TENNESSEE WΙLLIAMS - Η απογραφή στη Fontana Bella

Facebook Twitter
0

Ένα διήγημα του Tennessee Williams γραμμένο για το περιοδικό Playboy το 1973 όπως μεταφράστηκε από τον Ερρίκο Μπελιέ για τη συλλογή διηγημάτων του Williams που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη το 1997.

 

 

 

 

 

Στις αρχές του φθινοπώρου του εκατοστού δεύτερου έτους της, η πριγκίπισσα Λιζαμπέττα φον Χόχεντσαλτ Καζαλίγκι δεν ήταν ικανή να ξεχωρίζει το φως απ' το σκοτάδι, τον κεραυνό από τον ήχο των βημάτων, το μάλλινο απ' το μεταξωτό. Κι όμως κυκλοφορούσε με θαυμαστή ευκινησία. Χόρευε σε φανταστικές δεξιώσεις πόλκα και βαλς με ανύπαρκτους καβαλιέρους. Εδινε εντολές στο υπηρετικό προσωπικό με φωνή που η έντασή της θα έκανε και λοχία να ντραπεί. Επειδή κάποτε κυκλοφορούσε στους δρόμους της Ανατολής με δίτροχα αμαξάκια που τα έσερναν άνθρωποι, είχε μάθει φυσικά να φωνάζει «Τσοπ, τσοπ!» και τώρα το χρησιμοποιούσε αυτό στο τέλος κάθε εντολής της για να δείξει πως ο αποδέκτης της εντολής έπρεπε να βιαστεί. Εδινε συνεχώς εντολές όποτε ήτανε ξύπνια και καμιά φορά φώναζε «Τσοπ, τσοπ!» και στον ύπνο της.

 

Ενα βράδυ στις αρχές Οκτωβρίου, γύρω στα μεσάνυχτα, η πριγκίπισσα Λιζαμπέττα βγήκε απ' τον ύπνο της όπως το ψάρι που βγαίνει από το νερό, κι ανακάθισε στο κρεβάτι της.

Σεμπαστιάνο! φώναξε και την ίδια στιγμή πίεσε με τη γροθιά το υπογάστριό της.
Ο Σεμπαστιάνο υπήρξε ο πέμπτος και τελευταίος σύζυγός της, ήδη νεκρός εδώ και πενήντα χρόνια, και πίεσε το υπογάστριό της διότι στον ύπνο της αισθάνθηκε την έκσταση της διείσδυσής του μέσα της, κάτι που είχε μείνει στη μνήμη της πιο έντονο ως κι από τις εντολές να βιάζονται όλοι.
Αμέσως μετά την κραυγή «Σεμπαστιάνο!» χτύπησε και πάλι τη γροθιά της, αυτή τη φορά όχι στο απαιτητικό υπογάστριό της, αλλά στα ηλεκτρικά κουμπιά που ήτανε στο τραπεζάκι δίπλα της, και στα οχτώ ηλεκτρικά κουμπιά, που τα χτυπούσε επανειλημμένα φωνάζοντας «Τσοπ, τσοπ!».
Πρώτος κατέφθασε ο προσωπικός γιατρός της, ο οποίος φαντάστηκε ότι επιτέλους η πριγκίπισσα έπαθε καρδιακό επεισόδιο.
Κρίστο μίο, αυτό το πλάσμα είν' αθάνατο! αναφώνησε άθελά του μπαίνοντας στο τεράστιο υπνοδωμάτιο της Λιζαμπέττα και βλέποντάς τη να στέκεται γυμνή δίπλα στο κρεβάτι, σε μια κατάσταση που έλεγες ότι το σώμα της κινείται με πυρηνική ενέργεια, διότι τα μάτια της έλαμπαν με υπερφυσική ζωηρότητα.
Σε λίγα λεπτά κατέφθασαν κι άλλοι, που επίσης έμειναν κατάπληκτοι βλέποντας να δείχνει τέτοια ζωντάνια ένα τόσο αρχαίο πλάσμα.

