1960-1965 Εβδομάς Ελληνικού Κινηματογράφου: Τα πρώτα χρόνια
Με αφορμή τον εορτασμό των 25 χρόνων λειτουργίας της η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης διοργανώνει μια σειρά πολιτιστικών εκδηλώσεων για τον κινηματογράφο, σε συνεργασία με την Κινηματογραφική Λέσχη της Μακεδονικής Καλλιτεχνικής Εταιρείας και μετά από παρότρυνση του προέδρου της Κινηματογραφικής Λέσχης της "Τέχνης", Παύλου Ζάννα.
Η πρώτη "Εβδομάς Ελληνικού Κινηματογράφου" εγκαινιάζεται επίσημα στις 20 Σεπτεμβρίου του 1960 στο κινηματοθέατρο Ολύμπιον.
Την πρώτη χρονιά συστήνεται μια 19 μελής κριτική επιτροπή πρώτος πρόεδρος της οποίας ορίζεται ο ακαδημαϊκός Στρατής Μυριβήλης. Άλλα μέλη της πρώτης εκείνης επιτροπής ήταν ο Μάριος Πλωρίτης, η Κατίνα Παξινού, η Ελένη Βλάχου, ο Γιάννης Μόραλης, και ο Ιωάννης Βελλίδης.
Πολλοί κινηματογραφικοί παραγωγοί εκφράζουν επιφυλάξεις για τον νέο θεσμό, και αρκετοί δεν δηλώνουν συμμετοχή. Οι εφημερίδες της εποχή χαιρετίζουν την διοργάνωση και την χαρακτηρίζουν "μέγα καλλιτεχνικό γεγονός" ενώ σημειώνουν ταυτόχρονα και την ισχνή παρουσία των επίσημων αρχών και του πνευματικού κόσμου της πόλης. Αντίθετα, το κοινό υποδέχτηκε με ενθουσιασμό τον νέο θεσμό.
Στην προβολή της Συνοικίας το Όνειρο του Αλέκου Αλεξανδράκη γίνεται απίστευτη κοσμοσυρροή. Ωστόσο το φιλμ αποκλείεται από τα βραβεία, το κοινό αποδοκιμάζει έντονα τον αποκλεισμό και οι συντελεστές της Συνοικίας αποχωρούν από την τελετή βράβευσης σε ένδειξη διαμαρτυρίας.
Το Ποτάμι του Νίκου Κούνδουρου και ο Μακεδονικός Γάμος του Τάκη Κανελλόπουλου χρίζουν θερμότατης υποδοχής από τους θεατές, ενώ το μικρού μήκους φιλμ "Τα δάση μας καίγονται" του Υπουργείου Γεωργίας αποδοκιμάζεται οικτρά. Εκεί ακριβώς τοποθετείται και η έναρξη του έντονου παρεμβατικού και συμμετοχικού ρόλου του κοινού του Φεστιβάλ, που θα καθιερωθεί στις επόμενες διοργανώσεις ως ο "λόγος του εξώστη".
Η εβδομάδα ολοκληρώνεται με την προβολή της Μανταλένας, του Ντίνου Δημόπουλου, την οποία παρακολουθεί πλήθος κόσμου και πολλοί διάσημοι καλλιτέχνες από την Αθήνα (Αλίκη Βουγιουκλάκη, Μάρω Κοντού, Μίμης Πλέσσας κτλ). Η τελετή απονομής των βραβείων διεξάγεται στην Λέσχη Αξιωματικών όπου ακολουθεί μεγάλη επίσημη δεξίωση με περιορισμένο αριθμό εισιτηρίων. Σύμφωνα με την εφημερίδα Μακεδονία " Η Θεσσαλονίκη θα αντιπροσωπευθεί από το άι-λάιφ (sic) των κοσμικών της κύκλων δια τούτο προβλέπεται επίσημο ένδυμα" O τύπος κάνει λόγο για το κοσμικότερο και λαμπρότερο γεγονός της μεταπολεμικής Θεσσαλονίκης".
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη κάνει πρωταγωνιστική εμφάνιση στην δεξίωση όπου διεξάγεται φιλανθρωπικός πλειοδοτικός διαγωνισμός για έναν χορό μαζί της, τον οποίο κερδίζει ο εφοπλιστής Νίκος Νομικός για 30.000 δραχμές.
