Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟ πρόγραμμα Erasmus αποτελεί όνειρο πολλών Ελλήνων φοιτητών. Τόσο οι νέες εμπειρίες όσο και οι εργασιακές προοπτικές είναι στοιχεία που καθιστούν τη συμμετοχή περιζήτητη. Τι γίνεται, όμως, όταν το πρόγραμμα γίνεται απρόσιτο σε φοιτητές και φοιτήτριες από φτωχότερα νοικοκυριά; Συνεχίζει το Erasmus να αποτελεί θεσμό ακαδημαϊκής και πολιτισμικής ανταλλαγής ή καταλήγει μηχανισμός αναπαραγωγής των ήδη εδραιωμένων ανισοτήτων;
Η ιδέα για ένα πρόγραμμα ανταλλαγής Ευρωπαίων φοιτητών ξεκίνησε το 1984 με προτροπή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το Erasmus, όπως το ξέρουμε σήμερα, γεννιέται το 2014 με έναν προϋπολογισμό ύψους 14,7 δισ. ευρώ και διάφορα προγράμματα πολλών επιπέδων, ανταλλαγής μαθητών, φοιτητών αλλά και ακαδημαϊκού προσωπικού.
Το 2018 η Επιτροπή φέρνει σε συζήτηση το νέο «Erasmus 2021-2027», το οποίο και εγκρίνεται από την Κομισιόν και την Ευρωβουλή. Έκθεση του προγράμματος για το έτος 2020 αναφέρει πως μέχρι τη χρονιά αυτή πάνω από 10 εκατομμύρια άτομα είχαν συμμετάσχει, ποσοστό διόλου ευκαταφρόνητο που αντιστοιχεί περίπου στο 2,2% του πληθυσμού της Ε.Ε.
Είναι αρκετοί οι φόβοι για την ενίσχυση του γνωστού μοντέλου ανισότητας ανάμεσα σε χώρες της περιφέρειας και του κέντρου, ότι οι φοιτητές από τις πιο πλούσιες χώρες της Ένωσης θα κάνουν Erasmus στις αντίστοιχα πλούσιες χώρες και το ίδιο θα συμβαίνει για τους σπουδαστές από τις χώρες της περιφέρειας. Έτσι θα δημιουργηθεί ένα Erasmus δύο ταχυτήτων.
Για τους υποστηρικτές του, το Erasmus έχει λειτουργήσει ως ένα σημαντικό «όπλο» χαμηλής διπλωματίας. Πολλοί φεντεραλιστές, πολιτικοί και θεωρητικοί, υποστηρίζουν πως η συμμετοχή νέων Ευρωπαίων μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του μελλοντικού ενοποιητικού μοντέλου διακυβέρνησης της Ευρώπης.
Ο Ουμπέρτο Έκο είχε πει χαρακτηριστικά: «Το Erasmus έχει δημιουργήσει την πρώτη γενιά νέων Ευρωπαίων. Το αποκαλώ σεξουαλική επανάσταση: ένας νέος Καταλανός γνωρίζει μια νέα Φλαμανδή, ερωτεύονται, παντρεύονται και γίνονται Ευρωπαίοι, όπως και τα παιδιά τους. Η ιδέα του Erasmus θα έπρεπε να είναι υποχρεωτική όχι μόνο για σπουδαστές αλλά και για οδηγούς ταξί, υδραυλικούς και άλλους εργάτες. Έτσι, θα χρειαστεί να περάσουν χρόνο και σε άλλες χώρες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα αναγκαστούν να ενοποιηθούν».
Μπορεί, όμως, οι θεωρητικοί να «θεωρούν» πως τα προβλήματα που εμφανίζονται στο πρόγραμμα δεν είναι καθόλου αμελητέα και έρχονται να μας βάλουν σε σκέψεις. Το ποσό με το οποίο χρηματοδοτείται κάθε φοιτητής βασίζεται στο ΑΕΠ της χώρας υποδοχής του. Δημιουργούνται τρεις βαθμίδες χωρών και έτσι καθορίζεται το επίδομα των συμμετεχόντων.
Οι ξεχωριστές συνθήκες κάθε πόλης και τα κόστη διαβίωσης δεν λαμβάνονται υπ' όψιν και δεν υπολογίζονται ad hoc, κάτι που δημιουργεί πολλά προβλήματα. Είναι τεράστιες οι διαφορές από πόλη σε πόλη, από χώρα σε χώρα, και κάνουν την κατηγοριοποίηση σε τρεις μόνο βαθμίδες να μοιάζει εσφαλμένη πρακτική.
Για παράδειγμα, οι τιμές στο Ρέικιαβικ, που ανήκει στην ίδια κατηγορία χρηματοδότησης με τη Χάγη, είναι κατά προσέγγιση 37% υψηλότερες από αυτές στην ολλανδική πόλη. Ένα διαμέρισμα στο κέντρο της Χάγης μπορεί να κοστίζει 1.100 ευρώ τον μήνα, ενώ στο Ρέικιαβικ 1.500. Ένας φοιτητής που θα συμμετάσχει στο Erasmus θα λάβει το ίδιο επίδομα και για τις δύο πόλεις.
Είναι αρκετοί οι φόβοι για την ενίσχυση του γνωστού μοντέλου ανισότητας ανάμεσα σε χώρες της περιφέρειας και του κέντρου, ότι οι φοιτητές από τις πιο πλούσιες χώρες της Ένωσης θα κάνουν Erasmus στις αντίστοιχα πλούσιες χώρες και το ίδιο θα συμβαίνει για τους σπουδαστές από τις χώρες της περιφέρειας. Έτσι θα δημιουργηθεί ένα Erasmus δυο ταχυτήτων.
