Από τον Εργένη
Ημέρα ανεργίας #5.
Σήμερα είπα να αντιμετωπίσω τη ζωή με αισιοδοξία.
Σηκώθηκα. Δεν ξυρίστηκα. Τόσα χρόνια πλυμένος, ντυμένος, ξυρισμένος από τις 7 στο πόδι ούτε φαντάρος. Κόντρα στην κόντρα ρε.
Πήρα το Θωμά να παμε για καφέ και να πούμε καμιά μαλακία για τον Ολυμπιακό και τις γκόμενες.Είχα να τον δω καιρό -από τότε που έκανε τη Βάσω. Κανά χρόνο δηλαδή. Τι λες ρε φίλε, πολύς καιρός. Ήμουν απορροφημένος από τη δουλειά.
Έβαλα ένα πουκαμισάκι, τζινάκι, ελευθερία - μού μύρισε σαν αφτερσέιβ.
Ώρα 12 15. Εκεί Φολεγάνδρου κι Αχαρνών κόσμος μαζεμένος. 10 μπάτσοι πάνω από ένα δυστυχο Κογκολέζο δεμένο χειροπόδαρα. Κάθονται από πάνω του και τον χαζεύουν. Να τού ρίξουνε κλώτσο ή όχι.
"Τι έκανε ρε παιδιά;". Δεν ξερανε. Μια χοντρή φώναζε στους ΔΙΑΣ "προσέξτε παλικάρια μην κολλήσετε τίποτα. Αυτοί έχουν αρρώστιες!"
Ορίστε; "Ναι ναι" η χορωδία. Μάλλον δεν ακούω καλά. Ένα τσογλανάκι 25 χρονών το πολύ του ρίχνει νερό στη μούρη και φωνάζει στρατόκαυλα"Τι έγινε ρε; Βατραχάνθρωπος είσαι;"
Συνεχίζω να μενω στηλη άλατος. Πλησιάζω μια κοκκινομάλλα μπατσίνα: "Ξέρει κανείς γαλλικά; Είναι από το Κογκό, αν του μιλήσεις γαλλικά θα σε καταλάβει".
Το παγωμένο ξυλάγκουρο απαντάει "εμείς μιλάμε το πολύ αγγλικά". Το πολύ αγγλικά. Και μετά βίας ελληνικά θα λεγα.
Πάω να τού μιλήσω στα γαλλικά, ένα δίμετρο ντουλάπι από την επαρχία μού λεει "Άντε φύγε τώρα από δω... Όχι για να ξέρετε τι τραβάμε. Την επόμενη φορά θα χρεώσω 5ευρώ το θέαμα να βγάλω και κανά φράγκο".
Και ρε μαλάκα αυτός έχει δουλειά κι εγώ μόλις απολύθηκα! Αυτό το άξεστο έπιπλο. Φεύγω. "Μην τον χτυπήσετε" λέω στη μπατσίνα. Με κοιτάζει με το βλέμμα στο κενο. Τσιμουδιά. Κατηφορίζω.
Με ρωτάει ένας παππούς τι γίνεται. "Το μίσος εξαπλώνεται στην πόλη" τού λέω. Κουνάει ο κεφάλι του κι αλλάζει πεζοδρόμιο. Βγάζω το κινητό. Θέλω να πάρω τη Δέσποινα τηλέφωνο. Νιώθω ήττα. Δεν απαντάει. Νιώθω ήττα διπλή. Οι μέρες της ανεργίας και τού μίσους είναι μόνο στην αρχή.
σχόλια