«Αλληλέγγυος»: Ένας όρος που μέχρι πρότινος χρησιμοποιούνταν μάλλον περιθωριακά, συνήθως στον αριστερό και Α/Α χώρο, ώσπου το προσφυγικό/μεταναστευτικό έγινε αφορμή να περάσει στο καθημερινό λεξιλόγιο, να ενσωματωθεί ακόμα και στον κυρίαρχο λόγο – αρχικά με θετική χροιά, εσχάτως όμως με αμφιλεγόμενη έως αρνητική, για να φτάσουν οι αλληλέγγυοι να συγκρίνονται με τους «μπάχαλους», τους παρακρατικούς (!) και τους διαρκώς μεταλλασσόμενους «γνωστούς-αγνώστους».
Ενώ, λοιπόν, μέχρι πρόσφατα άπαντες επαινούσαν τους Έλληνες και ξένους εθελοντές, ακτιβιστές κ.λπ. αλληλέγγυους, εξαίροντας το πόσο συνέδραμαν ή και υποκατέστησαν πλήρως μια επιεικώς ανέτοιμη κι ανεπαρκή πολιτεία στην αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που δημιούργησαν τα αλλεπάλληλα κύματα προσφύγων και μεταναστών –φαντάσου μόνο πώς θα ήταν η κατάσταση δίχως εκείνους–, τελευταία όλος αυτός ο κόσμος στοχοποιείται από πολλά μεγάλα ΜΜΕ και πολιτικούς παράγοντες. Ακόμα και κυβερνητικούς, που συχνά-πυκνά στο πρόσφατο παρελθόν βρέθηκαν στο ίδιο «χαράκωμα» με τους σημερινούς «προβοκάτορες».
Οι αλληλέγγυοι δεν είναι πια οι «καλοί Σαμαρείτες» αλλά σωστοί «πράκτορες του χάους»: χειραγωγούν και ξεσηκώνουν τους μετανάστες, παρακινούν σε πολιτική ανυπακοή, καταλήψεις δημόσιων χώρων και υποδομών, υποδαυλίζουν επεισόδια, μοιράζουν ύποπτες μπροσούρες και χάρτες, ξηλώνουν φράχτες, προκαλούν μέχρι μεθοριακά επεισόδια.
Οι αλληλέγγυοι δεν είναι πια οι «καλοί Σαμαρείτες» αλλά σωστοί «πράκτορες του χάους»: χειραγωγούν και ξεσηκώνουν τους μετανάστες, παρακινούν σε πολιτική ανυπακοή, καταλήψεις δημόσιων χώρων και υποδομών, υποδαυλίζουν επεισόδια, μοιράζουν ύποπτες μπροσούρες και χάρτες, ξηλώνουν φράχτες, προκαλούν μέχρι μεθοριακά επεισόδια. Η δράση τους πλέον παρεμποδίζεται, οι προθέσεις τους συκοφαντούνται, υποβάλλονται σε αστυνομικούς ελέγχους, συλλαμβάνονται με αστείες αφορμές, όπως η κατοχή μαχαιριού (κουζίνας) ή σπρέι πιπεριού, κατηγορούνται για πολιτική προπαγάνδα, «προσηλυτισμό», υποκίνηση ταραχών, μέχρι όργανα του Σόρος και άλλων «ξένων κέντρων αποφάσεων» (μπρρρ!) χαρακτηρίζονται. Παράλληλα, εκδηλώνεται μια ρατσιστική οπτική που αντιμετωπίζει πρόσφυγες και μετανάστες σαν έναν συρφετό άβουλων όντων, έρμαιων στις διαθέσεις των «πατρόνων» τους.
