Άναυδος έμεινε ο 32χρονος Γιάννης Παπακώστας όταν άκουσε την ετυμηγορία του Α’ Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών (ΜΟΕ), στις 14 Φεβρουαρίου 2014. Το ΜΟΕ ομόφωνα μεν επικύρωνε την επίσης ομόφωνη πρωτόδικη καταδίκη του 53χρονου συνταξιούχου πια αστυνομικού Χρήστου Ευθυμίου για τα κατά συρροή βασανιστήρια με ηλεκτροσόκ (Άρθρα 137Α παρ. 1 στοιχ. α΄ και 2, 137Β παρ. 1 στοιχ. α και 138Γ Π.Κ.) που είχε κάνει στις 14 Αυγούστου 2002 στο Αστυνομικό Τμήμα Ασπροπύργου σε αυτόν (που ήταν τότε 20χρονος φαντάρος) και σε έναν τότε άγνωστό του, τον τότε 17χρονο Γιώργο Σιδηρόπουλο,όταν είχαν προσαχθείγια βεβαίωσηπαραβάσεωντου ΚΟΚ.
Ομόφωνα όμως το ΜΟΕ ανέτρεπε την πρωτόδικη ποινή κάθειρξης 6 ετών με παράλληλη 10χρονη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του και τη μετέτρεπε σε ποινή φυλάκισης 5 ετών, την οποία μετέτρεπε σε χρηματική με το ελάχιστο ποσό των 5 ευρώ την ημέρα (το άρθρο 82 παράγραφος 3 ΠΚ αναφέρει εύρος 5-100 ευρώ) και με το μεγαλύτερο δυνατό αριθμό 36 μηναίων δόσεων (το άρθρο 82 παράγραφος 4 ΠΚ αναφέρει εύρος 24-36 μηνών) για την καταβολή του που μάλιστα δεν θα άρχιζαν αμέσως αλλά από 1 Απριλίου 2014. Αντί λοιπόν να πάει φυλακή για τουλάχιστο 2 χρόνια, ο βασανιστής έφυγε ελεύθερος σπίτι του με τη μόνη υποχρέωση να πληρώνει για τρία χρόνια περί τα 500 ευρώ το μήνα. Με αυτό τον τρόπο λοιπόν «τιμώρησε» η Ελλάδα το μοναδικό αστυνομικό που καταδικάστηκε τελεσίδικα για βασανιστήρια από τότε που νομοθετήθηκαν τα σχετικά άρθρα 137Α-Δ το 1984. Τα θύματα των βασανιστηρίων αισθάνθηκαν –και δικαιολογημένα- πως η δικαιοσύνη τους κορόιδευε.
Αυτή την «εξοντωτική» ποινή μάλιστα η δικαιοσύνη την επέβαλε μάλιστα 12 χρόνια μετά τα βασανιστήρια. Όπως αποφάνθηκε στις 28 Ιανουαρίου 2014 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) στην Υπόθεση Camekan κατά Τουρκίας (τραυματισμός διαδηλωτή) «με δεδομένη την πολύ σημαντική αυτή καθυστέρηση στη διαδικασία ενώπιον των εγχώριων δικαστικών αρχών –όπου ακόμα η υπόθεση εκκρεμεί [επί 13 χρόνια]- οι τουρκικές αρχές δεν ενήργησαν με επαρκή ταχύτητα και εύλογη σπουδή, για αυτό υπάρχει παραβίαση της υποχρέωσης που απορρέει από το διαδικαστικό σκέλος του άρθρου 2 της Σύμβασης»[1] (δικαίωμα στη ζωή.) Ανάλογη υποχρέωση απορρέει και από το διαδικαστικό σκέλος του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) (απαγόρευση βασανιστηρίων). Άρα, στην εκκρεμούσα ενώπιον του ΕΔΔΑ από το Μάιο 2010 προσφυγή των Παπακώστα και Σιδηρόπουλου μέσω του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ), ελπίζεται πως το ΕΔΔΑ θα βγάλει ανάλογη απόφαση για την υπόθεση αυτή που μπορεί στο μεταξύ να πάει και στον Άρειο Πάγο αν το επιδιώξει ο βασανιστής και άρα να καθυστερήσει περισσότερο μέχρι η καταδίκη να γίνει αμετάκλητη.
