Αν ο διάσημος για τη συμβολή του στην περιώνυμη θεωρία των παιγνίων αλλά και τον πολυετή αγώνα του κόντρα στη σχιζοφρένεια νομπελίστας Αμερικανός μαθηματικός Τζον Νας, που χάθηκε στα 86 του σε αυτοκινητικό τον περασμένο Μάιο, ζούσε ακόμη, σίγουρα θα εντυπωσιαζόταν με το πόσο επίκαιρος έγινε τελευταία στην Ελλάδα. Αφενός ήταν, σε μεγάλο βαθμό, οι δικές του ιδέες που επιχείρησε να υλοποιήσει –ανεπιτυχώς, όπως φάνηκε– διαπραγματευόμενος με τους εταίρους ο επίσης «μετρ» της θεωρίας των παιγνίων Γιάνης Βαρουφάκης, «δένοντας» στο άρμα του game theory τον ΣYΡIZA του πρώτου επταμήνου, αφετέρου ήταν η λογοκρισία στη θεατρική παράσταση Ισορροπία του Νας στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού που ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών κι έγινε «talk of the town» προτού ξανανέβει για μια τελευταία φορά, «περιφρουρούμενη» από τους θεατέΑποθήκευσης της την Κυριακή το βράδυ.
Η θεωρία των παιγνίων, που εκτός της οικονομίας βρίσκει εφαρμογές στην πολιτική, στην ψυχολογία και σε πολλούς ακόμα επιστημονικούς τομείς, προσπαθεί, από το λίγο που την έχω κατανοήσει, να προβλέψει τη συμπεριφορά αντίπαλων «παικτών» –ατόμων, ομάδων, επιχειρήσεων, κομμάτων, κυβερνήσεων κ.λπ.– που ακολουθούν μια στρατηγική αλληλεπίδρασης. Οι παίκτες δεν είναι υποχρεωτικά αντίπαλοι, μπορεί να είναι και συνεργάτες, που όμως αποσκοπούν να πετύχουν το καλύτερο αποτέλεσμα καθένας για τον εαυτό του ή την ομάδα του, συνδυάζοντας τη μικρότερη δυνατή βλάβη με τη μεγαλύτερη δυνατή ωφέλεια. Κάτι σαν το «εγωιστικό γονίδιο» του Ρίτσαρντ Ντόκινς, που αναγκάζεται να γίνει και λόγω συμφέροντος συνεργατικό. To «κακό» είναι ότι για να εφαρμοστεί με επιτυχία χρειάζεται αμφότερες οι «πλευρές» αφενός να έχουν μια σχετική ισορροπία δυνάμεων, αφετέρου να σκέφτονται και να δρουν στοιχειωδώς ορθολογικά, όπερ δεν εγγυάται κανείς και, πάντως, δεν χαρακτήρισε ακριβώς καμία πλευρά στον διαπραγματευτικό μαραθώνιο Ελλάδας-εταίρων, που επανέρχεται συχνά-πυκνά στην επικαιρότητα χάρη και στον λαλίστατο πρώην υπουργό Οικονομικών: το «αντίπαλο» τρένο όχι μόνο δεν έστριψε σαν ζύγωσε το «δικό μας» αλλά το σανίδωσε... Θα μπορούσε, άραγε, να έχει γίνει διαφορετικά; Ίσως, όμως η Ιστορία δεν γράφεται με υποθέσεις.
Γιατί είναι η τέχνη που μπορεί ενδεχομένως να δίνει εξηγήσεις εκεί όπου λογική και επιστήμη «σκαλώνουν». Υπόψη κιόλας πως ο Υπέροχος Άνθρωπος, η κινηματογραφική εκδοχή του Νας που ενσάρκωσε ο Ράσελ Κρόου, κατέρρευσε διανοητικά σαν άρχισε να βλέπει παντού συνωμότες...