Το πρώτο Φεστιβάλ κλείνει με μεγάλους νικητές τις ταινίες Το Ποτάμι (βραβεία σκηνοθεσίας, μουσικής –Μάνος Χατζιδάκις) και Μανταλένα (βραβείο σεναρίου και 'Α γυναικείου ρόλου- Αλίκη Βουγιουκλάκη). Αξίζει να σημειωθεί ότι την πρώτη εκείνη χρονιά βραβεύτηκαν επίσης ο Δημήτρης Χορν (Μια του κλέφτη), και η Ζωρζ Σαρρή (Έγκλημα στα Παρασκήνια, β΄ γυν. ρόλος)
Την επόμενη χρονιά (1961) ξεκινούν και οι πρώτες πανελλήνιες προβολές ξένων ταινιών στο Φεστιβάλ. Πρόκειται για ταινίες που προτείνονται από τα εκάστοτε προξενεία και τις επίσημες αντιπροσωπείες των χωρών που συμμετέχουν στην ΔΕΘ.
Ο Φιλοποίμην Φίνος διαφωνεί με τη σειρά προβολής των ταινιών του (Η Λίζα και η άλλη, Κατήφορος,κ.α.), απειλεί ότι θα τις αποσύρει από το Φεστιβάλ και ότι θα διοργανώσει "αντιφεστιβάλ" στα Τιτάνια. Εντέλει υπαναχωρεί.
Αναφέρονται παρεμβάσεις λογοκρισίας στις ταινίες Συνοικία το Όνειρο και Τραγωδία του Αιγαίου, ενώ αποκλείονται πολλές ταινίες μικρού μήκους με κοινωνικό προβληματισμό. Τελικά στην προβολή της Συνοικίας το Όνειρο του Αλέκου Αλεξανδράκη γίνεται απίστευτη κοσμοσυρροή. Περισσότεροι από χίλιοι θεατές μένουν χωρίς εισιτήριο. Ωστόσο το φιλμ αποκλείεται από τα βραβεία, το κοινό αποδοκιμάζει έντονα τον αποκλεισμό (όπως και αυτόν του Μίκη Θεοδωράκη) και οι συντελεστές της Συνοικίας αποχωρούν από την τελετή βράβευσης σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής ήταν ο Ηλίας Βενέζης και μέλη ο Παύλος Ζάννας, ο Πλωρίτης, ο συγγραφέας Γιάννης Μαρής κ.α.
Το 1962 ο κινηματογράφος Ολύμπιον γίνεται η μόνιμη έδρα του Φεστιβάλ.
Τα εισιτήρια για τον Ουρανό του Τάκη Κανελλόπουλου και για την Ηλέκτρα του Μιχάλη Κακογιάννη εξαντλούνται. Ο Τζον Κόντες αποχωρεί από τα θεωρεία γιατί δεν του επιτρέπεται να προλογίσει την ταινία του, Τα Χέρια. Η εφημερίδα Μακεδονία αναφέρει περιστατικό χειροδικίας του Τζον Κόντες με τον υπεύθυνο εθιμοτυπίας του Φεστιβάλ στο εστιατόριο "Όλυμπος-Νάουσα".
Η Ελένη Ανουσάκη δηλώνει ότι θα γυρίσει ταινία με τον Φρανκ Σινάτρα και η προκλητική της εμφάνιση προκαλεί εισαγγελική απειλή εντολής και σύλληψης λόγω προσβολής της δημοσίας αιδούς.
Για ακόμα μία φορά το κοινό διαμαρτύρεται για την μη βράβευση του Μίκη Θεοδωράκη, για την μουσική του στην ταινία Ηλέκτρα. Ο τύπος κάνει λόγο για οργανωτική ανεπάρκεια του Φεστιβάλ και ακούγονται προτάσεις για μεταφορά του στην Αθήνα ή τη Ρόδο.
Η Ηλέκτρα συγκεντρώνει τα περισσότερα βραβεία της διοργάνωσης (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, και α' γυν. ρόλου για την Ειρήνη Παππά.
Το 1963 καταργείται η χοροεσπερίδα της λήξης του Φεστιβάλ στην Λέσχη Αξιωματικών. Προβάλλονται οι Μικρές Αφροδίτες του Νίκου Κούνδουρου, η μόνη ταινία που θεωρείται από τους δημοσιογράφους "φεστιβαλική" καθώς είχε ήδη βραβευθεί στο Βερολίνου. Οι Μικρές Αφροδίτες κερδίζουν τελικά και το βραβείο καλύτερης ταινίας.
