Την Κυριακή που μας πέρασε μαζευτήκαμε σπίτι διάφοροι φίλοι για κυριακάτικο ολοήμερο άραγμα. Είναι από αυτές τις Κυριακές που ξυπνάνε πρώτα τα παιδιά, μετά ξυπνάει ο ηρωικός τους πατέρας, μετά ξεκινούν τα τηλέφωνα και ξαφνικά αρχίζει να έρχεται ο ένας μετά τον άλλο, απρογραμμάτιστα και αβάδιστα που λένε, στον χώρο μας. Κάπως έτσι μαζευτήκαμε δύο παιδιά, ένας σκύλος, που, παρότι μεσήλικας, είχε εντελώς παιδική συμπεριφορά, και επτά ενήλικες επίσης με εντελώς παιδική συμπεριφορά.
Είπαμε τα νέα μας, παίξαμε μπάλα στο σαλόνι, γιατί έξω έβρεχε, έβρεχε μονότονα, ήπιαμε κρασιά και μπίρες και κόκα-κόλες, φάγαμε πακοτίνια, γαριδάκια και διάφορα άλλα τέτοια superfoods, είδαμε λίγη ταινία, τραγουδήσαμε λίγο καραόκε, κατά τη διάρκεια του οποίου λάβαμε συγχαρητήρια μηνύματα από τον κύριο Βασίλη, διαχειριστή της καρδιάς μας και κάτοικο του 4ου ορόφου, και είδαμε και τον αγώνα, κατά τη διάρκεια του οποίου ο μικρός μου γιος κοιμήθηκε στον καναπέ και ο μεγάλος έμαθε τι πάει να πει ποδοσφαιρική αδικία, γνώση που θα του είναι χρήσιμη και στην υπόλοιπη ζωή του, η οποία, όπως ξέρουμε εμείς οι μεγαλύτεροι, είναι γενικότερα γεμάτη αδικίες.
Μετά τον αγώνα τα παιδιά πήγανε για ύπνο και έφυγε ο περισσότερος κόσμος, καθώς μερικοί άνθρωποι δεν αντέχουν πολλές ώρες σε έναν καναπέ, δεν είναι όλοι τόσο σκληραγωγημένοι. Στο σπίτι έμειναν δύο κολλητοί φίλοι, ο Νίκος και ο Φοίβος, με τους οποίους κάναμε μαζί φέτος διακοπές, αλλά στις διακοπές ο Φοίβος περνούσε ένα αυχενικό δράμα που τον έκανε να υποφέρει και τον ανάγκασε σε άτακτη υποχώρηση, οπότε ας θεωρήσουμε ότι με τον Φοίβο δεν κάναμε διακοπές.
Αν με ρωτούσε κάποιος ποιο είναι το μυστικό της μακροχρόνιας φιλίας θα έλεγα πρώτα «ευχαριστώ πολύ που μου κάνετε αυτή την ερώτηση», στη συνέχεια θα απαντούσα μονολεκτικά, λέγοντας η «απλότητα», και μετά θα άφηνα ένα μεγάλο κενό για να φανεί ακόμα πιο ψαγμένη η απάντηση.
Εδώ, μια μικρή παρένθεση, για να μιλήσουμε για τις αντρικές φιλίες, οι οποίες είναι διαφορετικές από τις γυναικείες και αυτό το λέει ένας άνθρωπος που δεν έχει ιδέα για τις γυναικείες φιλίες, καθώς δεν είναι γυναίκα. Τέλος πάντων, αν για κάτι νιώθω τυχερός είναι που έχω μερικούς φίλους που η σχέση μας παραμένει πολύ δεμένη μετά από τριάντα ή είκοσι χρόνια και άλλους, πιο καινούργιους, που έχω την αίσθηση ότι θα γράψουν επίσης πολλά χιλιόμετρα.
Αν με ρωτούσε κάποιος ποιο είναι το μυστικό της μακροχρόνιας φιλίας θα έλεγα πρώτα «ευχαριστώ πολύ που μου κάνετε αυτή την ερώτηση», στη συνέχεια θα απαντούσα μονολεκτικά, λέγοντας η «απλότητα», και μετά θα άφηνα ένα μεγάλο κενό για να φανεί ακόμα πιο ψαγμένη η απάντηση.
Οι αντρικές φιλίες στηρίζονται πολλές φορές σε κάτι πολύ απλό και μέσα από αυτό οι δύο φίλοι ανοίγονται και δένονται. Με τον Νίκο παίζουμε PlayStation από τότε που σπουδάζαμε στην Αγγλία. Κάνουμε παρέα 22 χρόνια, έχουμε συγκατοικήσει τρομερά επιτυχημένα, αφού τσακωθήκαμε μόνο μία φορά που του είχα φάει το τελευταίο γλυκό που περίμενε με χαρά να φάει μετά την επιστροφή του από το πανεπιστήμιο, γεγονός το οποίο έχει ξεπεραστεί ή ίσως και όχι, αν κρίνω από κάποια βλέμματα μίσους που μου ρίχνει όποτε αναφέρω αυτή την τραγική ιστορία.