Προετοιμασίες αρχίζουν αμέσως, τσοπ, τσοπ. Το ταχύτερο σκάφος, το μοτοσκάφος με τη Ρολς Ρόυς μηχανή για να διασχίσουμε τη λίμνη μέχρι τη Φοντάνα Μπέλα. Θέλω μαζί μου τα εξής: Σέντα (Ακούστε)! Γραμματείς, την επαγγελματική και προσωπική, καμαριέρες, μια του επάνω και μια του κάτω ορόφου, ειδικά δε τη Μαριέλα που θυμάται τη Φοντάνα Μπέλα τόσο καλά όσο κι εγώ. Φυσικά δικηγόρο, όχι βεβαίως το γέρο που' χει τυφλωθεί, αλλά εκείνον το νέο με το μουστάκι, εκείνον που μιλάει καλά γερμανικά. Το διευθυντή του μουσείου μου. Και φυσικά το λογιστή μου, διότι ο σκοπός του ταξιδιού μου είναι να ηγηθώ προσωπικώς της απογραφής των θησαυρών της Φοντάνα Μπέλα και της παράλληλης εκτίμησής τους. Θα καταγραφούν και θα εκτιμηθούν όλα τα εξαιρετικά έργα τέχνης, οι προγονικοί πίνακες, όλα, όλα τ' αριστουργήματα που βρίσκονται εκεί. Γι'αυτό ετοιμαστείτε, τσοπ, τσοπ, ντυθείτε, διότι φεύγουμε για τη Φοντάνα Μπέλα.

Το ταξίδι δεν ήταν τόσο πληκτικό όσο είχανε νομίσει πολλοί από τους συμμετέχοντες. Ο δικηγόρος επιδόθηκε μετά από λίγο στην αποπλάνηση μιας νεαρής καμαριέρας, στην αρχή με τα δάχτυλα, μετά με τη γλώσσα και τελικά με τ' όργανό του, αλλά τα βογκητά και οι κραυγές της καμαριέρας εξελήφθησαν από την πριγκίπισσα σαν ενοχλητικές κραυγές γλάρου που ακολουθούσε το σκάφος, γι' αυτό έδωσε εντολή να θανατωθεί πάραυτα. Το γεγονός προκάλεσε αρκετή ευθυμία στους επιβάτες του σκάφους. Και μετά, ο διευθυντής της προσωπικής πινακοθήκης της πριγκίπισσας, ο οποίος είχε έρθει ειδικά για να εκτιμήσει την αξία των ελαιογραφιών στη Φοντάνα Μπέλα, άρχισε να διηγείται μια ιστορία για ένα μάλλον γνωστό και ταλαντούχο Ιταλό ζωγράφο που είχε πρόσφατα μεταφερθεί σε φρενοκομείο της Ζυρίχης.

Ο καημένος ο Φλόριο, είπε ο διευθυντής, μπορούσε να δουλέψει μόνο κάτω από πολύ περίεργες συνθήκες. Ηθελε να έχει ένα γυμνό έφηβο στο εργαστήριό του. Οχι, όχι ως μοντέλο, αλλά για να του εξάπτει τη φαντασία. Ομως το πιο διασκεδαστικό είναι ότι αυτός ο νέος, τον οποίο έβρισκε κάθε φορά ο γραμματέας του Φλόριο, έπρεπε να βρίσκεται γυμνός σε μια υπερυψωμένη εσοχή του εργαστηρίου, η οποία έκλεινε με κουρτίνα, και μάλιστα μ' ένα φτερό παγονιού στον πρωκτό του, όχι, όχι πολύ μέσα, απλώς τόσο που να μη φεύγει. Και η εσοχή ήτανε κλεισμένη με την κουρτίνα μέχρι να καθίσει ο Φλόριο μπροστά στο καβαλέτο του. Τότε ο γραμματέας άνοιγε την κουρτίνα κι άρχιζαν μαζί με το Φλόριο να βγάζουν εκστασιασμένες κραυγές από το θέαμα του αγοριού με το υπέροχο φτερό του παγονιού στον πισινό του, κι ο Φλόριο αναφωνούσε «Α, κε μπέλα σορπρέζα! Ουν παβόνε ιν κάζα μία!», που σήμαινε «Τι υπέροχη έκπληξη! Ενα παγόνι στο σπίτι μου!». Μετά το αγόρι πληρωνόταν αδρά, έφευγε απ' το σπίτι, κι ο Φλόριο άρχιζε να ζωγραφίζει σαν τρελός.