Αν τώρα οι «διάδικοι» (κυβέρνηση-απεργοί) δοκίμαζαν να εφαρμόσουν τη θεωρία αυτή στην τρέχουσα απεργιακή επικαιρότητα, πιθανόν να καταφέρναμε μια ευρύτερη κοινωνική συναίνεση, σαν εκείνη της «χρυσής» περιόδου της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας: οι εργαζόμενοι και οι συνδικαλιστικοί τους εκπρόσωποι θα επεδείκνυαν «αυτοσυγκράτηση» και πνεύμα διαταξικής συνεργασίας, αποδεχόμενοι μειώσεις και περικοπές έναντι κάποιων σχετικά «ισοδύναμων» ανταποδοτικών ανταλλαγμάτων. Τα οποία, όμως, είναι ανύπαρκτα σε μια Ελλάδα όπου οι σπουδές, οι δεξιότητες, οι ποιότητες και ο καθημερινός σου μόχθος, που σε φέρνει στατιστικά τρίτο στον κόσμο σε εργατοώρες, όχι μόνο δεν επιβραβεύονται ανάλογα αλλά ούτε καν συγκινούν τον μέσο εργοδότη, ενώ ταυτόχρονα το διαρκές «τσουνάμι» φόρων και κρατήσεων δεν εγγυάται στο παραμικρό ότι θα έχεις μια στοιχειώδη, έστω, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ή ότι θα λάβεις κάποτε μια βιώσιμη σύνταξη. Με μια σειρά επιπόλαιες προεκλογικές υποσχέσεις «καπνό», τη στρόφιγγα των παροχών ερμητικά κλειστή και μια σειρά «χαράτσια» που κάνουν τους ανάλγητους φεουδάρχες του Μεσαίωνα να φαντάζουν περίπου σοσιαλιστές, η μετωπική σύγκρουση είναι προδιαγεγραμμένη και με αμφίβολους νικητές. Οφείλεται, δε, τόσο στον «ανορθολογισμό» των δύο πλευρών όσο και στο ότι το «κλήμα» (τόσο το μνημονιακό αποικιακό όσο και το εδώδιμο μεταπολιτευτικό) ήταν εξαρχής στραβό, πριν καν αρχίσει να το μασουλάει λαίμαργα ο γάιδαρος.
Δυστυχώς, η λεγόμενη «Ισορροπία του Νας» (ένας τρόπος επίλυσης μη συνεργατικών μαθηματικών παιχνιδιών που καταρρίπτει τον δογματισμό της ατομικιστικής ορθολογικότητας) δεν... επετεύχθη ούτε στα καλλιτεχνικά μας πράγματα. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού, υποκύπτοντας σε έξωθεν πιέσεις μιας κακώς νοούμενης ως κοινής γνώμης μειονότητας των άκρων, σκοταδιστικών ή «πεφωτισμένων», παρά με κάποια συνωμοσία εκπορευόμενη από αλλότρια κέντρα αποφάσεων, κατέβασε, λίγο προτού λήξει, την ομώνυμη παράσταση βασισμένη σε κείμενα Καμί και Ξηρού, επικαλούμενος «απειλές» που είχε δεχτεί το θέατρο. Θα μπορούσε, ως ώφειλε, να υπερασπιστεί την ελευθερία της καλλιτεχνικής δημιουργίας, διοργανώνοντας ταυτόχρονα –εφόσον θεωρούσε βάσιμες τις αντιδράσεις– ένα ανοιχτό φόρουμ ανταλλαγής απόψεων σχετικά με το κατά πόσο η τέχνη «υπηρετεί» την τρομοκρατία και το έγκλημα σαν παίρνει αφορμές κι εμπνεύσεις από τέτοια φαινόμενα (καθώς επίσης και ποιος και πώς ορίζει τι σημαίνουν κάθε φορά αυτά), κάτι που βέβαια αποτελεί κανόνα ήδη από το Έπος του Γκιλγκαμές (3η χιλιετία π.Χ.) και κανέναν δεν παραξενεύει, εκτός κι έχει τη μύγα, που λένε. Γιατί είναι η τέχνη που μπορεί ενδεχομένως να δίνει εξηγήσεις εκεί όπου λογική και επιστήμη «σκαλώνουν». Υπόψη κιόλας πως ο Υπέροχος Άνθρωπος, η κινηματογραφική εκδοχή του Νας που ενσάρκωσε ο Ράσελ Κρόου, κατέρρευσε διανοητικά σαν άρχισε να βλέπει παντού συνωμότες...