Xαιρετώ σας κι’ εγώ, εδώ στο μπλογκ του LifO, από το οποίο απείχα ολίγον, ένεκα μιας βαθιάς επιθυμίας μου για μερική, έστω, αποτοξίνωση από αυτά τα ηλεκτρονικά ημερολόγια, που δεν τα βρίσκω πια τόσο συναρπαστικά όσο στο ξεκίνημά τους.
Ανατρέχοντας σε παλιότερες καταχωρήσεις, όχι μόνον δικές μου, διαπιστώνω εύκολα, άν και με τρόμο ομολογώ, ότι στην αρχή σχεδόν όλα τα κείμενα ειχαν χρώμα και χαμόγελο. Ο καθένας έβγαζε την καλύτερη πλευρά του εαυτού του, και την μοιραζόταν απλόχερα με άλλους.
Τωρα, αισθάνομαι πως παραγίνανε πολλοί εκείνοι που βγάζουν την χειρότερή τους πλευρά. Τη σκοτεινή και μίζερη. Την θυμωμένη και επιθετική. Tην ατεκμηρίωτη, αλλά για εκείνους και αλάνθαστη.
Παλιότερα ξόδευα ώρες στις «κατ’ οικον» επισκέψεις σ’ εκείνα τα μπλογκς που ένοιωθα ότι η πρόσκληση ηταν ανοικτή και με καλωσύνη συνοδευόμενη. Αρμένικες ηταν οι επισκέψεις μου εκείνες – γιά πότε έφευγε το σκοτάδι της νυχτας κι’ ερχόταν της πρώτης μέρας το φως, ούτε που το καταλάβαινα. Χανόμουν σε κείμενα συναρπαστικά, εξομολογήσεις χύμα, ποιητικές ακροβασίες υπέροχες, δάκρυα που τά 'βλεπα στην οθόνη, όπως παλιά στη μουτζουρα του μελανιού επάνω στο χαρτί, και λυγμοί σπαρακτικοί που έσμιγαν με τις μουσικές που ανακάλυπτε η Maya, μοιραζόταν ο Μενελαος, κερνούσε η Μαρία.
Η μία παραπομπή σε πήγαινε στην άλλη. Δες κι αυτό. Πήγαινε κι εκεί. Ρίξε μια ματιά πιο πέρα. Ευκολα, κι αχόρταγα.
Μια βραδυά, «μέτρησα» διαδρομή από τη πολυκατοικία που μένω, από κεί στο Παγκράτι, έπειτα στη Σαλαμίνα, στο Στόμιο της Κορινθίας, στη Λάρνακα, στο Τέλ Αβιβ, στο κονάκι του Αμίρ στη Δαμασκό, στο Μανχάταν η Έμιλι, στο Κονέτικατ ο Στέλιος, στο Περού ο «Μπαρμπαρόσα», στο Σπρίνγκς, λίγο έξω από το Τζοχάνεσμπεργκ η ξαδερφη μου η Ερικα, στο Χονγκ Κονγκ ο Κιέραν, που γυρίσαμε τον κόσμο μαζί στην περιφορά της Ολυμπιακής Φλόγας το 2004, στη Μόσχα ο Ιβάν που γράφει ποιήματα για τα μηχανολογικά των αυτοκινήτων, των μοτοποδηλάτων, των γερανών και των τρακτέρ.
Προχθές, είπα να επαναλάβω τη διαδρομή, και βρηκα ένα παγκόσμιο χωριό σχεδόν έρημο. Ηταν σαν να διπλώσαμε όλοι τα ημερολόγιά μας και να τα καταχωνιάσαμε στη ντουλάπα για να τα χαζέψουμε κάποιο απόγευμα χαλαρό, με καινούργιους φίλους.
Η Maya μονο, είχε ανοικτή ακόμα τη καρδιά της, και μοίραζε μουσικές. Εβαλα το volume στη διαπασών και άκουσα από το The Wall των Pink Floyd το Is There Anybody Out There?
σχόλια