Θεαματική ήταν και η πρώτη συμμετοχή του ελληνοαμερικανού παραγωγού Τζέημς Πάρις, με την ταινία Αδελφός Άννα: "Λίγο πριν την προβολή της ταινίας Της Κακομοίρας ένα τζιπ έφθασε έξω από το Ολύμπιον και ξεφόρτωσε ένα τεράστιο κιβώτιο με την επιγραφή 'Ο Αδερφός Άννα, στον Κώστα Χατζηχρήστο για να γίνει της κακομοίρας' και την ένδειξη 'εύθραυστον'. Το τεράστιο δέμα μεταφέρθηκε στο μπαρ του κινηματογράφου όπου εκλήθη ο δημοφιλής κωμικός. Όταν το άνοιξε μία κοπέλα με μαγιό εμφανίσθηκε μπροστά στα έκπληκτα μάτια των παρευρισκομένων, και προσέφερε μία ανθοδέσμη στον ηθοποιό." Ο Τζέημς Πάρις θα κλέψει πολλές φορές ακόμα την παράσταση τα επόμενα χρόνια. Μία χρονιά κατέβασε ακόμα και τανκς στο κέντρο της Θεσσαλονίκης για την προώθηση της πολεμικής του ταινίας, Οι Ήρωες!
Αποφασίζεται η διεξαγωγή του Φεστιβάλ να γίνεται μετά το τέλος της Διεθνούς Έκθεσης, ώστε να μην υπάρχει πρόβλημα πληρότητας των ξενοδοχείων.
Το 1964 η έδρα της διοργάνωσης μεταφέρεται από το Ολύμπιον στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών με την οποία το Φεστιβάλ θα συνδεθεί ιστορικά για την επόμενη δεκαετία. Ο Τύπος καταγράφει εύθυμη και χαλαρή ατμόσφαιρα στις δεξιώσεις του Φεστιβάλ, "με προκλητικές εμφανίσεις επίδοξων στάρλετ της εποχής".
Η Ελένη Ανουσάκη δηλώνει ότι θα γυρίσει ταινία με τον Φρανκ Σινάτρα και η προκλητική της εμφάνιση προκαλεί εισαγγελική απειλή εντολής και σύλληψης λόγω προσβολής της δημοσίας αιδούς.
Επιπλέον, ο εισαγγελέας πρωτοδικών Θεσσαλονίκης παρεμβαίνει για να αποτρέψει την προβολή του ντοκιμαντέρ Οι εληές του Δημήτρη Κολλάτου λόγω άσεμνων σκηνών και επειδή "το περιεχόμενό της έρχεται σε αντίθεση με το κοινό αίσθημα". Ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Ηλίας Βενέζης εκφράζει δημόσια την αποδοκιμασία του για το φιλμ του Κολλάτου και απειλεί με παραίτηση σε περίπτωση που βραβευθεί η "σκανδαλώδης" αυτή ταινία.
Το 1965 διοργανώνεται για πρώτη φορά αφιέρωμα στις ταινίες επιστημονικής φαντασίας , με τίτλο "Ο άνθρωπος στο διάστημα". Στο αφιέρωμα προβάλλονται κλασικές ταινίες επιστημονικής φαντασίας από τα χρόνια του βωβού κινηματογράφου μέχρι το 1965, καθώς επίσης επιστημονικά ντοκιμαντέρ με θέμα την κατάκτηση του διαστήματος.
1966-1991 Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου
Για πρώτη φορά προβλέπεται το 1966 η διεξαγωγή ενός αυτόνομου Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου, υπό την αιγίδα της ΔΕΘ. Επιπλέον, οργανώνεται για πρώτη φορά "αγορά" ελληνικών και ξένων ταινιών στα πρότυπα των ξένων φεστιβάλ. Το 7ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου (1966) θεωρείται από την κριτική της εποχή ότι συστήνει μία νέα γενιά σκηνοθετών , στον αντίποδα του κινηματογράφου των μεγάλων παραγωγών και με καινούριες αισθητικές και θεματικές αναζητήσεις.
Στην κριτική επιτροπή συμμετέχουν ανάμεσα σε άλλους και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης και ο Μάνος Χατζιδάκις οι οποίοι συγχαίρουν τον Κολλάτο για την ταινία του Ο Θάνατος του Αλεξάνδρου κατά τη διάρκεια προβολής της οποίας ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Γιάννης Θεοδωρακόπουλος αποχώρησε αγανακτισμένος, ενώ έντονη αποδοκιμασία υπήρχε και από πλευράς θεατών.
Το 1967 η ατμόσφαιρα είναι μουδιασμένη λόγω δικτατορίας, και το αυτόνομο Διεθνές Φεστιβάλ υποβαθμίζεται σταδιακά. Την επόμενη χρονιά η Παρένθεση του Κανελλόπουλου και Το Κανόνι και τ' αηδόνι των Γιώργου και Ιάκωβου Καμπανέλλη καταχειροκροτούνται.
Το 1969 η λογοκρισία αποκλείει σημαντικές ελληνικές ταινίες από το Φεστιβάλ, όπως την Ανοιχτή Επιστολή του Γιώργου Σταμπουλόπουλου που είχε βραβευθεί στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο. Δίνεται ιδιαίτερο καλλιτεχνικό βάρος σε ταινίες μικρού μήκους καθώς για πρώτη φορά μοιράζονται σε αυτές πολλά βραβεία και διακρίσεις.
Δεκαετία 1970
Το 1970 το βραβείο καλύτερης ταινίας κερδίζει η Αναπαράσταση του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, ενώ αίσθηση προκαλεί η δήλωση του γάλλου σκηνοθέτη Henri Verneuil σύμφωνα με τον οποίο αν η Αναπαράσταση βραβευθεί θα κάνει κακό στον ελληνικό κινηματογράφο.
Την ίδια χρονιά οι εφημερίδες αποτυπώνουν για πρώτη φορά τις αντιδράσεις του λεγόμενου "β' εξώστη" που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην διοργάνωση του Φεστιβάλ τα επόμενα χρόνια με κύριο όπλο του τα ειρωνικά μηνύματα κατά των εμπορικών κυρίως ταινιών.
Ο "β' εξώστης" παίρνει το όνομα του από την ομώνυμη κατηγορία θέσεων στην αίθουσα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών όπου λόγω του φθηνού εισιτηρίου συγκεντρώνονται συνήθως οι φοιτητές και η νεολαία. Ο παραγωγός Κώστας Καραγιάννης αναφέρεται στους θεατές του 'β εξώστη ως "οργανωμένη κλίκα".
Την επόμενη χρονιά (1971)η διοργάνωση χαρακτηρίζεται ως το "Φεστιβάλ της Οργής" λόγω των εντονότατων αποδοκιμασιών του β' εξώστη στο κινηματογραφικό κατεστημένο. Το τεταμένο κλίμα ενισχύουν οι έντονες λογοκριτικές παρεμβάσεις του καθεστώτος στην πρόκριση ταινιών.
Η Ευδοκία του Αλέξη Δαμιανού και το καρτούν Σσσστ! του Θόδωρου Μαραγκού καταχειροκροτούνται, ενώ αντίθετα η Καταναλωτική Κοινωνία του Καραγιάννη γιουχάρεται. Ο σκηνοθέτης μπλέκεται σε φραστικό επεισόδιο με τους θεατές του β' εξώστη (απαντά στις αποδοκιμασίες με τη φράση: "Σας την έσκασα κορόιδα!") και τελικά ζητά την παρέμβαση της αστυνομίας προκειμένου να διασωθεί από το οργισμένο κοινό.
Το 1972 είναι μια σημαντική και κομβική χρονιά για το Φεστιβάλ.
Καταρχήν είναι η πρώτη φορά που συστήνεται επίσημα Διεθνές Φεστιβάλ με διαγωνιστικό τμήμα.
Επιπλέον, εκτιμάται ότι η 13η διοργάνωση "ολοκληρώνει την ρήξη μεταξύ των παλαιών παραγωγών και των νέων σκηνοθετών του ελληνικού κινηματογράφου, και αναγνωρίζει την εξέλιξη των νέων Ελλήνων σκηνοθετών (Αγγελόπουλος, Βούλγαρης, Τάσσιος) που εκτοπίζουν τους εκπροσώπους του αποθνήσκοντος εμπορικού κινηματογράφου".
Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ η βασιλεία του Τζέημς Πάρις και των αντίστοιχων πομπώδικων παραγωγών τελειώνει άδοξα μέσα στις κατακραυγές ενός αποδοκιμάζοντος κοινού. (Το 1973 οι εφημερίδες γράφουν για την άδοξη κατάληξη του πάρτι του Τζέημς Πάρις, στην διάρκεια του οποίου ο παραγωγός αφού κατηγορήθηκε από δημοσιογράφο ότι χρηματοδοτείται από την χούντα λιποθύμησε από την ταραχή του.)
Ο Παντελής Βούλγαρης επευφημείται από το κοινό για το Προξενιό της Άννας, και κερδίζει τελικά το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη και αυτό της καλύτερης καλλιτεχνικής ταινίας.
Σημαντική στιγμή της 13ης διοργάνωσης ήταν και η προβολή της ταινίας του Στάνλευ Κιούμπρικ, Το Κουρδιστό Πορτοκάλι που σημείωσε κοσμοσυρροή έξω από τον κινηματογράφο Αριστοτέλειο με την αστυνομία να παρεμβαίνει στον χαμό που επικρατούσε με τα εισιτήρια που δεν έφταναν για όλους.
Την ημέρα προβολής του Θιάσου καταγράφεται ο μεγαλύτερος αριθμός θεατών στην ιστορία του θεσμού, ενώ ρεπορτάζ κάνουν λόγο για ουρές θεατών που ξενυχτούν από το βράδυ της προηγουμένης έξω από το ταμείο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών για ένα εισιτήριο.
To 1974 πραγματοποιείται το 15ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου που χαρακτηρίζεται ως το πιο επεισοδιακό στην ιστορία του θεσμού.
Πριν από την έναρξη της διοργάνωσης οι κινηματογραφιστές απαιτούν να παραιτηθούν τα μέλη των χουντικών επιτροπών και να καταργηθεί η λογοκρισία. Γίνονται προσπάθειες εκδημοκρατισμού του θεσμού από το κοινό του "β' εξώστη" που ζητά απομάκρυνση της αστυνομίας από τις αίθουσες. Μέλη της οργανωτικής επιτροπής παραιτούνται σε ένδειξη διαμαρτυρίας, διότι παρά τις υποσχέσεις για δημοκρατικές αλλαγές η Γραμματεία του Φεστιβάλ εξακολουθεί να λειτουργεί με όλα τα κακώς κείμενα του παρελθόντος.
Η ατμόσφαιρα εκρήγνυται με τη σύλληψη ενός φοιτητή του εξώστη λόγω αποδοκιμασιών προς την οργανωτική επιτροπή. Η τελετή της βράβευσης λαμβάνει χώρα σε κλίμα τεταμένο.
Οι βραβευμένοι κινηματογραφιστές αρνούνται να παραλάβουν τα βραβεία τους, με εξαίρεση τον σκηνοθέτη Γιώργο Διζικιρίκη. Μετά το πέρας των βραβεύσεων η επιτροπή του β' εξώστη (ή "επιτροπή γαλαρίας", σύμφωνα με τον Τύπο) ανεβαίνει στο βήμα και δίνει τα δικά της βραβεία.
Ο Ζυλ Ντασέν αποδέχεται την πρόσκληση και προεδρεύει της κριτικής επιτροπής του Διεθνούς Φεστιβάλ. Το καλλιτεχνικό ζευγάρι χαίρει θερμής υποδοχής από τον Τύπο, και η Μελίνα δηλώνει συγκινημένη για την άφιξή της στην πόλη δεκατέσσερα χρόνια μετά την αυτοεξορία της στο Παρίσι.
Μία μέρα πριν την λήξη του Διεθνούς Φεστιβάλ, όμως, σύσσωμη η κριτική επιτροπή παραιτείται. Αφορμή της παραίτησης είναι η απόφαση της οργανωτικής επιτροπής να αποσύρει τρείς ελληνικές ταινίες (Ελλάς, Ελλήνων, Χριστιανών του Κώστα Χρονόπουλου, Οι δράκοι του Κώστα Αριστόπουλου, και Σσσστ! του Θόδωρου Μαραγκού).
Το 1975, το 16ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου αποτελεί την πρώτη διοργάνωση στην οποία οι ταινίες δεν ελέγχονται από καμία κρατική επιτροπή λογοκρισίας.
Ο Θίασος του Θόδωρου Αγγελόπουλου μονοπωλεί το ενδιαφέρον του κοινού, και κερδίζει τελικά το βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, και α' γυν. ρόλου (Εύα Κοταμανίδου).
Την ημέρα προβολής του Θιάσου καταγράφεται ο μεγαλύτερος αριθμός θεατών στην ιστορία του θεσμού, ενώ ρεπορτάζ κάνουν λόγο για ουρές θεατών που ξενυχτούν από το βράδυ της προηγουμένης έξω από το ταμείο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών για ένα εισιτήριο.
Το 1976 πρόεδρος της κριτικής επιτροπής είναι η Μελίνα Μερκούρη. Ο Τύπος καταγράφει ελάχιστους θεατές στις αίθουσες και υποτονικό κλίμα κατά την διάρκεια των προβολών. Το Βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας , και μουσικής (Διονύσης Σαββόπουλος) κερδίζει η ταινία Happy Day του Παντελή Βούλγαρη.
1977. Η χρονιά του πρώτου επίσημου "Αντιφεστιβάλ". Την έναρξη του Αντιφεστιβάλ πυροδότησε ο νέος κανονισμός σύμφωνα με τον οποίο η ΔΕΘ ορίζει πλέον την οργανωτική επιτροπή του Φεστιβάλ χωρίς να λαμβάνει καθόλου υπόψη τη γνώμη των κινηματογραφικών σωματείων.
Έτσι, μετά τη λήξη της επίσημης 18ης διοργάνωσης τα κινηματογραφικά σωματεία διεξάγουν το Αντιφεστιβάλ στο Ράδιο Σίτυ.
ΔΕΘ και Υπουργείο Βιομηχανίας προσπαθούν να σταματήσουν την διεξαγωγή του ακόμα και με δικαστικά μέτρα και κάνουν λόγο για "κομματική γιορτή" και "πανηγύρι της εξτρεμιστικής αριστεράς". Οι εφημερίδες της Θεσσαλονίκης στηρίζουν την επίσημη διοργάνωση, και κατηγορούν τα σωματεία για προσπάθεια υπονόμευσης του θεσμού του Φεστιβάλ ώστε να μεταφερθεί από την Θεσσαλονίκη στην Αθήνα.
Το ουσιαστικότερο πρόβλημα της επίσημης διοργάνωσης είναι η απουσία ταινιών , διότι οι περισσότεροι κινηματογραφιστές αρνούνται να υποβάλλουν τα έργα τους. Η έναρξη των εκδηλώσεων λαμβάνει χώρα μπροστά σε μία μισοάδεια αίθουσα και με την απουσία του ζωηρού κοινού του β' εξώστη.
Η μόνη ταινία που σώζει το κύρος του Φεστιβάλ είναι η Ιφιγένεια του Μιχάλη Κακογιάννη ο οποίος όμως μηνύει την οργανωτική επιτροπή για συμμετοχή της ταινίας στο πρόγραμμα παρά τη θέλησή του, και αρνείται να διεκδικήσει οποιοδήποτε βραβείο.
Το Αντιφεστιβάλ απένειμε τα δικά του βραβεία άνευ χρηματικού επάθλου, δίνοντας αυτό της καλύτερης ταινίας στο Βαρύ Πεπόνι του Παύλου Τάσιου.
Το Αντιφεστιβάλ έμεινε στις συνειδήσεις του κοινού και των δημιουργών ως το πραγματικό Φεστιβάλ του '77.
Το 1978 κάτω από την πίεση της διοργάνωσης του Αντιφεστιβάλ η ΔΕΘ καλεί τα σωματεία για μία εκ νέου συζήτηση επί των κανονισμών.
Αμφιλεγόμενη υποδοχή δέχεται η ταινία '1922' του Νίκου Κούνδουρου, η οποία κερδίζει τελικά το βραβείο καλύτερης ταινίας διχάζοντας κοινό και κριτικούς. Τέλος, στα πλαίσια της 19ης διοργάνωσης πραγματοποιείται Εβδομάδα Στάνλευ Κιούμπρικ.
Το 1979 είναι η πρώτη χρονιά που ο Δήμος Θεσσαλονίκης γνωστοποιεί την πρόθεσή του να αναλάβει από την επερχόμενη χρονιά την διοργάνωση του Φεστιβάλ, υπόσχεση που θα μείνει όμως ανεκπλήρωτη. Το 20ο Φεστιβάλ Ελληνικού κινηματογράφου στιγματίζεται από μία εντονότατη διαμάχη μεταξύ μιας ομάδας σκηνοθετών και των κινηματογραφικών κριτικών.
Οι σκηνοθέτες (Παύλος Τάσιος, Κώστας Φέρρης, Νίκος Ζερβός,Ανδρέας Θωμόπουλος,, και Νίκος Νικολαΐδης) καταγγέλλουν τους "προκρούστες του Ελληνικού Κινηματογράφου" (τους κριτικούς) στους οποίους επιρρίπτουν ευθύνες για την κακοδαιμονία της ελληνικής ταινίας. Τέλος, ένα θλιβερό συμβάν σφραγίζει την τελευταία μέρα του φεστιβάλ, όταν ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Βάσος Φαληρέας πεθαίνει από ανακοπή καρδιάς κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της επιτροπής(!).
Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα του Νίκου Νικολαΐδη κερδίζουν το βραβείο σκηνοθεσίας.
Η δεκαετία του 1980
Το 1980 η απονομή των βραβείων είναι από τις πιο επεισοδιακές, με έντονες αποδοκιμασίες από το κοινό και από τους σκηνοθέτες, και η ατμόσφαιρα στην τελετή απονομής είναι ηλεκτρισμένη.
Το 1983 καταργούνται τα χρηματικά βραβεία, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να μετριαστεί η ένταση και το πολεμικό κλίμα ανάμεσα στους διαγωνιζόμενους.
Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος καταγγέλλει, χωρίς να κατονομάζει, μέλη της επιτροπής ότι θέλησαν να σαμποτάρουν την ταινία του, Μεγαλέξανδρος (η οποία τελικά κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας), ο Παύλος Τάσιος καταφέρεται εναντίον των κριτικών κινηματογράφου κατηγορώντας τους ότι θέλουν να σπείρουν τη διχόνοια ανάμεσα στους σκηνοθέτες, και ο Νίκος Τζήμας αρνείται να παραλάβει το βραβείο για την ταινία του Ο Άνθρωπος με το Γαρίφαλο.
Το 1982 είναι η πρώτη χρονιά του φεστιβάλ επί υπουργίας Μελίνας Μερκούρη.
Η υπουργός τονίζει ότι πρόκειται για το τελευταίο Φεστιβάλ που γίνεται με τον παραδοσιακό μέχρι τώρα τρόπο, εξαγγέλλοντας καινοτομίες και αλλαγές. Στην 23η διοργάνωση βραβείο καλύτερης ταινίας, σεναρίου, και 'α ανδρικού ρόλου, κερδίζει ο Άγγελος του Γιώργου Κατακουζηνού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Άγγελος καταχειροκροτήθηκε από το κοινό (που είχε πλέον γίνει ο "φόβος και ο τρόμος" του θεσμού), από την πρώτη ακόμα προβολή του.
Το 1983 καταργούνται τα χρηματικά βραβεία, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να μετριαστεί η ένταση και το πολεμικό κλίμα ανάμεσα στους διαγωνιζόμενους.
Το βραβείο καλύτερης ταινίας "μοιράζονται" ο Νίκος Βεργίτσης με την Ρεβάνς και ο Κώστας Φέρρης με το Ρεμπέτικο. Η βράβευση της Ρεβάνς προκαλεί την αποχώρηση του Βασίλη Ραφαηλίδη σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Πρόεδρος της κριτικής επιτροπή ήταν ο Νίκος Κούνδουρος.
Το 1984 το Φεστιβάλ ανοίγει με την ταινία Το Ταξίδι στα Κύθηρα του Θόδωρου Αγγελόπουλου, η οποία είχε κερδίσει το βραβείο σεναρίου στο Φεστιβάλ των Καννών.
Ο μεγαλύτερος κερδισμένος από την 25η διοργάνωση είναι ο Νίκος Περάκης με την Λούφα και Παραλλαγή η οποία κέρδισε συνολικά τέσσερα βραβεία μεταξύ των οποίων καλύτερης ταινίας, σεναρίου, και α' ανδρικού ρόλου για την ερμηνεία του Νίκου Καλογερόπουλου.
Το 1985 αξιοσημείωτο γεγονός αποτελεί η πλήρης απουσία επεισοδίων στην διάρκεια των προβολών και η κόσμια συμπεριφορά του β' εξώστη. Η πεποίθηση από την πλευρά του κοινού ότι ο θεσμός έχει ανάγκη από σεβασμό και στήριξη για να μπορεί να συνεχιστεί και να βελτιωθεί φαίνεται πως έχει αρχίσει να εδραιώνεται, και η ατμόσφαιρα είναι σχετικά ήρεμη.
Όχι για πολύ.
Η κατάσταση που επικρατεί στην διάρκεια των προβολών της 28ης διοργάνωσης (1987) έχει αυτή τη φορά ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Οι ταινίες προβάλλονται κάτω από απαράδεκτες συνθήκες, και η στάση του "'β' εξώστη" είναι εκ προοιμίου απαξιωτική – κυρίως προς τους παραγωγούς του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου με το επιχείρημα ότι "Κυκλώματα του Κέντρου λυμαίνονται τα χρήματα του ελληνικού λαού".
Το μεγαλύτερο θύμα του β' εξώστη γίνεται η ταινία "Δοξόμπους" του Φώτου Λαμπρινού ο τίτλος της οποία μετατρέπεται σε άγρια ποδοσφαιρική ιαχή.
Η μόνη ταινία που γλυτώνει από το μένος του κοινού και προβάλλεται σε κανονικές συνθήκες είναι η Πρωινή Περίπολος του Νίκου Νικολαΐδη, η οποία κερδίζει και το βραβείο σκηνοθεσίας εξ' ημισείας με τον Αρχάγγελο του Πάθους του Νίκου Βεργίτση.
Το Φεστιβάλ κλείνει αφήνοντας σε όλους την αίσθηση ότι υπάρχει σοβαρή λειτουργική κρίση στον θεσμό.
