Χριστίνα. Χριστινάκι. Χριστινούλα. Christie. Πένγκα. (Από το “πιγκουίνος”-το αγαπημένο μας δίποδο)

Χριστίνα. Χριστινάκι. Χριστινούλα. Christie. Πένγκα. (Από το “πιγκουίνος”-το αγαπημένο μας δίποδο) Facebook Twitter
2

Η Χριστίνα είναι μία από τις 3 “αδερφές” μου, 3 κορίτσια τα οποία, αν και δεν ονομάζω “κολλητές”, νιώθω οικογένειά μου. Πώς άλλωστε να είναι “κολλητές” όταν η μία είναι Κύπρο και η άλλη Αγγλία. Μόνο η τρίτη είναι στην Ελλαδίτσα μας μαζί μου. Αν και το όποιο πρόβλημα δεν είναι στα χιλιόμετρα, αλλά στον τίτλο.

Με τη Χριστίνα γνωριστήκαμε το 2010 στο Reading της Αγγλίας, όταν μετακομίσαμε εκεί για το πολυπόθητο μεταπτυχιακό μας. Ήταν η πρώτη που συνάντησα στο μάθημα γνωριμίας με συμμαθητές και καθηγητές. Κύπρια η Χριστίνα, κορίτσι έξω καρδιά-αλλά μόνο όταν τη γνωρίσεις καλά, χαρωπή, τρελιάρα· κάτι σαν κι εμένα δηλαδή. Λογικό κι επόμενο να ταιριάξουμε κατευθείαν, δεν θέλαμε και πολύ.

 

Βόλτες στο χειμωνιάτικο Reading, εξορμήσεις στο κοντινό “Λονδινάκι μας”, μαραθώνιοι διαβάσματος στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου, πνιχτά γέλια με τις αταξίες της Χριστίνας, η οποία είχε βαλθεί να παίρνει μαζί της στη βιβλιοθήκη καφέ στο χέρι, κάτι που απαγορευόταν δια ροπάλου. Και να σου οι δύο τρελές να προσπαθούν να αποφύγουν τον σεκιουριτά ανάμεσα στους διαδρόμους με τα βιβλία. Harry Potter καταστάσεις, ο αόρατος μανδύας μας έλειπε μόνο κι ένα ραβδί. Τρέλες και βλακείες μέχρι εκεί που δεν πάει. Έκανε ίσως μπαμ μέσα σ' όλο αυτό το “φλεγματικό” τοπίο το ότι ανήκαμε στη Μεσόγειο οι δυο μας.

Αγαπημένο μας μέρος το Picnic, ένα μικρό καφέ στην καρδιά της πόλης, καμία σχέση με τα τυποποιημένα Starbucks και Costa από δίπλα. Ένα καφενεδάκι βγαλμένο σαν από ταινία. Με ρετρό πινελιές, έντονο φιστικί χρώμα, παλιά κασετόφωνα, και τη διαδεδομένη πλέον βιτρίνα με τις τάρτες που τόσο λιμπιζόμασταν σε κάθε μας επίσκεψη και 9 στις 10 φορές συνόδευαν το cappuccino μας.

 