Μ' αυτή την ιστορία τα γέλια ήτανε τόσο δυνατά, που τ' άκουσε ως κι η Λιζαμπέττα.
Σιλέντσιο! φώναξε κι άρχισε να χτυπάει γύρω της με το παρασόλι που κρατούσε. Αλλά το μόνο που κατάφερε να χτυπήσει ήτανε το κεφάλι του κανίς της, το οποίο άρχισε να τη γαβγίζει. Κι αυτή τότε του είπε σοβαρά: Με κολακεύετε, κύριε, αλλά θα πρέπει να βρούμε μια άλλη ευκαιρία!
Μετά η πριγκίπισσα κοιμήθηκε. Οταν ξύπνησε, βρισκότανε στο κρεβάτι της στη Φοντάνα Μπέλλα και ήταν πάλι μεσάνυχτα.
Ανακάθισε και φώναξε στην πόρτα της ντουλάπας:
Μαριέλλα, ντύσε με! Θέλω μάλλινα σήμερα το πρωί, είμαστε στο βόρειο άκρο της Λίμνης Ματζόρε, όχι στο νότιο, και τίποτα δεν είναι χειρότερο από το καλοκαιρινό κρυολόγημα. Σούμπιτο (αμέσως) σήκωσέ τους όλους, η απογραφή πρέπει ν' αρχίσει αμέσως!
Μετά στάθηκε στη μέση της κρεβατοκάμαρας, σηκώνοντας τα πόδια για να μπει στο φανταστικό μάλλινο φόρεμα και τείνοντας τα χέρια για τη γούνινη ζακέτα που νόμιζε πως της είχανε ρίξει στους ώμους. Αρχισε να εκνευρίζεται όταν η ανύπαρκτη καμαριέρα, η Μαριέλα, ήδη νεκρή εδώ και είκοσι χρόνια, δεν ακολουθούσε τις εντολές της με την πρέπουσα ταχύτητα.
Μαριέλα! φώναζε. Γρήγορα! Τσοπ, τσοπ!
Ανοιξε το στόμα να μπει η μασέλα.
Χα! χτύπησε το κουδούνι, Μαριέλα, αντιάμο (πάμε)!

Διέσχισε το μεγάλο δωμάτιο ρίχνοντας κάτω δύο καρέκλες, περνώντας τες για καμαριέρες που δεν πρόλαβαν να παραμερίσουν, και εντελώς κατά τύχη άνοιξε την πόρτα και βγήκε στο διάδρομο.
Τον επάνω όροφο της Φοντάνα Μπέλα τον θυμόταν ακόμα αρκετά καλά, διότι εκεί ξάπλωνε με το μεγάλο έρωτά της, το Σεμπαστιάνο. Βρήκε την κορυφή της μεγάλης σκάλας, διότι ακόμα η όρασή της ήτανε καλή, και την κατέβηκε χωρίς ούτ' ένα παραπάτημα. Μόνο σ' ένα σημείο φώναξε:
Μη μ' αγγίζετε, δε θέλω να μ' αγγίζει κανένας άλλος εκτός από τον εραστή μου!

Τον κάτω όροφο της Φοντάνα Μπέλα τον θυμότανε καλύτερα απ' οποιοδήποτε άλλο μέρος της έπαυλής της στη βορινή όχθη της Λίμνης Ματζόρε, κι όμως έκανε λάθος και στη βάση της σκάλας έστρεψε από την άλλη μεριά και βρέθηκε έξω, σε μια τεράστια βεράντα με κιγκλίδωμα, απ' όπου αντίκρισε τη σκοτεινή λίμνη εκείνη την άναστρη βραδιά.
Τούτε κουί (όλες εδώ); Ολοι έτοιμοι για την απογραφή; Τσοπ, τσοπ!
Οι γηραιές δέσποινες έχουν, όπως όλοι ξέρουμε, προκαταλήψεις για την καταγωγή, την κοινωνική τάξη και το γένος των ανθρώπων. Ετσι, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι η Λιζαμπέττα είχε μια περίεργη προκατάληψη εναντίον των Εβραίων, μια παράνοια που της ήρθε αφότου γέρασε.
Αν υπάρχει κάποιος Εβραίος στην απογραφή, φώναξε, θέλω να κρατήσει το στόμα του κλειστό. Ούτε λέξη να μην πει καθ' όλη τη διάρκεια της απογραφής. Ξέρω πως είναι αρχαία φυλή, αλλά δεν έπεται ότι κάθε αρχαία φυλή είναι κι αριστοκρατική!

