστο.
Είναι καταπληκτικό ότι η τουλάχιστον παράξενη χρονική σύμπτωση θεατρικού και κινηματογραφικού έργου με το ίδιο θέμα έχει περάσει απαρατήρητη από αμέτρητους σχολιαστές της ταινίας του Λάνθιμου!
Ο ίδιος ήταν βέβαια ελεύθερος να αγνοήσει τα ιστορικά στοιχεία. Υπάρχουν όμως ιστορικές διαστρεβλώσεις που δημιουργούν κενά και αντιφάσεις στην ίδια τη δραματική πλοκή. Η Σάρα είναι τόσο «λεσβία», ώστε ζητάει από τον άνδρα της να περάσουν μαζί την τελευταία νύχτα πριν φύγει αυτός για τον πόλεμο. Σε άλλο σημείο, ωστόσο, δείχνει να αδιαφορεί αν εκείνος σκοτωθεί.
Επιπλέον, ο Λάνθιμος και οι σεναριογράφοι επέλεξαν να αποσιωπήσουν εντελώς την ύπαρξη συζύγου της Άννας. Δεν ταίριαζε στο λεσβιακό αφήγημα. Άφησαν όμως τα 17 παιδιά που συνέλαβε από αυτόν να εκπροσωπούνται αλληγορικά από ισάριθμα κουνέλια. Τυπικός Λάνθιμος.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO