Homo Ludens
Λέει ο Καρούζος, «Μα η ποίηση είναι η εξακολούθηση της παιδικότητας έως θανάτου». Λέει ο Debord, «Η παιδική ηλικία; Ω, μα δεν βγήκαμε ποτέ από αυτή». Με κάθε σοβαρότητα, απαιτούμε παιχνίδια, λέω, έλεγα, θα λέω, κι είχα πει τότε που δεν είχα ακόμη διαβάσει το Homo Ludens/ Ο Παίζων Άνθρωπος, του Johan Huizinga – άντε να το προφέρεις!, ο Μάνος Γιαννόπουλος τα κατάφερνε καλά μόνο μετά το δεύτερο σκοτς, εγώ χρειαζόμουν απαραιτήτως τέσσερα ιρλανδέζικα μέχρι να μου λυθεί η γλώσσα, ενώ ο Ευτύχιος Σκυλίτσης το έλεγε μεμιάς και άνευ αλκοόλ, λόγω μουσικολογικών σπουδών, ναι, ναι, το πρόφερε ακώλυτα και με την άνεση που επεδείκνυε ένας Mick Jagger αίφνης όταν έψελνε τα blues.
Πότε Χουιζίνγκα, πότε Χάιζινχα, το γεγονός παραμένει ότι το βιβλίο του Ολλανδού φιλόσοφου ήταν για μένα ευαγγέλιο, και παραμένει. Κάθε βιβλίο που φρόντισα να αποτελέσει άλλοθι σε αποκοτιές, ατασθαλίες, απερισκεψίες, αφροσύνες ήταν είναι παραμένει ευαγγέλιο. Τι άλλωστε είναι τα βιβλία αν όχι εξαίσια άλλοθι; Αν όχι ο Perry Mason και ο Ορέστης Λαμπίρης zusammen με ενδυμασία Borges; Γιατί διαβάζουμε, αν όχι για να επινοούμε επιχειρήματα που θα μας αθωώσουν στα ίδια μας τα μάτια; Τι πιο θαλπερά ευπρόσδεκτο από το να πετυχαίνεις σ’ ένα τούβλο εννιακοσίων σελίδων τρία, τέσσερα τρανταχτά τεκμήρια αθωότητας για ό,τι τάχατες εγκληματικό διέπραξες; Ω, θεοί, ας μην με προικίσετε ποτέ σε σάπια σύνεση, ας μην με απαλλάξετε ποτέ από την άδολη χαρά να κάνω του κεφαλιού μου, ας μην με απομακρύνετε ποτέ από τούτη την ολέθρια παλιοπαρέα ανωρίμων παίδων που πεσσεύουν χαλώντας τόσο χαρωπά το χρόνο (τους);
Πας, Παθ ή Παζ ήταν ένα από τα τρελά τριλίμματα που τριζοβολούσαν μες στο ξερόχλωρο κεφάλι μου σχεδόν όλη τη δεκαετία του Ογδόντα, καθότι εξεδίδοντο διαρκώς στην Αθήνα της εν λόγω δεκαετίας βιβλία του Μεξικανού Μαιτρ Octavio Paz, και το ένα εξώφυλλο τον έλεγε Πας, το άλλο Παθ, το τρίτο Παζ, και φτου κι απ’ την αρχή, και τότε ήταν που αναθάρρησαν οι πρώιμοι politically correct και άξαφνα, χρυσαφένια μου, αγάπη μου εσύ, λατρεία λατρεμένη μου, μας κάνουνε Ουέλς τον κοτζαμάν Ουέλλες, και αφιονίζονται και θέλουν αίμα δεν τους φτάνει αυτό θέλουν κι άλλο και κάνουνε Γκάλιβερ τον Γκιούλιβερ σιγά ρε παιδιά ήρεμα πώς κάνετε έτσι αλλά αυτοί τίποτα απηνείς αυτοί σιδερόφραχτοι διορθωτές των πάντων αφήστε μας ρε παιδιά να τα λέμε όπως θέλουμε όχι αυτοί αφήστε μας στην πλάνη μας όχι αυτοί αφήστε ρε ήσυχα τα λάθη μας όχι αυτοί μας κάνανε καρδούλα μου Σων τον Σην τον Κόννερυ τον Σην μας τονε κάνανε Σων και σκίσανε τα πρέκια της αθώας αθωότητάς μας μάτωσε η ψυχή μου σου λέω πάει πια ηττήθηκα πέθανα σωριάστηκα έχασα το φως μου ήταν η χαριστική βολή λίγο έλειψε να πάρω των ομματιών μου μαύρη πέτρα πίσω μου να ρίξω να πάω στην ξένη αλήτης εκατήντησα εν ταις αλλοδαπαίς να πω κι εγώ όταν πια κάνανε οι μοβόροι Γκρέιαμ τον Γκράχαμ
Συνεχίζεται. Αύριο: Εγωπάθεια σε Δεύτερο Ενικό
σχόλια