Αυτό το θεώρησε πολύ αστείο και ξέσπασε σε τόσο δυνατά γέλια, που κάτι πελαργοί στην άλλη άκρη της βεράντας φοβήθηκαν κι άρχισαν να κρώζουν και να χτυπάνε τις φτερούγες τους, αλλ' αυτό η Λιζαμπέττα το εξέλαβε σαν αποχώρηση των Εβραίων από μπροστά της.
Φύγανε, μπράβο! Τώρα η απογραφή, τσοπ, τσοπ! Οχ, Χριστέ μου, περιμένετε! Πρέπει ν' ανακουφίσω τα έντερά μου. Φέρτε μου το παραβάν κι ένα δοχείο νυκτός! Τσοπ, τσοπ!
Λύγισε τα γόνατά της και μισοκάθισε μέχρι ν' ανακουφιστεί από την ενόχληση των εντέρων της και μετά σηκώθηκε και είπε:
Συμβαίνουν κι αυτά, όπως γνωρίζετε. Είναι φυσιολογικό να συμβαίνουν όταν κάποιος περνάει μεγάλη συγκίνηση.
Και πρόσθεσε:
Γιατρέ, γιατρέ, σας παρακαλώ, να εξετάσετε τα κόπρανά μου. Κάθε πρωί πρέπει να εξετάζονται τα κόπρανα, είναι κλειδί αυτό για τη μακροβιότητα. Και τώρα λοιπόν που τελειώσαμε, πίσω στην απογραφή!
Η Λιζαμπέττα αισθανότανε πλαισιωμένη απ' όλη την ομάδα που την είχε συνοδέψει στη βόρεια όχθη της Λίμνης Ματζόρε, εκτός φυσικά απ' τους Εβραίους που είχε η ίδια αποπέμψει.
Ετοιμοι; Ετοιμοι; Βα μπένε (εντάξει)!

Αρχισε να δίνει οδηγίες για την απογραφή, κι αυτό κράτησε επτά ώρες. Η ανάμνηση στο μυαλό της όλων των αντικειμένων της Φοντάνα Μπέλα ήταν αξιοπερίεργη, όπως ακριβώς και η αντοχή της
Ητανε μια ώρα πριν το ξημέρωμα όταν οι ακόλουθοί της γύρισαν απ' το σκασιαρχείο που είχανε κάνει στο γειτονικό καζίνο, αλλά η πριγκίπισσα ήταν ακόμα στη βεράντα και πηγαινοερχόταν γυμνή στο γκρίζο φεγγαρόφωτο. Από μακριά την ακούσανε να φωνάζει:
Χρυσό σερβίτσιο για οχτώ! Στο υπόγειο, ναι, φέρε τα κλειδιά! Μήπως κανένας Εβραίος πήρε τα κλειδιά; Τι, τι; Μη φωνάζεις, δεν μπορώ να 'χω και τις δικές σου τις φωνές μέσα σ' αυτή τη φασαρία. Κάτω τα χέρια σου, σου το' χω πει χίλιες φορές ότι σιχαίνομαι να μ' αγγίζει οποιοσδήποτε άλλος εκτός από εραστή! Εσύ, ναι, εσύ, έλα δω να μου εξηγήσεις κάτι!

