Πρόκειται για ένα φαινόμενο που δίχασε την ίδια την lgbt κοινότητα, όταν στα τέλη της δεκαετίας του '80 μια μερίδα γκέι ακτιβιστών άρχισαν να υιοθετούν, τρόπον τινά, την πρακτική κάποιων σκανδαλοθηρικών εντύπων να «βγάζουν στη φόρα» επώνυμους ομοφυλόφιλους. Η λογική ήταν να υποχρεωθούν οι επώνυμοι γκέι και λεσβίες να δώσουν ένα τέλος στην υποκρισία και να στηρίξουν έμπρακτα τα lgbt δικαιώματα, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στη δημιουργία «θετικών προτύπων» για την κοινότητα. Αν και παρόμοιες πρακτικές είχε υιοθετήσει ο Χάρβεϊ Μιλκ ήδη από τη δεκαετία του '70, το πρώτο «επίσημο» ακτιβιστικό outing στις ΗΠΑ έκανε ο Ελληνοαμερικανός Μάικλ Πετρέλης τον Φεβρουάριο του '89 αποκαλύπτοντας δημόσια πως ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής του Όρεγκον Μαρκ Χάρτφιλντ, που είχε «τακιμιάσει» πολτικά με τον έξτρα ομοφοβικό συνάδελφό του Τζέσε Χελμς, ήταν αδερφή.
Σύντομα, δεκάδες πολιτικοί, ηθοποιοί και καλλιτέχνες που ως τότε κρύβονταν είδαν τις φάτσες τους σε μια σειρά ασπρόμαυρες αφίσες με την επωδό "Absolutely Queer", συχνά πλάι σε άλλους, εκουσίως «δηλωμένους» επώνυμους. Γνωστοί γκέι ακτιβιστές σε Αμερική κι Ευρώπη και οργανώσεις όπως το Outrage! και το Queer Nation υποστήριξαν ένθερμα την καμπάνια, ενόσω άλλοι στάθηκαν επιφυλακτικοί ως εχθρικοί: Αρνητικός υπήρξε αρχικά ο τότε εκδότης του περιοδικού Advocate Ρίτσαρντ Ριλάρντ, για «μελανοχίτωνες με άρωμα λεβάντας» έκανε λόγο ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Ράντι Σιλτς, αποτροπιαστικό έβρισκαν το «υποχρεωτικό» outing και τους θιασώτες του οι συντηρητικότεροι. «Γιατί, αλήθεια, το αν είσαι γκέι ανήκει στη σφαίρα του ιδιωτικού, ενώ το αν είσαι στρέιτ όχι;», αναρωτιόταν, αντίθετα, ο Μικελάντζελο Σινγκορίλ που έκανε το outing. «Η γκέι κοινότητα έχει κάθε δικαίωμα να αμυνθεί ενάντια σε όσα δημόσια πρόσωπα χρησιμοποιούν τη δύναμη και την επιρροή τους για να υποστηρίξουν επιβλαβείς γι΄αυτήν νομοθεσίες και πολιτικές», διακήρυσσε ο Πίτερ Τάτσελ. Βέβαια, το πώς ορίζει κάποιος τι ακριβώς σημαίνει «επιβλαβής» έχει αποδειχθεί σχετικό - σαν ομοφοβικοί π.χ. έχουν κάποτε χαρακτηριστεί ακόμα και άνθρωποι που απλώς διαφωνούν με τις κυρίαρχες θεωρήσεις και προτεραιότητες της λεγόμενης lgbt ατζέντας. Αναφερόμαστε, ωστόσο, σε μια εποχή που η ελέω AIDS αντιομοφυλόφιλη υστερία είχε αφενός ριζοσπαστικοποιήσει εκ νέου ένα σημαντικό κομμάτι του γκέι κινήματος και αφετέρου καθιστούσε επιτακτική την ανεύρεση περισσότερων επώνυμων «συμμάχων» ή έστω «συνενόχων» (το ντοκιμαντέρ Outrage που γύρισε ο Κίρμπι Ντικ το 2009 είναι αρκετά κατατοπιστικό σχετικά).