Και δυστυχώς η ανισότητα δεν σταματάει μόνο ανάμεσα στις χώρες. Τα προβλήματα εμφανίζονται και ανάμεσα σε φοιτητές διαφορετικού οικονομικού υπόβαθρου.
Η Αλεξάνδρα τον περασμένο χρόνο έκανε Erasmus στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, στο Παρίσι. Μας λέει πως αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα με τα έξοδά της. «Για μένα, το να κάνω Erasmus στη Γαλλία ήταν όνειρο ήδη από τις Πανελλήνιες. Είχα από καιρό εξοικονομήσει χρήματα, μια και γνώριζα το κόστος που μπορεί να προέκυπτε», μας λέει.
«Η αλήθεια είναι πως τα χρήματα που παίρνουμε καλύπτουν οριακά τη στέγαση. Σε αυτά δεν περιλαμβάνονται τα υπόλοιπα έξοδα που μπορούν να προκύψουν, και είναι πολλά… Για τις χώρες της πρώτης και δεύτερης κατηγορίας χρηματοδότησης τα πράγματα είναι δύσκολα οικονομικά».
Όσον αφορά τη χρηματοδότηση, μας αναφέρει ένα περιστατικό που την προβλημάτισε. «Δεν έδωσα μία επαναληπτική εξέταση γιατί έπρεπε να γυρίσω στην Ελλάδα για να δουλέψω. Μου ζήτησαν πίσω τα χρήματα για τις δυο βδομάδες που έλειψα από τη Γαλλία», ανέφερε. «Σε γενικότερο πλαίσιο, το Erasmus, παρά τις δυσκολίες και τα προβλήματά του, είναι μια εμπειρία απίστευτη, όνειρο. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα».
Ο Κωνσταντίνος, τριτοετής φοιτητής στην ΑΣΟΕΕ, επιλέχθηκε για να παρακολουθήσει μαθήματα στο Ρότερνταμ, μια πόλη γνωστή για το στεγαστικό της πρόβλημα. Μετά από μεγάλη προσπάθεια να βρει στέγη, δύο μήνες πριν από την έναρξη των μαθημάτων του, δεν έχει εξασφαλίσει τη διαμονή.
«Δεν υπάρχει συγκεκριμένη πολιτική για προσφορά στέγης στους φοιτητές που έρχονται για Erasmus. Κάναμε αιτήσεις σε κάποιες ιδιωτικές εστίες που παρέχονταν, δεν προλάβαμε όμως να κλείσουμε θέση σε αυτές. Εκατόν πενήντα άτομα είχαν δηλώσει ενδιαφέρον, σαράντα θα κατάφερναν να μείνουν εκεί. Η όλη διαδικασία έμοιαζε με αγώνα δρόμου. Και όλο αυτό για κάτι τόσο βασικό όσο ένα σπίτι», αναφέρει χαρακτηριστικά.
«Με κάποιους υπολογισμούς που έχω κάνει για το budget μου, θα χρειαστεί να ξοδέψω πολλά χρήματα όσο θα είμαι στο Erasmus. Η χρηματοδότηση δεν επαρκεί. Βλέπω να μου κοστίζει όσο ένα μεταπτυχιακό. Δεν ξέρω αν θα καταφέρω τελικά να πάω», λέει.
Τα λόγια των φοιτητών μαρτυρούν μια σημαντική πτυχή του προβλήματος. Είναι πολλά τα χρήματα που οι σπουδαστές καλούνται να δαπανήσουν για να πραγματοποιήσουν τις σπουδές τους στο Erasmus. Και με τα δεδομένα της εποχής μας η συμμετοχή ατόμων από χαμηλότερα οικονομικά στρώματα (παρά το μικρό έξτρα επίδομα που δίνεται σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις) μοιάζει ακατόρθωτη.
Μπορεί ένας φοιτητής από ένα λαϊκό νοικοκυριό να συμμετάσχει στο πρόγραμμα;
Να επενδύσει ένα τέτοιο ποσό; Όταν η συμμετοχή και η ζωή σε πολλές από τις χώρες υποδοχής κοστίζει παραπάνω από έναν βασικό μισθό στη χώρα μας; Μπορεί, αντίστοιχα, ένας φοιτητής από την επαρχία να συμμετάσχει όσο εύκολα θα συμμετάσχει κάποιος από την Αθήνα; Όταν καλείται να «αφήσει» το σπίτι που νοικιάζει στην πόλη και τις υπόλοιπες υποχρεώσεις του για λίγους μήνες;
Παρά τις απόψεις του καθενός για την Ε.Ε. και τους θεσμούς της, δεν θα βρει κανείς πολλά άτομα να διαφωνούν με ένα πρόγραμμα σαν το Erasmus. Η συναναστροφή με διαφορετικό κόσμο, η παρακολούθηση μαθημάτων σε διαφορετικά ιδρύματα και η ζωή για λίγο καιρό σε μια άλλη χώρα μάς θυμίζουν την τόσο κλισέ, αλλά σημαντική πλέον φράση: «Διευρύνω τους ορίζοντές μου».
Και σε μια περίοδο που κάθε χώρα και κάθε κουλτούρα τείνουν να κλειστούν ξανά στον εαυτό τους, η διεύρυνση αυτή είναι που μπορεί να μας σώσει. Αρκεί να αφορά όλους, με ίσους όρους.