Φαινόνατε να δείχνει το Ναπολιτάνο δικηγόρο, τον πρώτο που εμφανίστηκε στη βεράντα, ενώ οι υπόλοιποι καθίσανε πιο πίσω, αδιάφοροι κι εξοντωμένοι.
Ο δικηγόρος ήτανε κεφάτος όπως πάντα. Πλησίασε την πριγκίπισσα και της φώναξε στο σχετικά καλύτερο αυτί της:
Κε βολέτε, κάρα (Τι θέλετε, αγαπητή μου);
Η γηραιά κυρία έκανε απότομη στροφή να τον χαστουκίσει, όμως η κίνηση αυτή τη ζάλισε. Εχασε την ισορροπία της, αλλά, γρήγορη στ' ανακλαστικά όπως πάντα, παραπάτησε μέχρι την άλλη άκρη της βεράντας, πάνω από την οποία είχανε φτιάξει τη φωλιά τους οι πελαργοί, που ενοχλήθηκαν φοβερά από τη φασαρία. Μια μεγάλη άσπρη πελαργίνα, που ανησύχησε για την ασφάλεια των νεογνών της, φτερούγισε από τη στέγη εναντίον της Λιζαμπέττα για να την αντιμετωπίσει. Φτερούγισε επανειλημμένως στο κεφάλι, στο στήθος και στην κοιλιακή χώρα της πριγκίπισσας, προκαλώντας της τραύματα και χτυπώντας τη με τις φτερούγες, μέχρι που η γηραιά δέσποινα κλονίστηκε κι έπεσε στις πλάκες της βεράντας. Τα γυμνά, μαραμένα της χέρια έκαναν απελπισμένες προσπάθειες ν' αγκαλιάσουνε την πελαργίνα. Τελικά, την άρπαξε από το ράμφος και δεν την άφηνε να φύγει. Αμέσως μετά άνοιξε τα πόδια της και κατάφερε να σπρώξει το ράμφος της πελαργίνας μέσα στο αιδοίο της. Το ράμφος την τρυπούσε και την ξανατρυπούσε στη μήτρα, κι εκείνη φώναζε δυνατά «Σεμπαστιάνο!» και τρυφερά «αμόρε!».

Ο δικηγόρος άρπαξε από τα πόδια την πελαργίνα και την απέσπασε από την πριγκίπισσα. Κράτησε ψηλά το πουλί και ανήγγειλε:
Η πελαργίνα είναι νεκρή, έπαθε ασφυξία μέσα της, κι αυτή εξακολουθεί να νομίζει πως είναι εραστής!
Δεν ήτανε δική της θέληση ούτε φυσικά απότοκο δικής της σκέψης το γεγονός πως η πριγκίπισσα διέσχισε τη λίμνη επιστρέφοντας την επόμενη μέρα. Ο Ναπολιτάνος δικηγόρος κατασκεύασε μια ιστορία για να τραβήξει την πριγκίπισσα μακριά απ'τη Φοντάνα Μπέλα: της είπε ότι ο ιδιοκτήτης του γειτονικού καζίνου είχε οργανώσει προς τιμήν της ένα μεγάλο γκαλά, για να γιορταστεί η επάνοδός της στην περιοχή.
Ολοι οι τοίχοι της μεγάλης αίθουσας του καζίνου είναι σκεπασμένοι με τριαντάφυλλα, της είπε, και τ' όνομά σας είναι γραμμένο με καμέλιες πάνω από την είσοδο.
Οταν τελικά το ψέμα του έγινε κατανοητό μέσω του αριστερού της αυτιού, η Λιζαμπέττα δεν έδειξε καμία έκπληξη.
Α, ωραία, θα κάνω φοβερή εμφάνιση. Υποθέτω πως αυτό συμβαίνει διότι νομπλές ομπλίζ (η ευγένεια υποχρεώνει)!

 

Η ομάδα κάθισε στα μαξιλάρια στην πρύμνη του ταχυσκάφους, ανακοινώνοντας στην πριγκίπισσα ότι ήτανε λιμουζίνα Μερσεντές, κι έτσι άρχισε το ταξίδι της επιστροφής.
Εκείνο το πρωί η επιφάνεια της λίμνης ήτανε λεία σαν γυαλί κι ο ουρανός πεντακάθαρος.
Ισως μόνο λίγο ρουλέτα και κάνα δυο ζαριές, κι έπειτα κατευθείαν σπίτι, τσοπ, τσοπ, να συνεχίσουμε την απογραφή. Τόσα πολύτιμα αντικείμενα δεν έχουν ακόμα καταγραφεί και βέβαια ξέρετε... Μαριέλλα, την κολόνια!
Μια καμαριέρα τής έδωσε ένα μαντίλι. Η πριγκίπισσα τράβηξε μερικές ρουφηξιές και μετά ξανάρχισε να μιλάει, αλλά χωρίς κανέναν ειρμό.