Αγαπημένη εποχή εκείνης της φοιτητικής χρονιάς οι γιορτές των Χριστουγέννων, καλή ώρα 3 χρόνια πριν. Εγώ δε θα γυρνούσα Ελλάδα, είχα ανέκαθεν αυτή την “αποστροφή” προς τη χώρα μου. Η Χριστίνα είχε κλείσει αεροπορικά για Κύπρο, αλλά δεν είχε έρθει ακόμα η ώρα του αποχωρισμού. 17 Δεκεμβρίου, Σάββατο, μία μέρα μετά την τελευταία εξέτασή μας στη Γραμματική της Αγγλικής. Χαρά που οι διακοπές ήταν στην αρχή τους, μετά από 3 βασανιστικούς μήνες καρφωμένου κώλου στην καρέκλα κι ένα μυαλό γεμάτο κανόνες φωνολογίας και κοινωνιολογικές έννοιες. Ξεκινήσαμε πρωί πρωί για καφέ και ψώνια, το χιόνι άφθονο και παγωμένο, αγκαζέ οι δύο πιγκουίνες, να προσπαθούμε να μη σαβουρδιστούμε, και με μια υπέροχη βρογχίτιδα 3ου βαθμού (αν αυτό υπάρχει) εγώ, αλλά απτόητες. Πρώτος σταθμός Pret A Manger, μιας και το Picnic ήταν γεμάτο. Καφές, τσάι, και σαντουιτσάκια, περιοδικά Look γιατί έπρεπε να μάθουμε τι γίνεται με τη μέλλουσα τότε γυναίκα του William, και φυσικά γέλια. Και βηχαλάκι. Πολύ βηχαλάκι. Στη συνέχεια βόλτα στα μαγαζιά για χριστουγεννιάτικες αγορές, κραγιόν και γνωστές λοιπές γυναικείες βλακειούλες από το ένα και μοναδικό εμπορικό Oracle, καθώς κι ένα πέρασμα από το φαντασμαγορικό House of Fraser, απλά και μόνο για να βιώσουμε στο πετσί μας την απογοήτευση του να μην μπορούμε να αγοράσουμε όλα εκείνα τα Ted Baker συνολάκια. Βλέπεις, τότε ήμασταν ακόμα φοιτητριούλες, αγκιστρωμένες στην οικογένεια για χαρτζιλίκι, βάλε και την αρχή της κρίσης, δεν ήμασταν για πολλά πολλά. Κλασικά επόμενη στάση το Poundland, ο δικός μας παράδεισος. Όλα με μία λιρίτσα, και τελικά φασούλι το φασούλι γέμιζε το σακούλι χωρίς να το καταλάβουμε. Ύπουλη αυτή η αλυσίδα, αλλά ακόμα περιμένω πότε θα ξαναβρεθώ Αγγλία για να κάνω μια βολτίτσα στη “χώρα της λίρας”. Τελευταίος σταθμός το γνωστό Sainsbury's. Η χαρά του super market. Ακόμα θυμάμαι τη mozzarella, το βαλσάμικο ξύδι, και τα ψωμάκια με σκόρδο που είχαμε προμηθευτεί. Η μέρα θα έκλεινε με δείπνο στην κουζίνα της εστίας μου, το αγαπημένο Sherfield Hall. Η σκορδίλα από τα ψωμάκια ήταν ανυπόφορη φυσικά, αλλά κι αυτό το αντιμετωπίσαμε με τρέλα και γέλιο, χαλαρά κι ωραία.

 

Έτσι ήμασταν με τη Χριστίνα. Κι έτσι είμαστε κάθε φορά που βρισκόμαστε, δηλαδή μία φορά το εξάμηνο. Το έχουμε οργανώσει έτσι, ώστε να μη χαθούμε, να μη μας φάει αυτή η άτιμη η απόσταση. Travel buddies, οργώσαμε το Ηνωμένο Βασίλειο τότε και αποφασίσαμε κάθε χρόνο να βγαίνουμε εξωτερικό για να κερδίζουμε το χαμένο χρόνο και να θυμόμαστε τα παλιά. Πήγα Κύπρο και ήρθε Ελλάδα. Η τελευταία φορά που την είδα ήταν τον προηγούμενο Ιανουάριο, σχεδόν ένα χρόνο πριν. Βερολίνο ήταν τότε ο προορισμός και θυμήθηκα ακόμη μία φορά πόσο αγαπώ αυτό το κορίτσι και πόσο τέλεια περνάω κάθε φορά που βρισκόμαστε. Φύσει απαισιόδοξη και μελαγχολική εγώ, η Χριστίνα είναι ο ισορροπιστής της σχέσης μας. “Όλα θα πάνε καλά Χαρουλίτα, εγώ σ' αγαπώ, άστους τους άλλους”. Τόσο κλισέ, αλήθεια. Κι όμως, πιάνει πάντα. Ή σχεδόν πάντα.

 

Η Χριστίνα έχασε “κάτι” πριν λίγες μέρες. Ξαφνικά. Αυτά τα ξαφνικά είναι τα ύπουλα. Αυτά τα ξαφνικά είναι που πονάνε πιο πολύ. Σε σοκάρουν. Δε σ' αφήνουν να συνειδητοποιήσεις τι έχει συμβεί και τι θα γίνει στη συνέχεια. Σε παραλύουν. Δεν ξέρω σε τι βαθμό κατάφερα κι εγώ να παραλύσω μαζί με τη Χριστίνα. Αλλά σίγουρα η απόσταση δεν έπαιξε ρόλο.

 

Σαφέστατα και οι συγκεκριμένες αράδες έχουν εγωιστικό χαρακτήρα. Σαφέστατα κι έχουν ως αυτοσκοπό το να νιώσει η Χριστίνα καλύτερα, και μέσα από τη Χριστίνα κι εγώ. Σαφέστατα κι έτσι είναι οι ανθρώπινες σχέσεις. Να 'ναι καλά η Κοινωνιογλωσσολογία.

 

Υ.Γ. “Όλα θα πάνε καλά πενγκάκι, εγώ σ' αγαπώ. Και τώρα σ' αφήνω γιατί πρέπει να ψάξω εισιτήρια Θεσσαλονίκη-Λεμεσό. Το φάγαμε το εξάμηνο.”



Ellie-Joy

2

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

1 σχόλια