Το ΕΔΔΑ θα συνεκτιμήσει και το γεγονός πως μεταξύ της πρωτόδικης καταδίκης από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών (ΜΟΔ) στις 13 Δεκεμβρίου 2011, εννεάμισυ χρόνια μετά τα βασανιστήρια, και της καθαρογραφής της απόφασης το καλοκαίρι του 2013 πέρασαν 19-20 μήνες. Όπως και ότι χρειάστηκε αναφορά του ΕΠΣΕ στην Πρόεδρο του Αρείου Πάγου στις 20 Ιουνίου 2013 για να καθαρογραφούν το καλοκαίρι του 2013 τρεις χρονίζουσες πάνω από ένα χρόνο αποφάσεις (μεταξύ των οποίων και η απόφαση του ΜΟΔ για το βασανιστή) και να ασκηθούν πειθαρχικές αγωγές κατά των δύο προεδρευόντων δικαστών που τις κρατούσαν στα συρτάρια τους για τόσο μεγάλο διάστημα (την τρίτη απόφαση δεν την έχει γράψει ο γραμματέας και έτσι γλύτωσε την πειθαρχική αγωγή ο πρόεδρος).
Ο ελεγχόμενος μόνο για την καθυστέρηση της καθαρογραφής της πρωτόδικης απόφασης πρόεδρος του ΜΟΔ είναι πάντως υπεύθυνος και για τη χαμηλή πρωτόδικη ποινή των έξι χρόνων κάθειρξη. Στις 13 Δεκεμβρίου 2011 είχε πει από έδρας πως «με φιλάγαθη διάθεση» το ΜΟΔ επέβαλε στον καταδικασθέντα αρχικά την ελάχιστη ποινή των πέντε ετών για καθεμιά από τις δύο πράξεις του και τελικά κατά συγχώνευση τη συνολική ποινή έξι ετών για τις δύο πράξεις συνοδευόμενη από δεκαετή στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του και με ανασταλτικό χαρακτήρα για την έφεση που έκανε αμέσως ο καταδικασθείς. Ο πρόεδρος στο τέλος δήλωσε τότε πως η ποινή που επιβλήθηκε έχει στόχο ο μεν καταδικασθείς να καταλάβει τον παράνομο χαρακτήρα της πράξης του οι δε αστυνομικοί γενικά να συνειδητοποιήσουν ότι παρόμοιες ενέργειες δεν επιτρέπεται να συμβαίνουν και πως αυτή η ποινή δεν στρέφεται γενικά κατά της αστυνομίας.
Για να καταλάβει ο/η μέσος/η αναγνώστης/τρια την εξευτελιστικά χαμηλή ποινή στο βασανιστή αξίζει να αναφερθεί πως για βασανιστήρια με ηλεκτροσόκ η ποινή είναι 10-20 χρόνια για κάθε πράξη. Επειδή το ΜΟΔ αναγνώρισε το ελαφρυντικό ότι ο βασανιστής συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του (Άρθρο 84 παρ. 2 στοιχ. ε’ ΠΚ) –και το διάστημα ήταν μεγάλο λόγω καθυστέρησης της δικαιοσύνης-, η ποινή για κάθε πράξη μπορούσε να είναι κάθειρξη 5-12 χρόνια ή φυλάκιση 2-5 χρόνια.
Το ΜΟΔ επέβαλε τη χαμηλότερη ποινή κάθειρξης 5 χρόνων για την κάθε πράξη και στη συγχώνευση για τις δύο πράξεις επέλεξε τη μικρότερη δυνατή προσαύξηση του 1 χρόνου ενώ μπορούσε να φτάσει μέχρι 3 χρόνια. Το ΜΟΔ δηλαδή τιμώρησε το βασανιστή με τη μικρότερη δυνατή ποινή κάθειρξης των 6 χρόνων ενώ θα μπορούσε να επιβάλει μέχρι 21 χρόνια (12 + 9). Το ΜΟΕ ξεπέρασε σε επιείκεια το ΜΟΔ για να διασφαλίσει πως ο βασανιστής δεν θα πάει φυλακή. Του επέβαλε μόνο φυλάκιση (και όχι κάθειρξη) 4 ετών για κάθε πράξη και στη συγχώνευση επέλεξε πάλι τη μικρότερη δυνατή του 1 χρόνου ώστε η συνολική ποινή να μην ξεπεράσει το ανώτατο όριο για μετατροπή (5 χρόνια). Και όπως προαναφέραμε του έκανε και τη μεγαλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση να αποπληρώσει τη χρηματική ποινή σε 36 μήνες με το ελάχιστο ποσό εξαγορά των 5 ευρώ ανά ημέρα.
