Οι X MEN είναι με διαφορά οι συναρπαστικότεροι υπερήρωες, διότι, ενώ διαθέτουν υπερδυνάμεις, δεν είναι ακριβώς υπερήρωες- δηλαδή δεν είναι τίποτε, αν δεν είναι μαζί.
Μια φίλη που εμπιστεύομαι είδε το τελευταίο επεισόδιο των X-Men αρκετά νωρίς μου μετέφερε την αδιαφορία (ή την κούραση) της με ένα mail: "Μια ακόμη ταινία X-Men...".
Λόγω Καννών, άργησα να δω την ταινία"Ημέρες Ενός Ξεχασμένου Μέλλοντος". Χθες το προσκύνησα, έστω και καθυστερημένα: είναι το πιο εντυπωσιακό της σειράς, από πλευράς κλίμακας και καστ. Μαζεύτηκαν όλοι, νέοι και παλιοί, ακόμη και η Χάλι Μπέρι, που είχε μαλώσει με τον Μπράϊαν Σίνγκερ και τον αποχαιρέτησε λέγοντας, he can kiss my black ass. Οι μικρότεροι ρόλοι, σαν της Άνα Πάκουιν, είναι απλά περάσματα, και συνεχίζουν σε διάρκεια ή σημασία, όπως οι εμφανίσεις της Φάμκε Γιάνσεν και της Έλεν Πέϊτζ, και δυστυχώς, του Ίαν Μακέλεν, που τον ήθελα πιο ζωντανό, ώσπου φτάνουν στους πρωταγωνιστικούς, του Τζάκμαν, του Μακαβόϊ και της Λόρενς, που είναι συνολικά τόσο σοφά ενταγμένοι μέσα σε μια πλοκή δύο βασικών χρονικών γραμμών και πολλαπλών περιπετειών, που δε μπορώ παρά να θαυμάσω τον Σίνγκερ γιατί κράτησε το τέμπο, δε μπέρδεψε τίποτε, ανέδειξε όλο το επιτελείο, συνδύασε τις εποχές, και δεν ξέχασε πως, καταμεσίς του προσωπικού μελοδράματος και των πολιτικών υπαινιγμών, το X-Men είναι κόμικ, πρέπει να έχει και πλάκα, και είχε ένα πονηρό χιούμορ που τσιμπάει με ξαφνιάσματα σε όλο το έργο. Συν τοις άλλοις, δανείζεται για πρώτη φορά χαρακτήρα από το οπλοστάσιο της Μάρβελ και έτσι εισάγει τον Quicksilver, στην καλύτερη σκηνή της ταινίας, εκεί όπου ο Έβαν Πίτερς βοηθάει στο σχέδιο μιας απίθανης απόδρασης κι εμείς παρακολουθούμε, σαν να βρισκόμαστε στη δική του κίνηση, τις αστραπιαίες κινήσεις του, κατά τη διάρκεια του, ταιριαστού χρονικά, Time in a Bottle, του Τζιμ Κρότσι, ενώ όλοι δίπλα του μοιάζουν ακινητοποιημένοι, έρμαια των διαθέσεων του. Ο γοργοπόδαρος ακούει το τραγούδι από τα ακουστικά του την ώρα που σκηνοθετεί περιστροφικά το ρεζίλεμα των φρουρών στις φυλακές του Πενταγώνου, κι εμείς βλέπουμε καθαρά τη μοναξιά και την αίσθηση της αταξίας που τον διακρίνει, σε ένα τρίλεπτο, ζαλιστικό υπερθέαμα.
Ο Μπράϊαν Σίνγκερ σκηνοθετεί κλασσικά, όχι ποπ, σαν τον Τζος Γουέντον των Εκδικητών. Αλλά, η δύναμη με την οποία ανεβάζει τις μεγάλες του σεκάνς, και η ευαισθησία με την οποία περικλείει τα διλήμματα των ηρώων του, δεν έχουν ταίρι στον αβάσταχτα θορυβώδη κόσμο των mega-comics.
Οι Μεταλλαγμένοι του Σίνγκερ δεν φιλοδοξούν να γίνουν σοβαρή επιστημονική φαντασία- δεν ξεχνούν ότι κατά βάση είναι ζωντανά καρτούν. Ωστόσο, μέσα στις ταινίες του υπάρχουν σοβαρά θέματα, που εκτελούνται από σοβαρούς ηθοποιούς. Ηθοποιούς, με ρόλους. Διότι, είδαμε στο Γκοτζίλα (υπέροχος σκηνογραφικά, αλλά άδειος από χαρακτήρες) πώς μια αρμαθιά από εγνωσμένης αξίας ηθοποιούς, απλώς δεν έχουν ρόλο.
Ο Σίνγκερ δεν έχει κρύψει πως, ως ομοφυλόφιλος, βρήκε στο συγκεκριμένο κόμικ, την ιδανική φωνή έκφρασης, αν και τα εκατομμύρια κοινού παγκοσμίως που το λατρεύει επίσης, ταυτίζεται για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Ο Σίνγκερ το πιστεύει βαθιά, γιατί ρίχνει λίγο από τον εαυτό του σε καθέναν από τους χαρακτήρες, και επανέρχεται σε αυτό, ακόμη κι αν προσωρινά αλλαξοπίστησε προς την αντίπαλη εταιρεία DC Comics, κάνοντας έναν ενδιαφέροντα, εντελώς μεσσιανικό Superman, αλλά με κακό πρωταγωνιστή, τον Μπράντον Ράουθ, υπέρογκο προϋπολογισμό και χλιαρό αντίκτυπο.
Δεν χωράει αμφιβολία για το ποιος θα νικήσει στο τέλος. Το στοίχημα είναι πως στις μάχες, τα αγόρια και τα κορίτσια με τα κουσούρια και τη φούρια, χύνουν αίμα και χαλυβδώνονται, σαν έφηβοι που περνάνε από επώδυνη μύηση για να ενηλικιωθούν, σε έναν κόσμο γεμάτο με απίθανες συνωμοσίες εναντίον τους, εχθρικό σε όποιον δεν μοιάζει με αυτούς.
σχόλια