Ειδύλλιο
Δεν ήταν ακριβώς του δρόμου. Από κάπου πρέπει να το είχε σκάσει. Ήταν καθαρή και υγιής. Το τρίχωμά της γυάλιζε · εξαιρετικά νέα δηλαδή. Ενάμιση-δύο χρόνων.
Διασχίζοντας την Βασιλίσσης Σοφίας, από Πλουτάρχου προς Ριζάρη, με πήρε από πίσω. Ήταν χαρούμενη. Με προσπερνούσε, με την ουρά ορθωμένη, προχωρούσε τρέχοντας, ξαναγύριζε κοντά μου. Χαρούμενη. Με ακολούθησε έτσι ως την Βασιλέως Κωνσταντίνου. Την περάσαμε μαζί. Μπήκαμε στην Αντήνορος. Έφυγε πάλι μπροστά. Πάντα τρέχοντας, πάντα με την ουρά ψηλά. Διαδήλωνε με αυτό τον τρόπο την ευφροσύνη της. Ευφροσύνη που ζούσε, που ξαναγύριζε πίσω και με κοίταζε στα μάτια, που μ’ εμπιστευόταν.
Στην Αστυδάμαντος σταμάτησα. Έβγαλα τα κλειδιά μου. Είχε φτάσει η ώρα. Εκείνη έπαψε να τρέχει. Ακίνητη. Ήταν μια πρώτη ραγισματιά αμφιβολίας. Είχα ψηλά ένα μεγάλο μπαλκόνι, αυτό ήταν όλο. Να την κάνω τι; Έβαλα το κλειδί στην πόρτα προσπαθώντας να μην την κοιτάξω. Δεν τα κατάφερα. Το μάτι μου την αναζήτησε από μόνο του. Πάντα ασάλευτη με μια αξιοπρέπεια στην ακινησία της με παρακολουθούσε που την έκλεινα έξω.
Θανάσης Βαλτινός
ι. Το παραπάνω κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο με τίτλο «Περί ζώων» - με λογική και συναίσθημα. Πρόκειται για μια εξαιρετική έκδοση -53 κείμενα για τη φιλοζωία- των εκδόσεων «Ψυχογιός», την οποία επιμελήθηκαν οι πανεπιστημιακοί Αννα Α. Λυδάκη και Γιάννης Ν. Μπασκόζος, στην οποία θα επανέρχομαι ξανά και ξανά.
σχόλια