Τούτη η όχι ακριβώς αιφνίδια μεταστροφή στον κυρίαρχο λόγο συνέβη βασικά επειδή, μετά τις συμφωνίες για επαναπροώθηση και «σφράγισμα» των συνόρων, οι λογής αλληλέγγυοι έχουν καταστεί «περιττοί», αν όχι ενοχλητικοί. Εξακολουθούν, βλέπεις, να προβάλλουν και να διεκδικούν δικαιώματα και αξίες χωρίς εκπτώσεις, χαλώντας έτσι την πανευρωπαϊκή συναινετική «μαγιά». Άσε που τέτοιες δράσεις δημιουργούν «κακό προηγούμενο» και για άλλα κοινωνικά ζητήματα... Εξαιρούνται μόνο όσοι διαθέτουν «επίσημες» διαπιστεύσεις, τσιμπάνε κοινοτικά κονδύλια και συνεργάζονται αγαστά με τις Αρχές, χωρίς «γκρίνιες», ή έχουν προσφορά αναντικατάστατη, όπως π.χ. οι διάφοροι εθελοντές γιατροί, που κι αυτοί δυσκολεύονται πολύ πια να ανταποκριθούν στο υπό εξέλιξη «μάντρωμα» 50.000 ψυχών – αριθμό που επαναλαμβάνουν διαρκώς με δέος από τα ακροδεξιά μέχρι τα κυρίαρχα ΜΜΕ, λες και μια ολόκληρη Ελλάδα των 11 εκατ. κατοίκων δεν μπορεί να χωρέσει προσωρινά, πόσο μάλλον να αφομοιώσει μια «πόλη» που δεν ξεπερνά σε πληθυσμό τη Λαμία, που δεν θα γέμιζε καν το ΟΑΚΑ σε ντέρμπι κορυφής, καθώς σχολίαζε φίλος αλληλέγγυος!
Αποκλείεται, άραγε, να υπάρχουν αλληλέγγυοι που ενδιαφέρονται περισσότερο να προωθήσουν τη δική τους ιδεολογική και πολιτική ατζέντα παρά για τις πραγματικές ανάγκες, τις επιθυμίες και τις προτεραιότητες του εκάστοτε κοινωνικού «υποκειμένου»; Όχι, σε όλα τα κινήματα θα συναντήσεις τύπους που δρουν πατερναλιστικά, θεωρώντας ότι έτσι θα μεταλαμπαδεύσουν στους εργαζόμενους, στους έγχρωμους, στις γυναίκες, στους γκέι, στους πρόσφυγες και στους μετανάστες σήμερα τη «δέουσα» κοινωνική και ταξική συνείδηση. Άνθρωποι, όμως, που έχουν υποφέρει τα πάνδεινα από αυταρχικά, εξτρεμιστικά θρησκευτικά και ιδεολογικά δόγματα, όπως οι περισσότεροι νεοαφιχθέντες, έχουν, νομίζω, τη στοιχειώδη κριτική ικανότητα να ξεχωρίσουν ποιοι τους στηρίζουν για εκείνους ή για πάρτη τους. Αναμενόμενο είναι, έπειτα, σε όλη αυτή την πανσπερμία των εμπλεκόμενων στο προσφυγικό οργανώσεων και ΜΚΟ να υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και να απαντούν άτομα ή ομάδες με όχι εντελώς ανιδιοτελή κίνητρα – αυτά, όμως, συμβαίνουν παντού και πάντα κι εδώ πράγματι μια αμερόληπτη, αντικειμενική καταγραφή θα βοηθούσε, αρκεί φυσικά να υπάρξουν προϋποθέσεις γι' αυτήν. Αλλά, αλίμονο, ούτε η επίσημη πολιτεία πείθει ότι αξίζει να την εμπιστεύεται κανείς περισσότερο.
Σε κάθε περίπτωση, τίποτα δεν ακυρώνει την ανεκτίμητη προσφορά, το τιτάνιο έργο αλλά και τον γενικότερο θετικό κοινωνικό αντίκτυπο της συντριπτικής πλειονότητας όσων καθημερινών ανθρώπων προτίμησαν να ξεβολέψουν τον εαυτό και τη φάση τους για να προσφέρουν ό,τι μπορούν. Που βρέθηκαν δίπλα σε μικρά παιδιά, οικογένειες, ηλικιωμένους, πεινασμένους, αρρώστους, ανήμπορους, που δείξανε ότι η αλληλεγγύη των μη προνομιούχων διαφέρει από τη χρυσοποίκιλτη, «αφ' υψηλού» ελεημοσύνη τόσο στις προθέσεις όσο κι επειδή, εκτός από «όπλο», είναι επίσης βάσανο, δόσιμο και ξόδι, ακριβώς όπως είναι ταυτόχρονα χαρά, ευφροσύνη και παρακαταθήκη ότι, τελικά, ναι, ένας αλλιώτικος κόσμος μπορεί και πρέπει να είναι εφικτός.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση της LIFO.
σχόλια