Για να ολοκληρωθεί η τραγελαφική εικόνα της εκδίκασης της υπόθεσης, πρέπει να αναφερθεί πως στις 14 Φεβρουαρίου 2014 το δικαστήριο εξέτασε το ένα θύμα (το Γιάννη Παπακώστα) –καθώς το δεύτερο ήταν στο εξωτερικό και εκπροσωπείτο από πληρεξούσιο δικηγόρο του ΕΠΣΕ- και τους απόστρατους στρατηγούς της ΕΛΑΣ Κωνσταντίνο Αποστολόπουλο και Ευάγγελο Δημητρουλάκο οι οποίοι όπως και στην πρωτόδικη δίκη ουσιαστικά ψευδόρκισαν υιοθετώντας τον ισχυρισμό του κατηγορουμένου πως τα σημάδια στα θύματα τα είχε προκαλέσει η κεραία ενός ασύρματου που είχε και όχι μηχάνημα για ηλεκτροσόκ (taser)! Η στάση τους αυτή στην ουσία ενοχοποίησε ολόκληρη την ΕΛ.ΑΣ. η οποία προσπάθησε κατά τη δωδεκαετία που πέρασε, ανεπιτυχώς, να σώσει το βασανιστή αστυνομικό της.
Πιθανώς να τον έσωζε με μετατροπή του αδικήματος από βασανιστήρια σε προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που είναι πλημμέλημα που τιμωρείτε με φυλάκιση 3-5 χρόνια αλλά μαζί με το παραπάνω ελαφρυντικό τιμωρείται με ποινή μέχρι το ελάχιστο της φυλάκισης (10 ημέρες).[2] Στην περίπτωση του βασανιστή όμως ανάλογη μετατροπή του αδικήματος σε πλημμέλημα θα οδηγούσε σε παραγραφή λόγω παρέλευσης της οκταετίας από το αδίκημα, και αυτό θα εξέθετε σε διώξεις τους δικαστικούς λειτουργούς που θα κρίνονταν υπεύθυνοι για την καθυστέρηση και άρα για την παραγραφή.
Τέλος, δικηγόρος του κατηγορούμενου στο ΜΟΕ ήταν ο πρώην βουλευτής Πέτρος Μαντούβαλος ο οποίος προφανώς επιτρέπεται να δικηγορεί, παρά την καταδίκη του σε κάθειρξη εφτά χρόνων για ξέπλυμα μαύρου χρήματος στο παραδικαστικό κύκλωμα στις 18 Ιουνίου 2013 («είχε δώσει το 2001, μέσω ενός συνεργάτη του, ποσό της τάξης των 20.000 ευρώ στον δικαστή κι επίσης κατηγορούμενο Ευάγγελο Καλούση προκειμένου να τύχει ευνοϊκής δικαστικής μεταχείρισης ένας πελάτης του»[3]), κατά της οποίας έχει ασκήσει έφεση που έχει ανασταλτικό χαρακτήρα.
[2] Ας θυμηθούμε πως για το βιασμό του πρόσφυγα Νεζάτι Ζοντούλ το 2001 δύο λιμενικοί καταδικάσθηκαν από το Αναθεωρητικό Ναυτοδικείο το 2006 σε ποινές 5-6 μηνών με μετατροπή σε χρηματική ποινή και στη συνέχεια καταδικάστηκε η Ελλάδα από το ΕΔΔΑ το 2012 για παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ (για απαγόρευση των βασανιστηρίων) επειδή θεώρησε την επιείκεια του ελληνικού δικαστηρίου δυσανάλογη προς το αδίκημα (http://www.nsk.gov.gr/webnsk/pdf.jsp?fileid=30873091)
σχόλια