Ανάμεσα στους «ξεφωνημένους» βρέθηκαν δεκάδες κυβερνητικοί αξιωματούχοι, πολιτικοί, ιερωμένοι, εκδότες όπως ο Μάικλ Φορμπς και ηθοποιοί όπως ο Ρίτσαρντ Τσάμπερλεϊν, η Φάνι Φλαγκ και η Τζούντι Φόστερ, που λίγο μετά το «κάζο» έσπευσε να ομολογήσει δημόσια την ομοφυλοφιλία της. Στην πορεία, όμως, δημιουργήθηκαν προβληματισμοί: Πόσο θεμιτή είναι η επιθετική αυτή πρακτική και τι όρια έχει; Είναι ή όχι αναγκαίο να υπολογίζει κανείς το βαρύ κόστος που ίσως συνεπάγεται μια τέτοια αποκάλυψη για το «θύμα»; Εντέλει επικράτησε η άποψη ότι «κράζουμε» και «ξεμπροστιάζουμε» κατά προτεραιότητα όσους επώνυμους γκέι όχι μόνο κρύβονται αλλά επίσης σιωπούν ή συναινούν κιόλας σε ομοφοβικά φαινόμενα και πολιτικές.
Γεγονός είναι πως η απειλή του δημόσιου «ξεφωνήματος», μαζί βεβαίως με τη συντελεσθείσα έκτοτε πρόοδο ηθών και αντιλήψεων συν τα νέα δεδομένα που δημιούργησε το Διαδίκτυο (όπου μια φήμη ταξιδεύει πολύ γρηγορότερα και βρίσκει πολύ περισσότερους αποδέκτες) προκάλεσαν ένα «τσουνάμι» εκουσίου outing μέσα στα επόμενα χρόνια, από τον Τζορτζ Μάικλ, τον Ρίκι Μάρτιν και την Αν Πάκουιν μέχρι την πρωθυπουργό της Ισλανδίας και τους ανοικτά γκέι δημάρχους του Παρισιού και του Βερολίνου. Η τελευταία περίπτωση ήταν της ηθοποιού Έλεν Πέιτζ και το γεγονός ότι ακόμα και ορισμένοι υποτιθέμενοι προοδευτικοί «σνόμπαραν» στα εγχώρια κοινωνικά δίκτυα την πρωτοβουλία της, τη δικαιώνει ακόμα περισσότερο.
Για να επανέλθουμε στα «δικά μας», τώρα, που βρίσκονται εξελικτικά δυο-τρεις δεκαετίες πίσω, ενώ οι επώνυμοι γκέι και λεσβίες που έχουν αποτολμήσει να «δηλωθούν» δε γεμίζουν ούτε ταξί, ας σημειωθεί πως ως δήμαρχος Αθηναίων ο Νικήτας Κακλαμάνης απαξίωνε για χρόνια να θέσει υπό την αιγίδα του δήμου το Athens Pride - κάτι που εντέλει έκανε ο διάδοχός του Γιώργος Καμίνης, μολονότι κι εκείνος απέφυγε να εμφανιστεί τον Ιούνιο στην Κλαυθμώνος. Έκτοτε ο τέως δήμαρχος στιγματίστηκε για μεγάλο μέρος της κοινότητας, καθιστώντας έτσι το outing του Γρηγόρη Βαλλιανάτου απολύτως θεμιτό, άσχετα αν κάποιοι καταλόγισαν στον υποψήφιο της ΦΙΣ πολιτική υστεροβουλία και «ακτιβιστικό λαϊκισμό».
Eνώ λοιπόν στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες η πρακτική του outing ως ακτιβιστικού μέσου πίεσης έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί καθότι οι περισσότεροι επώνυμοι γκέι και λεσβίες – συνειδητά ή εξ ανάγκης - σπεύδουν πια να αυτοαποκαλυφθούν εγκαίρως, στηρίζοντας κιόλας, οι περισσότεροι εμπράκτως, τα lgbt δικαιώματα, σε χώρες όπως η Ελλάδα παραμένει επίκαιρη. Είναι ίσως και ζήτημα ηλικιακό – οι νεότερες γενιές βιώνουν πολύ διαφορετικά την ομοφυλοφιλία τους από τη γενιά του Κακλαμάνη. Ώσπου να εννοήσουμε λοιπόν ότι ναι, η ειλικρίνεια είναι πάντα η σοφότερη, δικαιότερη και σίγουρα η πιο απελευθερωτική επιλογή, ο καθένας, ας κοιμηθεί όπως έστρωσε.
σχόλια