ΤΙ ΠΕΡΙΕΡΓΑ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΟ και φευγαλέο που μοιάζει αυτό το καλοκαίρι... Σαν να συμβαίνει ερήμην μας, αλλά συγχρόνως μας καλεί να γίνουμε εμείς οι πρωταγωνιστές της φαντασμαγορίας του ελληνικού παραθερισμού αντί τα συνηθισμένα πλήθη των ξένων επισκεπτών.
Όσοι έχουμε τη δυνατότητα σύντομων, έστω, αποδράσεων αυτόν τον καιρό, πριν από το μέγα ερωτηματικό που πλανάται πάνω από την επικείμενη κορύφωση της σεζόν, επιτρέπουμε στον εαυτό μας να βρεθεί για πρώτη φορά σε θέση μιας «φυλετικής» ανωτερότητας (όχι «γκαρσόνια» πλέον), μακαρίζοντας ενοχικά την πανδημία για την ευκαιρία που μας προσφέρει να απολαύσουμε τα πανέμορφα και δημοφιλή παγκοσμίως θέρετρά μας χωρίς «την παρέλαση της ηλιθιότητας», όπως αποκαλούσε τον τουρισμό ο αφηγητής του «ελληνικού» μυθιστορήματος του Ντε Λίλο, Τα Ονόματα (The Names). Λησμονώντας επιλεκτικά, βεβαίως, ότι όλες σχεδόν τις φορές που στραβώσαμε, μαλώσαμε, χαλαστήκαμε, παρεξηγηθήκαμε στις καλοκαιρινές διακοπές της ζωής μας ήταν εξαιτίας διενέξεων με συμπατριώτες μας – σπανίως με ξένους.
Η αλήθεια παραμένει, όμως, ότι σ' αυτή την έκτακτη περίοδο που για πρώτη φορά δεν πλημμυρίζουν ήδη οι «προορισμοί» από το τουριστικό κύμα, όλα τα μέρη μοιάζουν ξαφνικά πιο φρέσκα και πιο πολύτιμα και πιο αποκλειστικά, παρότι οι μάσκες και τα μέτρα περί απόστασης (όσο τηρούνται τέλος πάντων, το έξι άτομα ανά τραπέζι τηρείται γενικά, απ' όσο μπορώ να διαπιστώσω, κατά τα άλλα, όλα μοιάζουν να λειτουργούν σχετικά και κατά περίπτωση) υπενθυμίζουν την κλινική υφή των περιστάσεων.
Αυτό είναι το καλοκαίρι των περιορισμών, των δισταγμών, της αμφιβολίας, αλλά και των ανεκπλήρωτων πόθων πιο έντονα από κάθε άλλη φορά.
Εύκολα, ωστόσο, μπορεί να ξεχαστεί κανείς στον ήλιο, στη θάλασσα, στην παρέα, στα τσίπουρα, στην ανεμελιά, σβήνοντας προσωρινά από τη σκέψη και την κουβέντα την ασθένεια που εξακολουθεί να απειλεί και να μαίνεται, ίσως όχι ακριβώς δίπλα μας, αλλά σίγουρα στις επικεφαλίδες των ειδήσεων απ' όλο τον κόσμο. Αν είναι δυνατόν, όμως, την ώρα που καθόμαστε εν πλήρη ευθυμία γύρω από ένα τραπέζι με φόντο το ελληνικό καλοκαίρι να θυμηθούμε τις παραινέσεις των ειδικών που τονίζουν ότι οι ανέμελες κουβέντες, τα γέλια και οι πλάκες σε κοντινή απόσταση (και πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει δηλαδή;) μπορεί να είναι, λόγω διάρκειας, πολύ πιο επικίνδυνα ακόμα και από τις ροχάλες και τα φιλιά (πού κατάντησαν τα φιλιά, ε;)!
Αυτό είναι το καλοκαίρι των περιορισμών, των δισταγμών, της αμφιβολίας, αλλά και των ανεκπλήρωτων πόθων πιο έντονα από κάθε άλλη φορά. Όχι ότι η σχέση μας με το καλοκαίρι (και ειδικά με την εφήμερη φύση των διακοπών) δεν ήταν πάντα δύσκολη και αμφίσημη, παρότι ζούμε στην κατεξοχήν, υποτίθεται, χώρα του υπαίθριου βίου και της θερινής νιρβάνας. Αλλά αυτό είναι το κακό. Το καλοκαίρι παραμένει άπιαστο ακριβώς επειδή είναι παντού τριγύρω και αφήνει πίσω του έναν βαθύ καημό που έχει εκφραστεί στην ποίηση και στο τραγούδι: «τα καλοκαίρια μας μικρά κι ατέλειωτοι οι χειμώνες», «με πνίγει το παράπονο γιατί στον κόσμο αυτόνα, τα καλοκαίρια τα 'χασα κι έπεσα στον χειμώνα» και ούτω καθεξής.
Αυτές τις μέρες θυμήθηκα ένα ποίημα (υπό μορφή πεζού) του Λέοναρντ Κόεν με τίτλο «Moving into a period» και, κάνοντας ένα πρόχειρο google search, μου φάνηκε παράξενο το ότι δεν έχει χρησιμοποιηθεί σχεδόν ποτέ ως υπόδειγμα προφητικού λόγου σε σχέση με τόσα άλλα τσιτάτα του παρελθόντος που έχουν επενδυθεί εκ των υστέρων με απόκοσμα μαντικές ιδιότητες.
Έγραφε, λοιπόν, σ' αυτό το ποίημα που περιλαμβάνεται στην ανθολογία Book of Longing ότι μετακομίζουμε σε μια περίοδο σαστιμάρας και σύγχυσης, «σε μια περίεργη στιγμή όπου οι άνθρωποι ανακαλύπτουν φως στην απελπισία και ίλιγγο στις βουνοκορφές της ελπίδας. Πρόκειται επίσης για μια θρησκευτική στιγμή, και εδώ είναι που ελλοχεύει ο κίνδυνος. Οι άνθρωποι θα θελήσουν να υπακούσουν στη φωνή της Αρχής... ενώ η οικογένεια θα εμφανιστεί ξανά ως Θεμέλιο... Η λαχτάρα του κοινού για την Τάξη θα προκαλέσει πολλά "ασυμβίβαστα" άτομα να επιχειρήσουν να την επιβάλουν. Η θλίψη του ζωολογικού κήπου θα απλωθεί πάνω από την κοινωνία».
«Εσύ κι εγώ, που λαχταράμε μια οικειότητα χωρίς ενοχές, θα διστάζουμε να αρθρώσουμε ακόμα και τα πρώτα λόγια μιας επιθυμίας απόλαυσης, φοβούμενοι τα αντίποινα. Καθετί απελπισμένο θα μάθει να ζει πίσω από ένα αστείο. Ορκίζομαι όμως ότι θα στέκομαι πάντα μέσα στην εμβέλεια του αρώματός σου».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.