Με τον Νίκο, λοιπόν, βρισκόμαστε περίπου μία φορά την εβδομάδα και παίζουμε Pro (ποδοσφαιράκι στο PlayStation) μέχρι τελικής αποβλάκωσης και όσο χαζό και αν ακούγεται αυτό η δραστηριότητα αυτή είναι το βασικό μας bonding element, αυτό δηλαδή που μας δένει. Και κάπου εκεί, στα ημίχρονα, λέμε τα νέα μας, «πώς πάει με το κορίτσι;», «τι νέα στη δουλειά;» και ξέρω και ξέρει πως ό,τι κι αν χρειαστεί ο ένας, ο άλλος θα είναι πάντα εκεί.
Με τον Φοίβο πηγαίναμε μαζί στο σχολείο, αλλά δεν κάναμε ποτέ παρέα. Αρχίσαμε να ξαναβλεπόμαστε όταν μετακόμισα στο Παγκράτι και ξεκίνησα να βγαίνω σε ένα μπαρ στη γειτονιά που δεν θα πω το όνομά του για να μην κάνω διαφήμιση, αλλά έχει το ίδιο όνομα με ξενοδοχείο στη Νέα Υόρκη και με ποδοσφαιρική ομάδα του Λονδίνου και όποιος το βρει κερδίζει πλούσια δώρα.
Με τον Φοίβο μας έδεσε η μπάρα και αυτό ακούγεται πολύ γελοίο, αλλά, εντάξει, δεν είπε κανείς ότι δεν είμαστε κι εμείς οι ίδιοι γελοίοι. Αρχίσαμε να κάνουμε παρέα πίνοντας ποτά και οι κουβέντες ήταν όλο και πιο ωραίες, ώσπου ξαφνικά γίναμε κολλητοί φίλοι και πλέον είναι ένας από τους λίγους πραγματικά πολύ κοντινούς μου ανθρώπους.
Την Κυριακή το βράδυ, λοιπόν, αφού κοιμήθηκαν τα παιδιά κι έφυγαν όλοι οι άλλοι μείναμε οι τρεις μας, καθίσαμε στο τραπέζι της κουζίνας, βάλαμε μπιράκια και είπαμε τα νέα μας. Είχαμε καιρό να βρεθούμε οι τρεις μας και ξαφνικά ο Φοίβος λέει «ρε μαλάκες, ξέρετε πόσο μου είχε λείψει αυτό;». Έτσι ήταν. Πίναμε μπιράκια, λέγαμε τα νέα μας και νιώθαμε μια τρομερή ευχαρίστηση, χωρίς να κάνουμε ουσιαστικά κάτι ιδιαίτερο.
Με τον Ηλία είμαστε φίλοι από την Α' Δημοτικού και όποτε καταρρέει ο ένας ή ο άλλος λόγω κάποιας ερωτικής τραγωδίας, ξέρει ποιον να πάρει τηλέφωνο. Με τον Γιώργο είμαστε μαζί μια ζωή και μιλάμε μετά από κάθε μεγάλο ματς της ομάδας, αλλά βρισκόμαστε επίσης πολλές φορές πάνω από μια πράσινη τσόχα. Με τον Λάμπρο μιλάμε για τη ζωή και τις γυναίκες με έναν τρόπο που είναι ο δικός μας. Με τον Νορεντίν μας δένουν μερικά από τα πιο διασκεδαστικά βράδια της ζωής μας.
Με κάθε πολύ καλό μου φίλο έχουμε συγκεκριμένα πράγματα που μας έχουν φέρει κοντά. Δεν ταιριάζουμε στα πάντα, αλλά έχουμε τουλάχιστον έναν κοινό κώδικα, έναν κοινό τόπο και πάμε σε αυτό το μέρος όποτε έχουμε ανάγκη και οι δυο να βρεθούμε εκεί.
Οι αντρικές φιλίες μοιάζουν λίγο με τις φιλίες που κάναμε όταν ήμασταν μικροί, είναι πολλές φορές απλές και ακατέργαστες, αλλά παράλληλα βαθιά ουσιαστικές. Είναι βασικά αυτή η αίσθηση ότι υπάρχουν δυο-τρεις άνθρωποι πέρα από την οικογένειά σου που, αν τους πάρεις και τους πεις «είμαι στην άκρη του κόσμου και πρέπει να σε δω», θα πάρουν ένα αεροπλάνο και θα έρθουν χωρίς καν να ρωτήσουν τι έχει συμβεί.
σχόλια