«Για μια χρονιά στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ο Bill Holt έζησε το πραγματικό αμερικάνικο όνειρο: παράτησε τη δουλειά του για να κάνει κάτι που αγαπάει. Λίγο πριν πάψει να είναι 20άρης, αποφάσισε να παρατήσει τη δουλειά του και να δοκιμάσει μια καριέρα στη μουσική, χωρίς να έχει καμία προηγούμενη εμπειρία. Χώθηκε στο υπόγειό του μαζί με μια ακουστική κιθάρα, λίγες χορδές, ένα Moog συνθεσάιζερ και κάποιες ηλεκτρονικές συσκευές και έφτιαξε αυτό που θα γινόταν το μόνο του κατόρθωμα: το Dreamies». Αυτά έγραφε το Pitchfork όταν είχε –επιτέλους- κυκλοφορήσει ο δίσκος το 2006, 43 χρόνια από την ημέρα που φτιάχτηκε. Τον είχαν βαθμολογήσει με 8,7.
Ο δίσκος ήταν ένας θρίαμβος του Holt που έφτιαξε μόνος του κάτι που ήταν «σαν συνέχεια σε ό,τι έκαναν οι Beatles στο ‘Revolution #9’» και θυμίζει τους Residents και όσα έκαναν οι Mercury Rev στην αρχή, ή αυτό που κάνουν σήμερα οι Olivia Tremor Control. Οφείλει επίσης πολλά στα “Williams Mix” και “Fontana Mix” του John Cage.
Ο Holt σάμπλαρε ψυχεδελικά κομμάτια κι έφτιαξε ένα δίσκο με δυο μεγάλα κομμάτια μοιρασμένα σε δυο πλευρές, που ονόμασε απλά Program Ten και Program Eleven. Κανείς δεν είχε ακούσει το δίσκο μέχρι το 2000 που τον κυκλοφόρησε η Gear Fab σε περιορισμένο αριθμό. Μέχρι τότε ήταν ψηλά στη λίστα με τα «χαμένα αριστουργήματα».
Το concept του δίσκου βασίζεται σε μία αλληλουχία κατασκευασμένων ονείρων, ένας όρος που διάβασε ο Holt στην σύντομη ιστορία “Dreaming is a Private Thing” του Ισαάκ Ασίμοφ.
O Bill Holt εξακολουθεί να φτιάχνει μουσική, στο Dreamies.com website υπάρχει καινούργιο υλικό του και πολιτικά σχόλια, ενώ μία νέα έκδοση του δίσκου σε βινύλιο μόλις κυκλοφόρησε από την Out-Sider Records.
σχόλια