Αν τα σύννεφα κρύβανε το φεγγάρι ή αν είχε έστω και λίγα αστέρια ο ουρανός, θα βλέπατε πίσω από τη Φοντάνα Μπέλα ένα γυμνό λόφο μ' ένα γυμνό δέντρο. Σταμάτησε να βγάζει φύλλα και λουλούδια μετά το θάνατο του τελευταίου μου εραστή.
Η εισαγωγή της αφήγησής της ήταν ακριβής, διότι υπήρχε όντως ένας γυμνός λόφος μ' ένα γυμνό δέντρο πίσω από τη βίλα.
Ο Σεμπαστιάνο πέθανε όπως ο ομώνυμός του άγιος, συνέχισε. Δέθηκε σ' ένα δέντρο και το ανεπανάληπτο νεανικό κορμί του τρυπήθηκε από πέντε βέλη. Εγώ είχα, ξέρετε, πέντε αδελφούς, όσα τα βέλη που τον τρύπησαν. Εχουνε πεθάνει τώρα, είμαι σίγουρη. Δεν παραπονιούνται, δεν απαιτούν τώρα τελευταία. Η οικογένεια πρέπει να μη γνωρίζει ποτέ τον εραστή όταν διακυβεύονται τεράστια οικονομικά συμφέροντα και εκκρεμεί ο τρόπος διανομής μιας περιουσίας, διότι το μίσος είναι απύθμενο όπου υπάρχει μεγάλος πλούτος. Στην αρχή προσπάθησαν να προσεγγίσουν την Αυτού Αγιότητα για ν' ακυρώσει το γάμο μου με το Σεμπαστιάνο. Οταν αυτό δεν έγινε εφικτό, καταφύγανε στα βέλη και πάει, τέλειωσε η ιστορία. Για κείνους ακολούθησε η ξενιτιά. Για μένα μια περίοδος σε μοναστήρι. Ω, εγώ έχω πάει σε αρκετά μέρη και έχω κάνει αρκετά πράγματα, κι όταν ήμουνα σ' εκείνο το μοναστήρι, έμαθα μια επιπλέον χρήση των κεριών, εκτός από το φωτισμό της εκκλησίας και της τραπεζαρίάς...

 

Εμεινε για λίγο σιωπηλή. Μετά άφησε ένα ανεπαίσθητο πικρό γελάκι και συνέχισε.
Ολοι οι καλοί γιατροί φροντίζουν να έχουν εύκολους αριθμούς τηλεφώνου, ένα δύο ψηφία, κι όλα τ' άλλα μηδενικά.
Το ίδιο κι οι καλοί νεκροθάφτες, συμπλήρωσε ο δικηγόρος, που το τηλέφωνό τους έχει μόνο μηδενικά, διότι επικοινωνούν με το άπειρο.
Ο διευθυντής του μουσείου ρωτήθηκε αν θυμότανε κι άλλα ανέκδοτα για τον Ιταλό ζωγράφο που τώρα βρισκότανε σε ψυχιατρείο της Ζυρίχης.
Τώρα που το λέτε, ναι! Την τελευταία φορά που πήγα να δω τον καημένο το Φλόριο, έδειχνε να έχει συνέλθει εντελώς. Συνεχώς με διαβεβαίωνε ότι οι ψυχικές διαταραχές του είχαν τύχει εξαιρετικής αντιμετωπίσεως από την κλινική και με παρακαλούσε να ειδοποιήσω τους συγγενείς του στη Ρώμη να συναινέσουν στην έξοδό του. Εγώ, εντελώς σίγουρος ότι είχε γιατρευτεί, τον αγκάλιασα κι έκανα να φύγω και είχα φτάσει σχεδόν στην έξοδο όταν με χτύπησε στο κεφάλι ένα μεγάλο κομμάτι τσιμέντο. Πήγα να χάσω τις αισθήσεις μου, αλλά κατάφερα να γυρίσω και είδα το Φλόριο πίσω μου. Αυτός σίγουρα μου είχε πετάξει το τσιμέντο. «Για να μην ξεχάσεις» μου είπε «πως είμαι ο πιο λογικός άνθρωπος στον κόσμο!».
Οι επιβάτες γελούσαν ακόμα με την ιστορία, όταν η Λιζαμπέττα ανασηκώθηκε από τα μαξιλάρια της.
Αχ!
Μ' αυτή την αναφώνηση χτύπησε με τη γροθιά το υπογάστριό της, σαν να πονούσε αφόρητα εκεί, αλλά στο ερπετόμορφο πρόσωπό της υπήρχε μια έκσταση πιο φωτεινή κι από την επιφάνεια της λίμνης εκείνο το υπέρλαμπρο φθινοπωρινό πρωί.
Ο Ναπολιτάνος δικηγόρος, που καθόταν δίπλα της στο σκάφος, άρπαξε τον καρπό του χεριού της, δεν ένιωσε σφυγμό, γύρισε προς την ομάδα και φώναξε:
ΘΑΥΜΑ, ΘΑΥΜΑ!