Το 1988 ήταν μία "χλιαρή" χρονιά. Το Φεστιβάλ δεν φιλοξένησε πολλές ταινίες, το κλίμα ολόκληρης της διοργάνωσης καταγράφεται ως υποτονικό, οι θεατές είναι λίγοι και μουδιασμένοι, και ο "β' εξώστης" μοιάζει κουρασμένος και αδιάφορος. Η τελετή απονομής των βραβείων γίνεται χωρίς επεισόδια , με εξαίρεση την ανάρτηση ενός "πτώματος" από τον β' εξώστη που συμβολίζει τον αποθανόντα ελληνικό κινηματογράφο.
Το 1989 οι ταινίες του Φεστιβάλ χαρακτηρίζονται απογοητευτικές και αμφιλεγόμενης ποιότητας.
Σε αντίθεση με άλλες χρονιές πολλά εισιτήρια μένουν αδιάθετα. Τελικά δεν απονέμονται τρία από τα βασικά βραβεία του θεσμού (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, και σεναρίου). Η απόφαση της κριτικής επιτροπής καταχειροκροτείται από το κοινό αλλά προκαλεί θυελλώδεις αντιδράσεις από την μεριά των σκηνοθετών που κατεβαίνουν από τα θεωρεία και εισβάλλουν στην σκηνή διαμαρτυρόμενοι εναντίον της επιτροπής και του ΥΠΠΟ.
Η δεκαετία του 1990
Το 1990 αρκετοί θεατές εγκαταλείπουν την αίθουσα αγανακτισμένοι και σοκαρισμένοι από την ταινία του Νίκου Νικολαΐδη, Singapore Sling, η οποία κερδίζει και το βραβείο σκηνοθεσίας και α' γυν. ρόλου (Meredyth Herold)
1991 – Η έναρξη της διεθνοποίησης του Φεστιβάλ
Στην τελετή έναρξης η υπουργός Πολιτισμού Άννα Ψαρούδα-Μπενάκη σημειώνοντας τις μεγάλες αλλαγές που δρομολογούνται για την διοργάνωση , δηλώνει:
"Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης λειτούργησε μέχρι τώρα ως ένα εθνικό Φεστιβάλ, πράγμα που είχε νόημα όταν η ετήσια παραγωγή εγχώριων ταινιών μπορούσε να στηρίζει κάτι τέτοιο. Όμως τώρα το Φεστιβάλ πρέπει να ευθυγραμμιστεί και να οδηγήσει τον κινηματογράφο μας στην νέα του πορεία. Το φετινό Φεστιβάλ θα είναι το τελευταίο στενά ελληνικό. Θα είναι το τελευταίο όπου ο κινηματογράφος μας θα εμφανιστεί απομονωμένος από τις διεθνείς εξελίξεις, και το πρώτο της νέας πορείας προς την διεθνοποίησή του."
Ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Θόδωρος Αγγελόπουλος δηλώνει ότι το Φεστιβάλ έχει φτάσει πλέον σε οριακό σημείο ως εθνική διοργάνωση, και συμφωνεί με την απόφαση για την διεθνοποίησή του. Διαφωνεί ωστόσο ριζικά με την κατάργηση του "β' εξώστη", με το σκεπτικό ότι οι αντιδράσεις του κόσμου δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με αυταρχικά μέσα.
Η έναρξη χαρακτηρίζεται από λαμπρότητα, ενώ για τις τελετές επιβάλλεται βραδινό ένδυμα. Η απόφαση, βέβαια, δεν τηρείται στην τελετή απονομής των βραβείων μεταξύ κυρίως των καλλιτεχνών.
Την τελετή λήξης παρουσιάζει ο Λάκης Λαζόπουλος.
Η απουσία των περισσότερων από τους βραβευμένους προκαλεί αρνητικά σχόλια. Τέλος, η κριτική επιτροπή αποφασίζει αν μην απονεμηθούν βραβεία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, μοντάζ, ηχοληψίας, μακιγιάζ, και καλύτερου ντοκιμαντέρ, μιας που η πλειοψηφία των ταινιών που διαγωνίστηκαν υπηρετούσαν μία τηλεοπτική παρά κινηματογραφική αισθητική. Η απόφαση είναι πρωτοφανής στην ιστορία του θεσμού.
1992-2014 Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης – Εικόνες από τον 21ο αιώνα
___________________________________________________
Το φωτογραφικό υλικό της παρούσας ανάρτησης προέρχεται από το Ψηφιακό Αρχείο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ©, και παραχωρήθηκε στο LIFO.gr για αποκλειστική χρήση και δημοσίευση.