Η ΠΡΙΓΚΗΠΙΣΣΑ ΕΙΝΑΙ ΝΕΚΡΗ!
Η είδηση έκανε ένα δύο από τους επιβάτες να σταυροκοπηθούν, ίσως αναλογιζόμενοι τις δυσκολίες ευρέσεως νέου εργοδότη. Αλλά, όπως ήταν φυσικό, οι περισσότεροι συνεπιβάτες τους αρκέστηκαν σε λιτότερες εκδηλώσεις συναισθημάτων.

Φωτο: Πάνος Μιχαήλ

Αρχείο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Σωτήρης Ντάλης / «Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και επικεφαλής της Μονάδας Έρευνας για την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Πολιτική σχολιάζει τον αντίκτυπο της πανδημίας και της εκλογής Μπάιντεν στην Ευρώπη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Σωτήριος Σέρμπος / «Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Τι σηματοδοτεί η εποχή Μπάιντεν και τι αφήνει πίσω του ο απερχόμενος Πρόεδρος; Απαντά στη LiFO ο Σωτήριος Σέρμπος, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ελλάδα / Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ο καθηγητής Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και μέλος της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων του υπουργείου Υγείας μιλά για τα τελευταία δεδομένα της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Νικόλας Σεβαστάκης / Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ένας Γουίλι Σταρκ της εποχής μας. Υπάρχει κάτι σημαντικό που χωρίζει τη λαϊκιστική φαντασία των χρόνων του Μεσοπολέμου –όπως την αναπλάθει το μυθιστόρημα του Γουόρεν– από τα πλήθη που είδαμε να βγαίνουν από τα μεσαιωνικά σπήλαια των social media για να ορμήσουν προς το Καπιτώλιο.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ελλάδα / Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος, μιλά στη LiFO για τα εμβόλια και τις φαρμακευτικές αγωγές που εξετάζονται. Απαντά για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, εξηγεί ποια είναι η αλήθεια για τις ΜΕΘ, πότε θα αποχωριστούμε τις μάσκες αλλά και πότε προβλέπεται η επάνοδος στην κανονικότητα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τech & Science / Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τι θα σημάνει η γενική χρήση των εμβολίων; Θα εφαρμοστούν νέοι κανόνες σχετικά με τον εμβολιασμό; Πότε προσδιορίζεται η έναρξή του; Και τι γίνεται με τους αρνητές;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Νικόλας Σεβαστάκης / Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Η όποια στρατηγική για τον εμβολιασμό χρειάζεται να είναι σκληρή με τον νεοφασισμό των fake news και της ωμής παραπλάνησης. Την ίδια στιγμή, όμως, πρέπει να εντάξει τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις και τις δεύτερες σκέψεις πολλών ανθρώπων.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ελλάδα / Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ο πνευμονολόγος-εντατικολόγος στο νοσοκομείο Παπανικολάου μιλά για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις ΜΕΘ και τις μελλοντικές ανησυχίες του σχετικά με την πανδημία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ελλάδα / Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών σχολιάζει όλες τις τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